29 Ιουνίου 2014

ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α.: Κάτω τα χέρια από τους αγωνιστές από την Τουρκία

http://www.antarsya.gr/sites/default/files/field/image/agonistestourkia.jpg
Η ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α. καταγγέλλει τις συλλήψεις των Τούρκων αγωνιστριών Χάρκα Κιζίλκαγια και Φαδίκ Αντιγιαμαν, καθώς και του Τούρκου αγωνιστή Σερίφ Τουρουνέ (Ερκάν) το βράδυ της Παρασκευής 27/6/2014 με ένταλμα του Ειδικού Εφέτη Ανακριτή της Μυτιλήνης για δήθεν συγκρότηση και ένταξη εγκληματικής οργάνωσης και δραστηριότητες γύρω από αυτήν (Π.Κ. 187 - τρονομόμος), σχετικά με τον περσυνό εντοπισμό ποσότητας όπλων στη θαλάσσια περιοχή της Χίου. Ο κίνδυνος προφυλάκισής τους και στη συνέχεια παραπομπής τους σε δίκη με απειλή μακρόχρονης κάθειρξης είναι προφανής.

Οι συλληφθέντες είναι χρόνια πολιτικοί πρόσφυγες στην Ελλάδα, εργαζόμενοι και δραστήρια μέλη της «Επιτροπής Αλληλεγγύης στους Τούρκους και Κούρδους πολιτικούς πρόσφυγες», με δημόσια νόμιμη μακρόχρονη πολιτική δραστηριότητα και συμμετοχή σε κινητοποιήσεις, γνωστοί σε εκατοντάδες πολιτικά πρόσωπα και συνδικαλιστές.

Η σύλληψή τους είναι μία σκευωρία που αποσκοπεί στην τρομοκράτηση των αγωνιστών και την απαγόρευση κάθε δραστηριότητας που αναδεικνύει στην Ελλάδα και στην Ευρώπη τον αντιδημοκρατικό χαρακτήρα του Τούρκικου καθεστώτος με την καταστολή επιδεικτική, την αριστερά στην παρανομία, τα λευκά κελλιά ανοιχτά σε όποιον αντιστέκεται και τα δημοκρατικά δικαιώματα στο απόσπασμα. Αποτελεί συνέχεια της πολιτικής προσέγγισης Σαμαρά – Ερντογάν, που πριν ένα χρόνο εκδηλωνόταν πάλι με μαζικές συλλήψεις Τούρκων και Κούρδων αγωνιστών για έκδοση στην Τουρκία που ευτυχώς δεν ολοκληρώθηκε. Η κυβέρνηση των μνημονίων και της φτώχειας κλιμακώνει την κατασταλτική της μανία και απειλεί στοιχειώδη δημοκρατικά δικαιώματα.

Καλούμε όλα τα συνδικάτα, τους κοινωνικούς φορείς και τα κόμματα της αριστεράς να σταθούν στο πλευρό των διωκομένων και να απαιτήσουν την άμεση απελευθέρωσή τους, τα Μ.Μ.Ε. να μην πνίξουν την είδηση αυτή και τον δημοκρατικό λαό της Μυτιλήνης, όπου θα μεταφερθούν για να απολογηθούν τις επόμενες ημέρες να διοργανώσει κινητοποιήσεις έμπρακτης συμπαράστασης και αλληλεγγύης

Η κυβέρνηση ΝΔ-ΚΚΕ του 1989

Γιώργος Δελαστίκ - ΠΡΙΝ, 29.6.2014

image002 Ήταν σαν μεθαύριο, πριν από ένα τέταρτο του αιώνα: 1 Ιουλίου 1989. Τότε, πριν από 25 ακριβώς χρόνια, έπεφτε Σάββατο η 1η Ιουλίου. Γύρω στις 7 το απόγευμα ο Βουλευτής της ΝΔ Τζαννής Τζαννετάκης παίρνει από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Χρήστο Σαρτζετάκη την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.
kirkos_florakis1Λίγες ώρες νωρίτερα έχει πάρει μέρος σε σύσκεψη του αρχηγού της ΝΔ Κωνσταντίνου Μητσοτάκη με τους δύο αρχηγούς του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ Χαρίλαο Φλωράκη και τον αρχηγό της ΕΑΡ (όπως έχει μετονομαστεί το ΚΚΕ Εσωτερικού) Λεωνίδα Κύρκο. Αυτοί έχουν αποφασίσει όχι μόνο να σχηματίσουν κυβέρνηση Δεξιάς – Αριστεράς, αλλά στη συνάντησή τους… μοίρασαν και τα υπουργεία!

Στις 18 Ιουνίου 1989 είχαν γίνει βουλευτικές εκλογές. Η ΝΔ, παρά το γεγονός ότι πήρε το 44,25% των ψήφων, λόγω του σχεδόν αναλογικού εκλογικού συστήματος είχε πάρει 145 βουλευτές. Το ΠΑΣΟΚ είχε αντέξει στην ασφυκτική πίεση συγκεντρώνοντας το 39,15% των ψήφων και 125 Βουλευτές. Ο μεγάλος χαμένος των εκλογών ήταν ο Συνασπισμός της Αριστεράς, ο οποίος παρά τις στημένες από τη Δεξιά δημοσκοπήσεις που τον απογείωναν λαμβάνει μόνο το γλίσχρο 13,12% των ψήφων – μόλις μια εκατοστιαία μονάδα πάνω από το άθροισμα των ποσοστών που είχαν πάρει στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές του 1985 χωριστά το ΚΚΕ και το ΚΚΕ Εσωτερικού.

prin_exof1Την Παρασκευή 30 Ιουνίου 1989, προς στιγμή φάνηκε ότι θα σχηματιζόταν κυβέρνηση του ΚΚΕ (και του Συνασπισμού της Αριστεράς, φυσικά), με τους… «κλέφτες του ΠΑΣΟΚ»! Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε δεχθεί να διοριστεί πρωθυπουργός της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ – Αριστεράς ο Κωστής Στεφανόπουλος και η κυβέρνηση αυτή να παραιτηθεί 8 μήνες μετά, την άνοιξη του 1990, στη λήξη της θητείας του Χρήστου Σαρτζετάκη, οπότε και έπρεπε να εκλεγεί νέος πρόεδρος της Δημοκρατίας. Το απόγευμα της Παρασκευής όμως ο Χαρ. Φλωράκης αποφάσισε να κάνει κυβέρνηση με τον Μητσοτάκη και τη ΝΔ έχοντας «χάψει» το παραμύθι της Δεξιάς ότι όπου να ‘ναι ο Αντρέας πεθαίνει κι έτσι ο Συνασπισμός θα γίνει αξιωματική αντιπολίτευση!

Στις 2 Ιουλίου ορκίζεται όντως η κυβέρνηση Τζαννετάκη της συνεργασίας ΝΔ – ΚΚΕ. Στο εσωτερικό του ΚΚΕ και της ΚΝΕ ξεσπάει πολιτική θύελλα. Ένα μήνα νωρίτερα, τον Μάιο του 1989, βλέποντας την άθλια δεξιά πορεία του κόμματος, από την αριστερή πτέρυγα του ΚΚΕ είχε εκδοθεί το περιοδικό Πριν.

Στις 5 Ιουλίου ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Κώστας Κάππος δίνει στη δημοσιότητα δήλωση-ράπισμα για τον Χ. Φλωράκη: «Πιστεύω ότι η συνεργασία αυτή είναι ολέθρια για το ΚΚΕ (…) που τείνει να υποταχθεί σε μικροαστικές και αστικές εκσυγχρονιστικές θέσεις» αναφέρει μεταξύ άλλων. Η κυβέρνηση Τζαννετάκη παίρνει άνετα ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή με 174 ψήφους. Ψηφίζουν υπέρ οι 145 Βουλευτές της ΝΔ, οι 27 από τους 28 Βουλευτές του Συνασπισμού, ο Κωστής Στεφανόπουλος της ΔΗΑΝΑ και ο μουσουλμάνος Σαδίκ – τότε δεν υπήρχε ακόμη το όριο του 3% για να μπει στη Βουλή κάποιο κόμμα.

image002 (2)Ο Κώστας Κάππος ψηφίζει λευκό. «Είμαι αντίθετος στη συνεργασία του Συνασπισμού της Αριστεράς με τη ΝΔ» δηλώνει χωρίς περιστροφές. «Βεβαίως είμαι κατά της συνεργασίας του Συνασπισμού και με το ΠΑΣΟΚ» προσθέτει. Δύο ακόμη μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, ο Κώστας Μπατίκας και ο Νίκος Κοτζιάς, διαφοροποιούνται από την κυβέρνηση Τζαννετάκη. Η μεγάλη σύγκρουση όμως γίνεται με την ΚΝΕ, η συντριπτική πλειοψηφία της οποίας διαφωνεί ανοιχτά με τη συνεργασία του ΚΚΕ με τη ΝΔ. Στις 21 Σεπτεμβρίου 1989 η ΚΕ του ΚΚΕ αποφασίζει να… καθαιρέσει το εκλεγμένο Κεντρικό Συμβούλιο της ΚΝΕ και να διορίσει εγκάθετούς της στην ηγεσία της νεολαίας!
«Φυσικά και δεν θα υπακούσω!» δηλώνει ο γραμματέας της ΚΝΕ Γιώργος Γράψας το ίδιο βράδυ, όταν φτάνει κατά τις 10 στα γραφεία της οργάνωσης, στην πλατεία Βικτωρίας. Το ΚΣ της ΚΝΕ, με ψήφους 36 υπέρ και 14 απόντες, απορρίπτει ως αντικαταστατική την απόφαση της ΚΕ του ΚΚΕ και συντάσσεται με το γραμματέα της.
Στις 5 Νοεμβρίου 1989 γίνονται νέες βουλευτικές εκλογές. Η ΝΔ ανεβάζει το ποσοστό της στο 46,2% και παίρνει 148 Βουλευτές – 2 λιγότερους από τους αναγκαίους. Το ΠΑΣΟΚ σημειώνει κι αυτό αύξηση ξεπερνώντας το 40% – παίρνει το 40,67% των ψήφων και 128 Βουλευτές. Ο Συνασπισμός πέφτει στο 10,96% και παίρνει μόνο 21 έδρες, έχοντας πλέον ποσοστό μικρότερο από αυτό που είχε πάρει μόνο του το ΚΚΕ το 1981! Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 21 Νοεμβρίου, η ηγεσία του ΚΚΕ αυτογελοιποιείται καθώς συμφωνεί ο Χ. Φλωράκης να σχηματίσει κυβέρνηση όχι μόνο με τη ΝΔ αλλά και με το… ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου, τον οποίον ΝΔ και Συνασπισμός είχαν παραπέμψει στο Ειδικό Δικαστήριο στις 27 Σεπτεμβρίου! Η απόλυτη ξεφτίλα! ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ σχηματίζουν την οικουμενική κυβέρνηση Ζολώτα, η οποία έχει τη στήριξη των 296 από τους 300 της Βουλής!
kapposΤην επόμενη μέρα του σχηματισμού της κυβέρνησης Ζολώτα , στις 22 Νοεμβρίου παραιτούνται οκτώ μέλη της ΚΕ του ΚΚΕ (Κ. Τζιαντζής, Άγγ. Χάγιος, Θ. Σκαμνάκης, Σ. Καυκαλάς, Χρ. Καυκιάς, Δ. Τσουραμάνης, Δ. Τσακνιάς και Γ. Σταμάτης, ενώ από τον Οκτώβριο έχει παραιτηθεί και ο Μιχ. Τερζίδης).
Στις 28 Νοεμβρίου ανεξαρτητοποιείται και αποχωρεί από το ΚΚΕ ο ευρωβουλευτής Δημήτρης Δεσύλλας.
Στις 11 Φεβρουαρίου ιδρύεται το Νέο Αριστερό Ρεύμα από αυτούς και χιλιάδες μέλη και στελέχη του ΚΚΕ, και κυρίως της ΚΝΕ, που έχουν πέσει θύματα πογκρόμ διαγραφών ή έχουν αποχωρήσει οικειοθελώς.
Για να πάει με τη ΝΔ και τους «κλέφτες του ΠΑΣΟΚ» και να συμμετάσχει στη γλυκιά νομή της εξουσίας, η ηγεσία του ΚΚΕ δεν δίστασε να διαγράψει χιλιάδες κομμουνιστές! Από τότε πέρασε στην πλήρη ανυποληψία και ουδέποτε τα εκλογικά ποσοστά του ΚΚΕ προσέγγισαν εκείνα που έπαιρνε προτού συμμετάσχει στις κυβερνήσεις Τζαννετάκη και Ζολώτα.

Μια εξαιρετικά ενοχλητική επέτειος

Π. Παπακωνσταντίνου - Καθημερινή, 29/6/2014.

Η στρογγυλή επέτειος της αποφράδας 28ης Ιουνίου του 1914 από την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου πέρασε μάλλον στα ψιλά. Παρά το γεγονός ότι αφάνισε 14 εκατομμύρια ανθρώπους και γκρέμισε τέσσερις αυτοκρατορίες.
Τα εκατό χρόνια από την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου προκαλούν ανησυχητικούς συνειρμούς σε έναν επικίνδυνα ασταθή κόσμο.

Σαν χθες, πριν από έναν ακριβώς αιώνα, ο Σερβοβόσνιος εθνικιστής Γκαβρίλο Πρίντσιπ δολοφόνησε στο Σεράγεβο τον διάδοχο της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, αρχιδούκα Φραγκίσκο-Φερδινάνδο, και τη σύζυγό του, γεγονός που στάθηκε αφορμή για την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ωστόσο, η στρογγυλή επέτειος της αποφράδας 28ης Ιουνίου του 1914 πέρασε μάλλον στα ψιλά. Δεν θα μπορούσε να είναι πιο χτυπητή η διαφορά με τις επετείους της 9ης Μαΐου του 1945, όταν ο πολιτισμένος κόσμος γιορτάζει την αντιφασιστική νίκη, ή της 6ης Ιουνίου του 1944, όταν οι ηγέτες των μεγάλων δυνάμεων σπεύδουν στις ματωμένες ακτές της Νορμανδίας.

Στη συλλογική μνήμη των Ευρωπαίων, ο Μεγάλος Πόλεμος κατέχει σαφώς υποδεέστερη θέση έναντι του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σαν να ήταν «μόνο» το πρελούδιο της πραγματικής Αποκάλυψης. Το γεγονός αυτό δεν εξηγείται εύκολα ούτε από τη μεγαλύτερη χρονική απόσταση ούτε από το μέγεθος των συνεπειών μιας σύγκρουσης που αφάνισε 14 εκατομμύρια ανθρώπους, γκρέμισε τέσσερις αυτοκρατορίες –Αυστροουγγρική, Ρωσική, Γερμανική, Οθωμανική–, ανέδειξε το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος στον κόσμο, χάραξε τα σύνορα της Μέσης Ανατολής και απαθανατίστηκε στα τρομερά μυθιστορήματα του Ρεμάρκ, του Γκρέιβς, του Σελίν και του Μυριβήλη. Κάτι άλλο, πιο βαθύ και πιο σκοτεινό, πρέπει να κρύβεται πίσω από την επίμονη απώθηση.
Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν «τακτοποιείται» εύκολα από τη λογική μας και δεν «χωνεύεται» εύκολα από την ηθική μας. Σε αντίθεση με τον Δεύτερο, στερείται της απόλυτης αντίθεσης ανάμεσα στο «καλό» και το «κακό». Δεν έχει να επιδείξει ένα «τέρας» στο ύψος του Χίτλερ ή μια φρίκη στο ύψος του Ολοκαυτώματος. Αν η θυσία στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο θεωρείται αναδρομικά αυτονόητο καθήκον, η αιματοχυσία στον Πρώτο φαντάζει σαν ανυπόφορη ματαιότητα, που ζητάει επίμονα μια κάποια αιτιολόγηση: Γιατί έγιναν όλα αυτά και πώς δεν θα ξαναγίνουν;
Το 1993, ο Ρόμπερτ Κάπλαν παρουσίασε τη δική του εκδοχή με ένα βιβλίο που προκάλεσε αίσθηση. Στα «Βαλκανικά φαντάσματα», ο συγγραφέας ενοχοποιεί μονόπλευρα τους αρχέγονους εθνικισμούς των βαλκανικών λαών και κυρίως τον αλυτρωτισμό των Σλάβων για το σφαγείο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οσο για τον Δεύτερο, δεν ήταν παρά η αναπόδραστη συνέπεια του Πρώτου. Μια εμμονικά αντισλαβική - αντιρωσική οπτική, όχι απροσδόκητη για έναν εκπρόσωπο των Αμερικανών νεοσυντηρητικών.
Δέκα χρόνια αργότερα, ο Βρετανός ιστορικός Κρίστοφερ Κλαρκ επανήλθε στην ίδια προβληματική με το βιβλίο του «Υπνοβάτες». Κι εδώ οι ευθύνες πέφτουν κυρίως στους «μικρούς εθνικισμούς» των Βαλκανίων, αυτής της παραδοσιακής «πυριτιδαποθήκης της Ευρώπης». Οσο για τις μεγάλες δυνάμεις της Δύσης, η κριτική δεν εστιάζεται σε πασίγνωστα, θεμελιώδη φαινόμενα –ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί για αποικίες και για τον διαμελισμό της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας– αλλά περιορίζεται στην υποτιθέμενη «ανικανότητα» ληθαργικών πολιτικών ηγετών.
Διαφορετική είναι η απάντηση που δίνει στην αναζήτηση του αποδιοπομπαίου τράγου ο Ντέιβιντ Φρόμκιν. Για τον Αμερικανό συγγραφέα του βιβλίου «Το τελευταίο καλοκαίρι της Ευρώπης», ο βασικός υπαίτιος ήταν ο γερμανικός μιλιταρισμός, που προετοίμαζε από καιρό, με την αδίστακτη μεθοδικότητά του, το αιματοκύλισμα. Οσο φοβερό και αν ήταν το τίμημα, Αγγλία, Γαλλία και Αμερική δεν είχαν άλλη λύση από το να απαντήσουν.
Εντελώς αντίθετη είναι η «αναθεωρητική» οπτική του Νάιαλ Φέργκιουσον. Ο Βρετανός ιστορικός προκάλεσε σάλο με πρόσφατη συνέντευξή του στο BBC, όπου υποστήριξε ότι η χώρα του ήταν εξίσου υπεύθυνη με τη Γερμανία για τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ότι η συμμετοχή της σε αυτόν ήταν «η μεγαλύτερη βλακεία της». Οχι, ο Φέργκιουσον δεν είναι οπαδός της λενινιστικής θεωρίας του ιμπεριαλισμού. Δεδηλωμένος οπαδός τού κατά Κίπλινγκ «φορτίου του λευκού ανθρώπου» για τον εκπολιτισμό των «καθυστερημένων» εθνών, θέλει να πιστεύει ότι αν η Βρετανία δεν είχε εμπλακεί στον Μεγάλο Πόλεμο, η αυτοκρατορία της θα μπορούσε να επιβιώσει και η επανάσταση των μπολσεβίκων δεν θα είχε ποτέ δει το φως της ημέρας.
Ισως εκείνο που κάνει πολλούς να απωθούν υποσυνείδητα τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι οι ανησυχητικές αναλογίες με τη σημερινή εποχή. Η τιτάνια σύγκρουση ήρθε ύστερα από αρκετές δεκαετίες ειρήνης και οικονομικής ευμάρειας, κατά την οποία οι ανταγωνισμοί των μεγάλων δυνάμεων περιορίζονταν στην περιφέρεια, χωρίς να αγγίζουν τις μητροπόλεις. Το σταθερό φόντο της εποχής εκείνης ήταν η σταδιακή διάβρωση της τότε παγκόσμιας υπερδύναμης, της Βρετανίας, και η εμφάνιση νέων αναδυόμενων δυνάμεων που την αμφισβητούσαν. Το πρώτο κύμα της «παγκοσμιοποίησης» είχε πείσει το μεγαλύτερο μέρος των ελίτ ότι τα κοινά συμφέροντα των εμπορικών εταίρων καθιστούσαν απόλυτο παραλογισμό την προσφυγή στα όπλα. Είναι μήπως παράξενο, ύστερα από όλα αυτά, ότι ο Μεγάλος Πόλεμος μας είναι ταυτόχρονα πολύ οικείος και πολύ απωθητικός;

Ο Πρίντσιπ διχάζει πάλι 

Ηρωας του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα για τους Σέρβους, τρομοκράτης για τους Βόσνιους μουσουλμάνους, ο Γκαβρίλο Πρίντσιπ δεν έπαψε να διχάζει το Σεράγεβο σε όλη την πορεία του τελευταίου αιώνα.


Το 1941, αμέσως μετά την είσοδό τους στην πόλη, οι ναζί αφαίρεσαν την αναμνηστική πλάκα που είχε τοποθετηθεί στον τόπο της τραγωδίας του 1914 και τη χάρισαν στον Αδόλφο Χίτλερ. Μετά την απελευθέρωση, το σοσιαλιστικό καθεστώς του Τίτο τοποθέτησε καινούργια αναμνηστική πλάκα προς τιμήν του Πρίντσιπ, ο οποίος εθεωρείτο τότε εθνικός ήρωας, ενώ τα βήματά του αποτυπώθηκαν πάνω στο μπετόν.

Σήμερα, το όνομά του είναι το πρώτο που φιγουράρει, πάνω σε αναμνηστική πλάκα ορθόδοξης εκκλησίας του Σεράγεβο, κάτω από την επιγραφή «Ηρωες της Ημέρας του Αγίου Βίτου» – με το Γρηγοριανό ημερολόγιο, η 28η Ιουνίου, ημέρα της δολοφονίας του Φραγκίσκου-Φερδινάνδου. Λίγα τετράγωνα παρακάτω, μία άλλη πλακέτα τιμά τον δολοφονηθέντα. Ο ίδιος διχασμός διατρέχει τα σχολικά βιβλία Ιστορίας. Τα σερβικά αφιερώνουν 20 σελίδες στον «ήρωα» και στη «μεγάλη απελευθερωτική πράξη του», ενώ τα βιβλία των Βόσνιων μουσουλμάνων μνημονεύουν μόλις σε μία φράση τον «τρομοκράτη», σημειώνοντας ότι «δεν σκότωσε τον αρχιδούκα για να απελευθερώσει τη Βοσνία από τον κατακτητή, αλλά γιατί την ήθελε μέρος μιας Μεγάλης Σερβίας».

Με αφορμή τη φετινή επέτειο, η δημαρχία του Σεράγεβο προωθεί την ανέγερση μνημείου στη μνήμη του αρχιδούκα, ενώ το Βελιγράδι ετοιμάζει να τοποθετήσει μπούστο του Πρίντσιπ. Οι δύο πλευρές τίμησαν σε διαφορετικές τελετές τη χθεσινή επέτειο, επιβεβαιώνοντας τις βαθύτατες διαχωριστικές γραμμές που εξακολουθούν να διατρέχουν τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.

ΚΚΕ – ΑΝΤΑΡΣΥΑ: ΔΕΗ, Λαύριο, λαβράκια και …μαϊντανοί!

kentroaristerix - Παντιέρα

18801667_EV_AN_270614_IDRYTIKO_SYNEDRIO_POTAMI6.limghandlerΝόμισε πως έπιασε λαβράκι το ΚΚΕ. Σε σχόλιό του ο Ριζοσπάστης κατηγορεί την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ότι «Δεν μπόρεσε να αντισταθεί στα θέλγητρα των ‘‘αντιμνημονιακών σειρήνων’’ και υπέκυψε… Ετσι, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ παραβρέθηκε και αυτή στο κάλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ για μέτωπο κοινής δράσης με αφορμή τη ΔΕΗ».
Συνοδεύει μάλιστα την λάβρη πολιτική κριτική του με τον απαξιωτικό τίτλο: «Ο μαϊντανός!», αποφεύγοντας κάθε αναφορά στο περιεχόμενο της τοποθέτησης καθώς και στο ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αρνήθηκε κάθε συμμετοχή σε ένα «δημοκρατικό, προοδευτικό, πατριωτικό μέτωπο» εντός των ορίων της Ε.Ε. και της διαχείρισης.
Έχει ενδιαφέρον η πληρωμένη η απάντηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε όσους, από την ΑΥΓΗ, τον Ριζοσπάστη ή τα αστικά μέσα ενημέρωσης ‘’είδαν ο καθένας ό, τι ήθελε να δει…»
Πέρα από τον προβληματισμό, κατά πόσον είναι σκόπιμο να πηγαίνει κανείς σε  ΤΙΤΑΝΙΕΣ “επικοινωνιακές λαοσυνάξεις” του ΣΥΡΙΖΑ, η ανακοίνωση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι πεντακάθαρη: Μιλάει για ‘’εκδήλωση-φιέστα στο ΤΙΤΑΝΙΑ, η οποία ήταν τελικά ένα επικοινωνιακό σόου με πρωταγωνιστή τον Αλ. Τσίπρα και συμπρωταγωνιστές τη γραφειοκρατία των Φωτόπουλων της ΓΕΝΟΠ.’’ (βλ. αναλυτικά εδώ: Για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ. Ποιό μέτωπο χρειάζεται. Η θέση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ)
Η σπουδή του Ριζοσπάστη να ταυτίσει με το ζόρι την ΑΝΤΑΡΣΥΑ με τον ΣΥΡΙΖΑ, αναδεικνύει μεταξύ άλλων και το πρόβλημα που έχει το ΚΚΕ να συναντηθεί, να διαλεχθεί, να παλέψει μαζί με τους αγωνιστές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ακόμα και μέσα στην μεγαλύτερη αντεργατική λαίλαπα που βιώνει η εργατική τάξη της χώρας. Γιατί άραγε;
potamisynedrio725
Την ώρα μάλιστα που δεν έχει κανένα πρόβλημα να συναντιέται και να συζητάει με εκπροσώπους της ΝΔ ή του ΠΑΣΟΚ.
panagiotakopoyloy-Έτσι, πριν στεγνώσει το μελάνι του σχολίου, το ‘λαβράκι’ του Ριζοσπάστη  αποδείχθηκε ΠΟΤΑΜίσιο! Κι αυτό γιατί, την ίδια μέρα της δημοσίευσης (Παρασκευή 27/6/2014), συνευρέθηκε και το ΚΚΕ με τον ΣΥΡΙΖΑ –και όχι μόνον- στο Λαύριο, στο συνέδριο που κάνει …Το Ποτάμι!!!
Καθώς απουσίαζε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δεν είχε ως φαίνεται πρόβλημα να συνυπάρξει με ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, ΔΗΜΑΡ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, προφανώς από διαφορετική όχθη…
Κάπου ανάμεσα σε Μίλτο Κύρκο, Μάρτιν Σουλτς και Γκυ Φερχόφσταντ, λίγο μετά τον Aνδρέα Παπαμιμίκο (Γραμματέα Πολιτικής Επιτροπής Νέας Δημοκρατίας), τον Δημήτρη Βίτσα (Γραμματέα Κεντρικής Επιτροπής ΣΥΡΙΖΑ), τον Νίκο Ανδρουλάκη (Γραμματέα Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής ΠΑΣΟΚ) και τον Θανάση Θεοχαρόπουλο (Γραμματέα της Δημοκρατικής Αριστεράς), η Xριστίνα Παναγιωτακοπούλου (Μέλος Κεντρικής Επιτροπής ΚΚΕ) χαιρέτισε τους συνέδρους, δηλώνοντας πως «Επιδιώκουμε να γίνεται ουσιαστική συζήτηση και αντιπαράθεση πάνω σε πολιτικές, σε στρατηγικές», ευχόμενη παράλληλα «καλή επιτυχία στις εργασίες του συνεδρίου». (Ολόκληρος ο χαιρετισμός στον 902).
vitsas-topotami
Λίγο πριν, ο Δημήτρης Βίτσας είχε κάνει άνοιγμα προς τους συνέδρους με την προτροπή «ελάτε να συζητήσουμε», τονίζοντας: «Απευθυνόμαστε σε όλες τις δυνάμεις που απεγκλωβίζονται από τον μνημονιακό χώρο και στρέφονται προς την Αριστερά. Τους ανεξάρτητους βουλευτές, τα ρεύματα και τις ομάδες, που αμφισβητούν πλέον ανοιχτά την πολιτική του Μνημονίου. Απευθυνόμαστε, επίσης, σε όλες τις προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις. Από την αντιμνημονιακή, αριστερή σοσιαλδημοκρατία, τους ριζοσπάστες οικολόγους έως και την πέραν του ΣΥΡΙΖΑ Αριστερά. Ελάτε να συζητήσουμε για τις πρωτοβουλίες και τις ανατροπές που πραγματικά χρειάζεται ο τόπος για να ορθοποδήσει.»
Άκαρπες μέχρι στιγμής οι έρευνες, γύρω από το σε ποια από τις παραπάνω κατηγορίες κατατάσσει ο γραμματέας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ τον Σταύρο Θεοδωράκη και Το Ποτάμι…Φυτρώνουν όμως, άραγε, και στο Λαύριο ‘μαϊντανοί’;
Είναι προφανές ότι το «κοινοβουλευτικό σαβουάρ βιβρ» επιβάλλει να ευχηθεί κανείς «καλή επιτυχία στις εργασίες του συνεδρίου», εφόσον πηγαίνει εκεί.Το ερώτημα βέβαια είναι κατά πόσον πηγαίνει…

Καταιγίδα μέτρων με έπαθλο τη βαθύτερη …υπερχρέωση

Λεωνίδας Βατικιώτης - Πριν 29 Ιούνη 2014

http://leonidasvatikiotis.files.wordpress.com/2014/06/regling_.jpg?w=730
Επίδειξη υποτέλειας από την κυβέρνηση εν όψει της αναδιάρθρωσης του χρέους 
Με την αγωνία να επιδείξει την καλύτερη διαγωγή ώστε να ανταμειφθεί από τους πιστωτές στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τη νέα αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους που θα διεξαχθεί το φθινόπωρο βιάζεται η κυβέρνηση να ψηφίσει από την Βουλή τα προαπαιτούμενα μέτρα για την εκταμίευση των 2 υποδόσεων, ύψους 2 δισ. ευρώ (1 συν 1 δισ.). Η επικείμενη δε επίσκεψη της Τρόικας στις 8 Ιουλίου αυξάνει τις πιέσεις για την ψήφιση των αντιλαϊκών μέτρων. Συγκεκριμένα, όρος για την εκταμίευση της πρώτης υποδόσης είναι η ψήφιση 6 νόμων που αφορούν το υπαίθριο εμπόριο, τις αδειοδοτήσεις, την μείωση του περιθωρίου κέρδους των φαρμακοποιών, την επικαιροποίηση του καταλόγου φόρων υπέρ τρίτων, την υιοθέτηση κώδικα συμπεριφοράς για τα μέλη της κυβέρνησης ώστε να περιοριστεί η διαφθορά και τέλος την έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης (από τα υπουργεία Οικονομικών και Δικαιοσύνης) σχετικά με την είσπραξη των οφειλών. Στο δεύτερο πακέτο μέτρων περιλαμβάνεται το ξεπούλημα της ΔΕΗ, οι αλλαγές στο ασφαλιστικό, κοκ.

Ωστόσο, αυτό που όλο και περισσότερο γίνεται εμφανές είναι πως ο απαράμιλλος ζήλος της κυβέρνησης να εφαρμόσει αδιαμαρτύρητα όλους τους όρους της ΕΕ δεν αρκεί για να υλοποιηθεί το σχέδιο των πιστωτών. Πέραν της αντίστασης του οργανωμένου εργατικού κινήματος και των ποικιλόμορφων αντιστάσεων που εκδηλώνονται από τα κάτω (με αφορμή το ξεπούλημα των παραλιών, την πώληση της ΔΕΗ κλπ) ειδικότερα οι φορολογικοί μηχανισμοί έρχονται αντιμέτωποι με τα όρια της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών. Η απροθυμία για παράδειγμα των φορολογουμένων να υποβάλουν φορολογική δήλωση μέχρι τις 30 Ιουνίου, που ανάγκασε το υπουργείο να δώσει παράταση στην κατάθεση των δηλώσεων για τις 14 Ιουλίου, ήταν μια μικρή ένδειξη αυτής της άτυπης στάσης πληρωμών που είναι αποτέλεσμα της αντικειμενικής αδυναμίας των φορολογουμένων να αναλάβουν νέα βάρη.

Ελάχιστα τα περιθώρια για ουσιαστική ελάφρυνση διαμηνύουν οι Ευρωπαίοι 
Άλλωστε, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το δημόσιο καταγράφουν κάθε μήνα ρεκόρ. Στο τέλος Μαΐου (πριν δηλαδή ξεκινήσει η είσπραξη του Ενιαίου Φόρου Ακινήτων και πριν βεβαιωθούν οι οφειλές από το φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων) οι οφειλές των φορολογουμένων εκτοξεύθηκαν στα 66,37 δις. ευρώ. Εξ αυτών τα 5,2 δις. ευρώ είναι χρέη που προστέθηκαν μέσα στο 2014. Κάθε μήνα δηλαδή προστίθεται σχεδόν 1 δις. επιπλέον. Εύκολα μπορούμε να φανταστούμε σε τι επίπεδα θα φτάσουν οι ανεξόφλητες υποχρεώσεις όταν βεβαιωθούν κι οι νέοι φόροι… Προφανώς, κανένας κυβερνητικός ή τροϊκανός δεν πρόκειται να ξανασκεφτεί την σκοπιμότητα της λεηλασίας των λαϊκών εισοδημάτων, δηλαδή να μας λυπηθεί. Ακόμη κι όταν αποτυγχάνουν να συγκεντρώνουν όσα προϋπολογίζουν, στον βαθμό που καταφέρνουν να μετατρέπουν την χρεοκοπία του κράτους σε χρεοκοπία μιας ολόκληρης κοινωνίας θα συνεχίζουν ακάθεκτοι και θα είναι ωφελημένοι.

Η απόσταση ωστόσο που χωρίζει τους στόχους συγκέντρωσης εσόδων από την πραγματικότητα δίνει την δυνατότητα στην ΕΕ να κατηγορεί την κυβέρνηση για ολιγωρία, όπως συνέβη στο συμβούλιο υπουργών Οικονομικών της προηγούμενης Παρασκευής όπου ο νέος υπουργός Οικονομίας έκανε την παρθενική του εμφάνιση. Έτσι, τις ταπεινώσεις που δέχεται στο εξωτερικό η κυβέρνηση Σαμαρά, με αποτέλεσμα ακόμη κι ο Χαρδούβελης να γίνεται δεκτός με προσβολές, τις μετατρέπει σε επίδειξη ισχύος στο εσωτερικό. Εμφανίζει μάλιστα τα νέα αντιλαϊκά μέτρα ως προϋπόθεση για μια καλή συμφωνία αναδιάρθρωσης στο δημόσιο χρέος.

Η αλήθεια είναι πως η νέα αναδιάρθρωση θα είναι εξ ίσου επώδυνη με την προηγούμενη του Φεβρουαρίου του 2012 για τους εργαζόμενους κι επιζήμια για τα δημόσια οικονομικά. Το μόνο που θα καταφέρνει θα είναι να εγγυάται την αποπληρωμή του συνόλου του δημόσιου χρέους και την αποφυγή κάποιου «ατυχήματος». Κι οι κίνδυνοι για ένα τέτοιο «ατύχημα», με δεδομένη προφανώς την βούληση της κυβέρνησης να εξυπηρετεί κατά προτεραιότητα τους πιστωτές, αυξάνονται εκθετικά για δύο κυρίως λόγους. Πρώτο, η αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των φορολογουμένων λόγω της εξάντλησης της φοροδοτικής τους ικανότητας και δεύτερο οι αποκλίσεις στα έσοδα των ιδιωτικοποιήσεων σε σύγκριση με τους απογειωμένους στόχους που είχαν τεθεί κι ως αποτέλεσμα της «γραμμής» του ΤΑΙΠΕΔ να ξεπουλάει όσο – όσο και μάλιστα όσο ταχύτερα μπορεί, με εμφανή και σκανδαλώδη βλάβη του δημοσίου συμφέροντος, επιβάλλουν την αναπροσαρμογή των όρων πληρωμής. Αυτή φυσικά θα γίνει με τους όρους των τοκογλύφων – πιστωτών. Πλευρές από το περίγραμμα της λύσης που προωθούν για το χρέος περιγράφηκαν την προηγούμενη εβδομάδα από τον Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF). Με βάση τις δηλώσεις του, μείωση επιτοκίων μπορεί να γίνει μόνο στα διμερή δάνεια που έχει λάβει η Ελλάδα κι ανέρχονται σε 52,9 δισ. ευρώ. Ποσό που αντιπροσωπεύει την ευρωπαϊκή συμμετοχή στο πρώτο δάνειο που έφτασε τα 73 δισ. ευρώ. Το υπόλοιπο μέρος του πρώτου δανείου, που είναι η συμμετοχή του ΔΝΤ (20,1 δισ.), όπως και το δεύτερο δάνειο (στο οποίο ενσωματώθηκε κι η ανείσπρακτη διαφορά από την αρχική αξία των 110 δισ. του πρώτου δανείου) από το οποίο έχουν μέχρι στιγμής εκταμιευθεί 150,1 δις. ευρώ δεν …αγγίζονται. Επομένως μείωση επιτοκίου μπορεί να γίνει μόνο στα 52,9 από τα 223,1 δις. ή στο 25% του χρέους του μηχανισμού. Η δεύτερη πρόταση, η επιμήκυνση, όπως ξεκαθάρισε ο ίδιος ο Ρέγκλιγκ προσγειώνοντας τις προσδοκίες, θα επιφέρει οφέλη μετά από 25 χρόνια καθώς θα σημάνει την μετακύληση των πληρωμών από 30 χρόνια που είναι σήμερα σε 50. Πρακτικά θα είναι αδιάφορη!

Το σημαντικότερο ωστόσο, είναι πως ακόμη κι αυτήν την ψευδεπίγραφη ελάφρυνση, που είναι αδύνατο να οδηγήσει το δημόσιο χρέος ακόμη και στα επίπεδα του 2009 (129% του ΑΕΠ) από το 175% που βρίσκεται σήμερα, για να την παραχωρήσουν οι πιστωτές θα απαιτήσουν νέο Μνημόνιο, νέα αντιλαϊκά μέτρα. Σαμαράς και Βενιζέλος θα την αποδεχθούν αδιαμαρτύρητα, εκφράζοντας την βούληση της κορυφής της πυραμίδας της πολιτικής και οικονομικής ελίτ, για να συνεχίσουν να έχουν το χρίσμα των πιστωτών

Στον αντίποδα αυτής της ανίερης συμμαχίας οι εργαζόμενοι πρέπει από σήμερα κιόλας να προετοιμαστούν ώστε η μάχη ενάντια στη νέα αναδιάρθρωση να γίνει πολύ πιο μαχητικά ακόμη κι από κείνη του Φλεβάρη του 2012. Κυρίως όμως να είναι νικηφόρα, ανατρέποντας τον σχεδιασμό πιστωτών – κυβέρνησης!

27 Ιουνίου 2014

Αξιολόγηση πειθάρχησης για αντιλαϊκό δημόσιο

ΙΔΙΩΤΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ: Οι δημόσιοι υπάλληλοι ξανά στο στόχαστρο
Δημόσιος Τομέας. Το ανάθεμα των «ιθυνόντων» της δημοσιονομικής πολιτικής, μόνιμος στόχος και εύκολο θύμα των ΜΜΕ, εργαλείο χειραγώγησης και εξαγοράς συνειδήσεων για δεκαετίες από το αστικό πολιτικό σύστημα. Το «σπάταλο» και «αναποτελεσματικό» δημόσιο φιγουράρει ψηλά στη κλασική ερώτηση του «τις πταίει» για τη σαρωτική κρίση των τελευταίων ετών, και φυσικά οι εργαζόμενοι σε αυτό δεν μένουν στο απυρόβλητο.
Ειδικά τα τελευταία χρόνια οι κυβερνήσεις των μνημονίων έχουν εξαντλήσει (;) την εφευρετικότητά τους στη λήψη αντιλαϊκών μέτρων σε βάρος των εργαζομένων του δημόσιου τομέα. Έτσι, πλάι στις μέχρι τώρα μεγάλες απώλειες στους μισθούς, στην αύξηση του χρόνου εργασίας, τον υποσκελισμό της μόνιμης εργασίας από την ελαστική (ωρομίσθιοι, συμβασιούχοι, ωφελούμενοι, κ.α.), την μεταφορά υπηρεσιών στους ιδιώτες (εργολαβίες, παροχή υπηρεσιών υγείας, παιδείας), την αποδόμηση υπηρεσιών κοινωνικής προσφοράς (ψυχική υγεία, μέριμνα για τοξικομανείς, κ.α.), την κατάργηση της μονιμότητας (που δεν αποτελεί πλέον ταμπού αφού οι πρώτοι διαθέσιμοι πέρασαν την πόρτα της εξόδου από το δημόσιο), έρχεται να προστεθεί το νέο σύστημα στην υπάρχουσα αξιολόγηση.
Η μεθοδευμένη, εδώ και χρόνια, προσπάθεια υποβάθμισης όλων των τομέων της δημόσιας παροχής υπηρεσιών είχε πάντα ως βασική επιδίωξη τη διεύρυνση του ρόλου της αγοράς σε όλα τα επίπεδα, αλλά και την εισαγωγή ιδιωτικοοικονομικών και ανταποδοτικών κριτηρίων, ακόμα και σε θεμελιώδεις αρμοδιότητες των διαφόρων επιπέδων διοίκησης. Ο νέος νόμος για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων έρχεται ως «φυσιολογική» εξέλιξη στην προσπάθεια αναδιάρθρωσης του δημόσιου τομέα ως συμπληρωματικού της αγοράς, επιβάλλοντας το αντίστοιχο ιδεολογικό πλαίσιο του ανταγωνισμού και του ατομικού δρόμου.
Ένα τέτοιο δημόσιο απαιτεί σήμερα η κυρίαρχη πολιτική γιατί θέλει να τελειώνει με τις ανορθογραφίες των μόνιμων εργασιακών σχέσεων, των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, των δωρεάν παροχών περίθαλψης και παιδείας, των εργαζόμενων που μπορούν ακόμα να σκέφτονται και να σηκώνουν κεφάλι. Στην εποχή της καπιταλιστικής κρίσης και του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, που οι αγορές και το τραπεζικό σύστημα διψούν για κερδοφόρα κίνηση κεφαλαίων και η ΕΕ και το αστικό μπλοκ δεν διστάζουν να στηρίζουν νεοναζιστικά κυβερνητικά μορφώματα, δεν μπορούν να υπάρχουν ακόμα ψήγματα εργασιακών ελευθεριών, κεκτημένα μισθολογικών εξελίξεων και δωρεάν παροχή υπηρεσιών.
Ο νόμος για την αξιολόγηση στο δημόσιο τομέα αποτελεί μια βαθιά αντιδραστική τομή που θα επιταχύνει την διάλυση των κρατικών δομών που έχουν κοινωνικό προσανατολισμό (παιδεία, υγεία, κοινωνική ασφάλιση και πρόνοια και πολιτισμός), ενώ ταυτόχρονα θα ενισχύσει τη λειτουργία των κατασταλτικών μηχανισμών και των υπηρεσιών που έχουν ως αποστολή τους την εφαρμογή των μνημονιακών αντιλαϊκών πολιτικών.
Αξιολόγηση πειθάρχησης για αντιλαϊκό δημόσιο
Οι υγειονομικοί θα αξιολογούνται με καλό βαθμό και δεν θα απολύονται, εάν συμμορφώνονται και αντιμετωπίζουν τους ασθενείς κυνικά σαν πελάτες
Στην τελική ευθεία μπαίνει η σύγκρουση στο δημόσιο εν όψει των καταληκτικών ημερομηνιών για την περίφημη αξιολόγηση που θέλει να εφαρμόσει η κυβέρνηση. Μετά από μια πρώτη – εκλογική – αναβολή της εφαρμογής του μέτρου, ο πρώτος σταθμός σε μια σύγκρουση διαρκείας είναι η 30η Ιουνίου, οπότε και οι γενικοί διευθυντές θα επιμερίσουν τα ποσοστά των αξιολογούμενων εργαζόμενων.
Πρόκειται για μια διαδικασία που διαχωρίζει τους υπαλλήλους σε άριστους, μέτριους και ανεπαρκείς, με επιβεβλημένες ποσοστώσεις που πρέπει να τηρηθούν από τους αξιολογητές. Τουλάχιστον το 15% των υπαλλήλων σε κάθε υπηρεσία πρέπει να αξιολογηθούν ως ανεπαρκείς. Εξάλλου, οι εξαγγελίες του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης για το νέο μισθολόγιο στο δημόσιο τομέα δείχνουν ότι ο βαθμός της αξιολόγησης θα συναρτάται πλέον με το μισθό του υπαλλήλου, με τη μορφή του πριμ παραγωγικότητας που θα το παίρνουν μόνο οι «άξιοι».
Οι συνέπειες της αξιολόγησης θα είναι πολλαπλές: Οι υπάλληλοι που κρίνονται ανεπαρκείς θα τροφοδοτούν τη δεξαμενή της διαθεσιμότητας και των απολύσεων, προκειμένου να επιτυγχάνονται κάθε φορά οι στόχοι για μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. Η συνάρτηση του μισθού με το βαθμό της αξιολόγησης καθιερώνει και στο δημόσιο τομέα τον ατομικό μισθό, κατ' αντιστοιχία με τις ατομικές συμβάσεις στον ιδιωτικό τομέα. Παράλληλα, αναδεικνύεται και πριμοδοτείται μια ελίτ στελεχών που θα αποτελείται από ημέτερους και πρόθυμους, και η οποία, προκειμένου να διατηρήσει τα προνόμιά της, θα υποτάσσεται σε κάθε αυθαιρεσία των πολιτικών προϊστάμενων, θα υλοποιεί τις αντιλαϊκές κυβερνητικές πολιτικές και θα εκβιάζει τη συναίνεση των υφισταμένων κραδαίνοντας την απειλή της απόλυσης και της μισθολογικής υποβάθμισης. Όποιος εργαζόμενος επιμένει στο δρόμο της συλλογικής διεκδίκησης, της αντίστασης και του αγώνα, θα στοχοποιείται ως ανεπιθύμητος και μέσω της αξιολόγησης, θα χάνει τη δουλειά του ή θα βλέπει το μισθό του να μειώνεται. Έτσι επιχειρούν να τσακίσουν κάθε έννοια συλλογικότητας και αλληλεγγύης και να απονευρώσουν πλήρως τα σωματεία, να υποτάξουν πλήρως τη συνείδηση του εργαζόμενου, να διαλύσουν κάθε οργάνωση της τάξης μας.
Ο νόμος για την αξιολόγηση δεν έρχεται απλά να προστεθεί σε μια σειρά μέτρων με στόχο τους δημοσίους υπαλλήλους, όπως η σημαντική μείωση μισθών, η αύξηση του χρόνου εργασίας, οι διαθεσιμότητες – απολύσεις και η αυστηροποίηση του πειθαρχικού πλαισίου. Αποτελεί μια βαθιά αντιδραστική τομή που θα επιταχύνει την διάλυση των κρατικών δομών που έχουν κοινωνικό προσανατολισμό, όπως είναι οι κρατικές υποδομές της παιδείας, της υγείας, της κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας και του πολιτισμού, ενώ ταυτόχρονα θα ενισχύσει τη λειτουργία των κατασταλτικών μηχανισμών και των υπηρεσιών που έχουν ως αποστολή τους την εφαρμογή και επιβολή των μνημονιακών, αντιλαϊκών πολιτικών. Αξίζει να σημειωθεί ότι, με την αρμοδιότητα που δίνει ο νόμος στους Γενικούς Διευθυντές να επιμερίσουν τα ποσοστά των κλιμάκων βαθμολόγησης στις οργανικές μονάδες που ελέγχουν, πραγματοποιείται ταυτόχρονα με την αξιολόγηση των υπαλλήλων και αξιολόγηση οργανικών μονάδων με βάση την αποστολή τους. Ο Γενικός Διευθυντής θα επιλέξει τα Τμήματα και τις Διευθύνσεις που θεωρεί ότι είναι παραγωγικές και συμβάλλουν στην υλοποίηση και προώθηση των ασκούμενων πολιτικών – ακριβώς δηλαδή αυτών των πολιτικών που σπέρνουν τον κοινωνικό όλεθρο – επιβραβεύοντας τους υπαλλήλους που υπηρετούν σε αυτές τις μονάδες με άριστα. Αντίστοιχα, οι οργανικές μονάδες που ως αποστολή τους έχουν την εξυπηρέτηση και στήριξη των αδύναμων κοινωνικά ομάδων θα κρίνονται, σε αυτό το πλαίσιο, αντιπαραγωγικές και οι υπάλληλοι που υπηρετούν σε αυτές θα παίρνουν χαμηλό βαθμό, με στόχο τελικά την κατάργηση αυτών των λειτουργιών ή την εκχώρησή τους στον ιδιωτικό τομέα ή τη λειτουργία τους με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Στην περίπτωση της υγείας για παράδειγμα, όπως καταγγέλλει το σχήμα της Ενωτικής Πρωτοβουλίας στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, κριτήριο για την αξιολόγηση των υγειονομικών θα είναι η πειθήνια και υπάκουη συμβολή τους στην ενίσχυση της επιχειρηματικής λειτουργίας του δημόσιου νοσοκομείου με ιδιωτικούς όρους Ανώνυμης Εταιρείας. Δηλαδή οι υγειονομικοί θα αξιολογούνται με καλό βαθμό και δεν θα απολύονται, εάν συμμορφώνονται με τους κανόνες που θα τους επιβάλλουν να αντιμετωπίζουν τους ασθενείς κυνικά σαν πελάτες. Θα στοχεύεται η ασφυκτική μείωση του χρόνου νοσηλείας των ασθενών με κριτήριο την τσέπη τους και θα επιδιώκεται η ασφυκτική πληρότητα των τμημάτων. Θα πιέζονται οι υγειονομικοί να επιτυγχάνουν, με κάθε τρόπο και κάθε κόστος, αποδοτικό «τζίρο» για τον προϋπολογισμό των κλινικών τους ώστε να υπάρχει θετικός ισολογισμός υπό τον φόβο του κλεισίματος του τμήματος και της διαθεσιμότητας/απόλυσης. Θα επιδιώκεται η αύξηση της συνταγογράφησης φθηνών αντιγράφων γενόσημων φαρμάκων, θα ενταθεί η στήριξη των ιδιωτικών απογευματινών ιατρείων και απογευματινών ιδιωτικών χειρουργείων (ασθενείς δύο ταχυτήτων) και θα αυξηθούν οι συμμετοχές/ πληρωμές των ασθενών για εξετάσεις και θεραπείες.
Στρατηγικός στόχος είναι να οικοδομηθεί ένα κράτος «ευέλικτο», «μικρό» και «επιτελικό». Τι σημαίνουν αυτοί οι όροι που εδώ και χρόνια προπαγανδίζονται από κυβερνήσεις, διεθνείς καπιταλιστικούς οργανισμούς όπως ο Ο.Ο.Σ.Α. και το Δ.Ν.Τ., από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κυρίαρχα ΜΜΕ; Σημαίνουν ότι η στρατηγική της αστικής τάξης εδώ και κάποιες δεκαετίες, και ειδικά σήμερα, στην εποχή της παγκόσμιας, βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης, επιβάλλει ένα κράτος απαλλαγμένο από βαρίδια του παρελθόντος, όπως είναι τα υπολείμματα κοινωνικού κράτους, κράτους πρόνοιας και ελεγκτικών μηχανισμών της λειτουργίας της αγοράς, καθώς και το μοναδικό, ίσως πια, παράδειγμα σταθερών εργασιακών σχέσεων και συλλογικής διεκδίκησης σε μια αγορά εργασίας στην οποία κυριαρχούν οι ελαστικές σχέσεις, οι ατομικές συμβάσεις, οι απολύσεις και η κατάργηση της όποιας τυπικής προστασίας της εξαρτημένης εργασίας από το κράτος. Αυτό το κράτος είναι το κατάλληλο εργαλείο για να διεξαγάγει και να ολοκληρώσει την επίθεση κατά της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων στο πλαίσιο της στρατηγικής του ξεπεράσματος της καπιταλιστικής κρίσης προς όφελος του κεφαλαίου.
Το δημόσιο που θέλουν να φτιάξουν θα είναι ανοιχτά εχθρικό απέναντι στην εργαζόμενη πλειοψηφία, με περισσότερους και βαθύτερους ταξικούς φραγμούς. Οι υπηρεσίες που θα παρέχει θα είναι χειρότερες και ακριβότερες για τους πολίτες. Γι΄ αυτό και το αίτημα για κατάργηση του νόμου δεν είναι συντεχνιακό και πρέπει να γίνει υπόθεση της αγωνιζόμενης κοινωνίας και της εργαζόμενης πλειοψηφίας.
Ο νόμος για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων έχει ήδη προκαλέσει σημαντικές αντιδράσεις στους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα. Η ΑΔΕΔΥ έχει κηρύξει απεργία διαρκείας σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή - σύμπραξη των υπαλλήλων στα διάφορα στάδια της διαδικασίας αξιολόγησης (επιμερισμός ποσοστών, αυτοαξιολόγηση, αξιολόγηση κλπ), ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται η διαδικασία συλλογής δεκάδων χιλιάδων υπογραφών εργαζομένων ενάντια στο νόμο που αρνούνται να συμπράξουν στη διαδικασία. Ας μη γελιόμαστε όμως. Η πραγματική μάχη θα δοθεί αναγκαστικά από τα πρωτοβάθμια σωματεία και τις γενικές συνελεύσεις. Ήδη δεκάδες σωματεία, με αποφάσεις γενικών συνελεύσεων, αρνούνται να υπακούσουν και δηλώνουν ότι δεν θα συμπληρώσουν και δεν θα καταθέσουν τα φύλλα αξιολόγησης. Ο συντονισμός στο επίπεδο των πρωτοβάθμιων σωματείων θα είναι αποφασιστικής σημασίας για την έκβαση αυτής της μάχης, δεδομένου ότι από πλευράς κυβερνητικού – εργοδοτικού συνδικαλισμού ο αγώνας αυτός υπονομεύεται, είτε ανοιχτά, είτε έμμεσα, καλλιεργώντας αυταπάτες ότι ο τάδε ή δείνα κλάδος θα εξαιρεθεί της διαδικασίας και παραμένοντας στο πλαίσιο μιας ακίνδυνης διαμαρτυρίας με δηλώσεις, υπογραφές και προσφυγές στη δικαιοσύνη.
Βασική προϋπόθεση για έναν αποφασιστικό και ανυποχώρητο αγώνα διαρκείας είναι η οργάνωση και ο συντονισμός από τα κάτω, με την οικοδόμηση ενός ανεξάρτητου κέντρου αγώνα που θα περιλαμβάνει και τις σημαντικές αντιστάσεις που έχουν προκύψει σε ομάδες εργαζομένων, όπως οι διοικητικοί υπάλληλοι των πανεπιστημίων, οι απολυμένες καθαρίστριες του δημοσίου, οι απολυμένοι της ΕΡΤ, κ.λπ., και θα εντάσσει τα κλαδικά και επιμέρους αιτήματα σε ένα διευρυμένο, γενικότερο πλαίσιο διεκδίκησης της κατάργησης όλων των αντεργατικών και αντιλαϊκών νόμων. Μια νίκη του αγώνα κατά της αξιολόγησης θα επιφέρει ένα σημαντικό πλήγμα στο ξεδίπλωμα της αντιλαϊκής επίθεσης και θα ανοίξει το δρόμο και για άλλες πιο συνολικές νίκες. Ρίχνοντας το βάρος ιδίως στους κρίσιμους μαζικούς τομείς της υγείας, των εργαζόμενων στους δήμους, της εκπαίδευσης, οι οποίοι, είναι ταυτόχρονα και οι τομείς που είναι πιο κοντά στην κοινωνία και τις ανάγκες της, οι αγωνιζόμενοι κλάδοι μπορούν να καταδείξουν στον κόσμο την ανάγκη ενός πανκοινωνικού αγώνα που θα βάλει φραγμό στη διάλυση των όποιων κοινωνικών πολιτικών έχουν απομείνει και θα απαιτήσει να φύγει η κυβέρνηση, η τρόικα και οι βάρβαρες πολιτικές τους.
Οικοδόμηση ανεξάρτητου κέντρου αγώνα
ΣΥΣΚΕΨΗ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΩΝ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ, ΕΝΟΨΕΙ ΤΗΣ 30ης ΙΟΥΝΙΟΥ
Ο νόμος για την αξιολόγηση έχει ξεσηκώσει ήδη αντιδράσεις στους δημοσίους υπαλλήλους. Πέρα από την απόφαση της ΑΔΕΔΥ για απεργία-αποχή από τα καθήκοντα που συνδέονται με την εφαρμογή της διαδικασίας για κάθε εμπλεκόμενο σε αυτή, έχουν πραγματοποιηθεί δεκάδες συνελεύσεις πρωτοβάθμιων σωματείων με μεγάλη συμμετοχή των εργαζομένων και έχουν παρθεί αποφάσεις για ανυπακοή στην αξιολόγηση και για μέτρα που πρέπει να λάβουν τα σωματεία προκειμένου να ακυρώσουν το νόμο στην πράξη. Κατά χιλιάδες οι δημόσιοι υπάλληλοι αποφασίζουν να μη συντάξουν και να μην καταθέσουν τα φύλλα αξιολόγησης. Στον μαζικό τομέα της αυτοδιοίκησης, πάνω από εκατόν πενήντα δημοτικά συμβούλια, μετά από παρεμβάσεις των σωματείων των υπαλλήλων των δήμων, έχουν πάρει απόφαση να μπλοκάρουν την εφαρμογή της αξιολόγησης μη προβαίνοντας στην απόφαση επιμερισμού των ποσοστών.
Οι εκπρόσωποι του κυβερνητικού συνδικαλισμού της ΔΑΚΕ και μέρους της ΠΑΣΚ στην ΑΔΕΔΥ, όπως φάνηκε και στην πρόσφατη διαδικασία της Εκτελεστικής Επιτροπής στις 17 Ιουνίου από την οποία αποχώρησαν για να μην υπάρχει απαρτία και να μη ληφθούν αποφάσεις για την αξιολόγηση, κάνουν ό, τι μπορούν για να εμποδίσουν το συντονισμό των πρωτοβάθμιων σωματείων και των Ομοσπονδιών του δημοσίου, για να μην περάσει ένα αγωνιστικό πλαίσιο ικανό να μπλοκάρει το νόμο. Σε πλήρη ευθυγράμμιση με την δικομματική κυβέρνηση και εξυπηρετώντας τα συμφέροντά της επενδύουν σε μια εκτόνωση των αντιδράσεων στην κατεύθυνση της απλής καταγγελίας, χωρίς συγκρουσιακή μορφή. Όμως το σαμποτάρισμα που επιχείρησαν στις 17 Ιουνίου δεν πέτυχε. Με ομόφωνη απόφαση των υπολοίπων μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής θα πραγματοποιηθεί σύσκεψη των πρωτοβάθμιων σωματείων και των Ομοσπονδιών τη Δευτέρα, 23 Ιουνίου, προκειμένου να συντονιστεί η δράση των αγωνιζόμενων κλάδων το αμέσως επόμενο διάστημα, με δεδομένο ότι η πρώτη προθεσμία που αφορά την απόφαση επιμερισμού των ποσοστών λήγει στις 30 Ιουνίου.
Η ευκαιρία αυτή πρέπει να αξιοποιηθεί από τις αντικαπιταλιστικές συνδικαλιστικές και αγωνιστικές δυνάμεις για την οικοδόμηση ενός ανεξάρτητου κέντρου αγώνα που θα συντονίζει και θα ενοποιεί τις επιμέρους διεκδικήσεις και θα σχεδιάζει κοινές δράσεις στη λογική της υπέρβασης του υποταγμένου συνδικαλισμού και της σύγκρουσης με τις κυβερνητικές πολιτικές και τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Ένα τέτοιο συνδικαλιστικό κίνημα θα μπορέσει να κερδίσει τη μάχη κατά της αξιολόγησης, να μπλοκάρει σε πρώτο χρόνο το σχεδιασμό της κυβέρνησης και της τρόικας και να περάσει στην αντεπίθεση, χτίζοντας κοινωνικά μέτωπα και διεκδικώντας και πετυχαίνοντας νίκες και σε άλλα πεδία.
ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΤΟΜΕΑΣ: Στην υπηρεσία των λαϊκών συμφερόντων
ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ Η ΜΑΧΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
Το ζήτημα της αξιολόγησης εγείρει αναπόφευκτα, ζητήματα βαθύτερης προσέγγισης του χαρακτήρα και του ρόλου του δημοσίου τομέα, ειδικά σε μια περίοδο όξυνσης της επίθεσης. Το νέο σύστημα αξιολόγησης έρχεται ουσιαστικά να επιβάλλει βαθιές αντιδραστικές τομές, οι οποίες εκτείνονται πολύ πιο πέρα από τα εργασιακά δικαιώματα. Αν στις προηγούμενες δεκαετίες του κλασικού δικομματισμού ο δημόσιος τομέας αποτελούσε την αιχμή του πολιτικού εγκλωβισμού κοινωνικών δυνάμεων, διαμέσου του ζητήματος της εργασίας, σήμερα αποτελεί αιχμή πολιτικής ομηρίας διαμέσου του ζητήματος της ανεργίας. Η αξιολόγηση έρχεται να εγκαθιδρύσει ένα πολύ πιο εκβιαστικό μοντέλο καθυπόταξης των εργαζομένων, με το ερώτημα της απόλυσης να βρίσκεται πάντα στο προσκήνιο, ενώ παράλληλα έρχεται να ευθυγραμμίσει τις κυβερνητικές αντιδραστικές πολιτικές επιλογές, με το προσωπικό που θα πρέπει να τις εφαρμόσει.
Η ουσία της αντιπαράθεσης με την αξιολόγηση βρίσκεται στον ίδιο τον χαρακτήρα που θέλει να αποδώσει στο δημόσιο τομέα η αστική πολιτική στη συγκεκριμένη φάση εξέλιξης της καπιταλιστικής κρίσης. Διαφωνούμε με την αξιολόγηση γιατί καταρχήν διαφωνούμε με τις αξίες και τα κριτήρια ενός πολιτικού και οικονομικού συστήματος που διάκειται εχθρικά απέναντι σε οτιδήποτε δημόσιο, κοινωνικό και συλλογικό, αποθεώνοντας παράλληλα οτιδήποτε αγοραίο, ανταγωνιστικό και ιδιωτικό.
Η γιγαντιαία επιχείρηση μεταβίβασης δημόσιου πλούτου στο ιδιωτικό κεφάλαιο μέσα από διάφορες μορφές (ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας μέσω του ΤΑΙΠΕΔ, ιδιωτικοποίηση στρατηγικών τομέων και δημοσίων επιχειρήσεων) απαιτεί και αντίστοιχες οργανωτικές δομές και εργαζομένους «συμβατούς» και «συνεργάσιμους». Πολύ περισσότερο απαιτεί την αποσάθρωση των όποιων συλλογικών δομών και αντιστάσεων, όχι μόνο στο επίπεδο της δυνατότητας τους να αποτελούν φραγμό στους όποιους σχεδιασμούς αλλά και στο ιδεολογικό πεδίο, με την αποθέωση του ατομικού δρόμου και του χωρίς τέλος ανταγωνισμού. Η έννοια του «συλλογικού» αποτελεί τη βάση ακόμα και γι αυτόν τον φθαρμένο γραφειοκρατικό συνδικαλισμό που επικρατεί σήμερα στο δημόσιο τομέα, πόσο μάλλον για τις πραγματικές συλλογικές προσπάθειες συγκρότησης ενός διαφορετικού αγωνιστικού προτάγματος.
Το τελικό ζήτημα που πρέπει να απαντηθεί, ειδικά από τις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, συνδέεται με το ευρύτερο ζήτημα της εξουσίας και του εργατικού ελέγχου. Σε ποιον πρέπει να ανήκει ο δημόσιος τομέας τελικά και ποιος θα θέτει τις προτεραιότητες και τα κριτήρια στη λειτουργία του.
Σίγουρα δεν πρέπει να ανήκει σε κανέναν από τους εκπροσώπους του αστικού πολιτικού συστήματος που, για δεκαετίες τώρα, αντιμετώπιζαν τη δημόσια σφαίρα παροχής υπηρεσιών ως μέσο ατομικού πλουτισμού, εξαγοράς συνειδήσεων, χειραγώγησης των μαζών, εδραίωσης μιας κουλτούρας κρατικού – κομματικού εναγκαλισμού του συνδικαλιστικού κινήματος και τελικά ως μέσο εμπέδωσης και διατήρησης της υλικής και ιδεολογικής κυριαρχίας τους στα εκμεταλλευόμενα κοινωνικά στρώματα.
Αντιθέτως, ο δημόσιος τομέας πρέπει να ανήκει σε όλους εμάς: στην πλατιά θιγόμενη κοινωνική πλειοψηφία, στους εργαζόμενους σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, στους άνεργους, στις πολυάριθμες κοινωνικές ομάδες που βιώνουν τις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης. Απαιτούμε να ανήκει σε μια κοινωνία που θέλει να σχεδιάσει τη ζωή της αλλιώς, ιεραρχώντας πάνω απ΄ όλα τις δικές της ανάγκες για υγεία, παιδεία, εργασία και κοινωνικές παροχές και η οποία θα θέσει και τα αντίστοιχα κριτήρια για την κάλυψη αυτών των αναγκών. Για την εξυπηρέτηση αυτής της κατεύθυνσης, στην πορεία της αντικαπιταλιστικής ανατροπής, οι εργαζόμενοι σε αυτόν θα λογοδοτούν και θα αξιολογούνται δημοκρατικά από τις συνελεύσεις των εργαζομένων και τον ευρύτερο εργατικό και λαϊκό έλεγχο, όχι στη λογική τήρησης της αστικής νομιμότητας, όπως μας νουθετούν συχνά οι εκπρόσωποι των κυρίαρχων τάξεων, αλλά σε σχέση με την ουσία και το περιεχόμενο των δημόσιων πολιτικών, στην προώθηση μιας ταξικής προσέγγισης, που απέναντι στη γενικόλογη έννοια του «δημοσίου συμφέροντος», θα αντιτάξει τα ειδικά ταξικά συμφέροντα της θιγόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας.
Εύη Πανδή, Γιώργος Κουμπούρας, Παναγιώτης Ψαθάς, εφημερίδα ΠΡΙΝ, 22/6/2014

Οι Άριστοι, οι άχρηστοι, η τράπεζα κι εμείς


 Χρήστος Επαμ. Κυργιάκης, αριστερό blog
Εδώ και τέσσερα χρόνια ζούμε, στο χώρο της εκπαίδευσης την εφαρμογή της λογικής της Αριστείας.
Πρώτη άνοιξε το δρόμο η κυρία Διαμαντοπούλου, εφαρμόζοντας κατά γράμμα οδηγίες του ΟΟΣΑ και άλλων διεθνών και «έγκυρων» διεθνών οργανισμών οι οποίες εκπονήθηκαν πριν από 3 δεκαετίες και περίμεναν στα υπουργικά συρτάρια την κατάλληλη στιγμή για την εφαρμογή τους.
Ο σκοπός, πλέον, όλων των σχολικών βαθμίδων είναι να ενισχύεται, να αναδεικνύεται και να επιβραβεύεται ο Άριστος μαθητής. Δηλαδή;
Αυτός που οι επιδόσεις του σε μία διαδικασία συνεχούς εξέτασης-αξιολόγησης, θα πιάσει το μέγιστο στη σχετική κλίμακα αξιολόγησης.
Εδώ ακριβώς συντελείται, κατά τη γνώμη μου, η ισοπέδωση της ουσίας της παιδαγωγικής πλευράς της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Υπάρχουν μαθητές που λόγω αντικειμενικών και υποκειμενικών συνθηκών καταβάλλουν πολλαπλάσια προσπάθεια σε σχέση με κάποιον που τελικά έχει «αριστεύσει» χωρίς ποτέ να καταφέρουν να προσεγγίσουν την Αριστεία.
Πολλοί μαθητές, με προβλήματα υγείας προκαλούν συγκίνηση σε εκπαιδευτικούς και συμμαθητές με τη δύναμη της θέλησης που επιδεικνύουν.
Πολλοί μαθητές, με προβλήματα κοινωνικά και οικονομικά προσπαθούν τα μέγιστα για να κατακτήσουν το μέσο όρο.
Πολλοί μαθητές, με ιδιαίτερα ταλέντα και δεξιότητες δεν θα καταφέρουν ποτέ ούτε να τα καλλιεργήσουν και ίσως ούτε καν να τα φανερώσουν μέσα σ’ αυτή την ατελείωτη εξεταστική ζούγκλα και το απάνθρωπο κυνήγι της αριστείας και της διάκρισης.
Το σημερινό σύστημα, τους μαθητές αυτούς δεν θα τους επιβραβεύσει ποτέ.
Ποτέ δεν θα ακούσουν το όνομά τους, αν και ίσως να μην το έχουν και τόσο ανάγκη, στη σχολική γιορτή της 28ης Οκτωβρίου, να κληθούν για να παραλάβουν κάποιο Βραβείο ή Αριστείο.
Να αναφέρω ένα πραγματικό παράδειγμα, το οποίο δεν αποτελεί εξαίρεση, ενός παιδιού της 3ης Δημοτικού, το οποίο, στα τεστ αξιολόγησης-αναζήτησης αρίστων του σχολείου του, κατά τη διάρκεια της χρονιάς έπαιρνε 60 με 70 στα 100, καταβάλλοντας φιλότιμες προσπάθειες.
Όταν η μητέρα του προσπάθησε να τον ενθαρρύνει επιβραβεύοντας την προσπάθειά του, το παιδί με αφοπλιστική πίστη και ειλικρίνεια απάντησε:
«Μαμά, δεν είμαι καλός! Τελείωσε!»
Όταν ένα εκπαιδευτικό σύστημα οδηγεί τους μαθητές στο να συμπεραίνουν ότι «δεν είναι καλοί», ότι δεν αξίζουν, ότι είναι άχρηστοι, όταν αποθαρρύνονται και χάνουν την αυτοεκτίμησή τους και την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, τότε αυτό που «τελείωσε» δεν είναι ο εκάστοτε μαθητής, δεν είναι το εκάστοτε παιδί αλλά το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα, οι εμπνευστές του και αυτοί που το εφαρμόζουν.
Εκπαιδευτικό σύστημα που δημιουργεί ανασφαλείς και δυστυχισμένους μαθητές είναι ακατάλληλο και επικίνδυνο για ολόκληρη την κοινωνία.
Καλούμαστε να υπηρετήσουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δεν αναγνωρίζει και δεν λαμβάνει υπόψη του τις αναπτυξιακές, κοινωνικές και οικονομικές διαφορές μεταξύ των μαθητών.
Αλήθεια, μόνο και μόνο λόγω της εφαρμογής της τράπεζας θεμάτων, πόσοι μαθητές της Α λυκείου θα περάσουν μαύρο καλοκαίρι, επειδή παραπέμπονται για το Σεπτέμβρη σε ένα ή περισσότερα μαθήματα; Το ποσοστό υπολογίζεται στο 30% με 40%.
Πόσες, αλήθεια, οικογένειες δεν θα στραγγίξουν οικονομικά ξοδεύοντας χρήματα για να βοηθήσουν με φροντιστήρια τα παιδιά αυτά;
Κάποιοι τρίβουν τα χέρια τους. Άλλωστε, είναι και της μόδας η φτηνή και ανασφάλιστη εργασία μεταμφιεσμένη σε μαθητεία και απόκτηση εργασιακής εμπειρίας.
Προσπάθησε, είναι αλήθεια, πολύ ο κύριος Λοβέρδος να αποποιηθεί των ευθυνών του και να εμφανιστεί ως «αντάρτης». Αντάρτης, βέβαια, εκ του ασφαλούς, δεν μπορείς να θεωρηθείς ποτέ.
Όμως, για πολύ λίγο. Του «τράβηξαν» τα αυτιά, έβαλε την ουρά κάτω από τα πολιτικά του σκέλια και δήλωσε υποταγή, πίστη και υπακοή στις εντολές της τρόικας. Δεν είναι η πρώτη φορά. Το έχει ξανακάνει με επιτυχία και δεν διστάζει να δηλώνει πως καμαρώνει γι’ αυτό.
Έχει επίσης το «θάρρος» να υποκρίνεται λέγοντας ότι δεν θέλει να αιφνιδιάσει γονείς και μαθητές, κάνοντας αλλαγές. Τότε γιατί έφυγε ένας υπουργός και ήρθε ένας νέος;;;
Ποιους όμως δεν θέλει να αιφνιδιάσει; Τους ήδη αιφνιδιασμένους;
Η εφαρμογή του Νέου Λυκείου από τον περασμένο Σεπτέμβρη, χωρίς καμία προετοιμασία, δεν ήταν αιφνιδιασμός;
Αν δεν το κατάλαβε ο νέος υπουργός, έχει ήδη αιφνιδιάσει τους πάντες με το να αποδέχεται μέχρι κεραίας όσα έκανε ο προκάτοχός του. Κάπως έτσι ξεκίνησε και για κείνον, η αρχή του τέλους της υπουργικής του θητείας. 

ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α.: Κάτω τα χέρια από την ΔΕΗ

Η ενέργεια είναι κοινωνικό αγαθό όχι εμπόρευμα στα χέρια των αρπακτικών

Η κυβέρνηση ΝΔ, ΠΑΣΟΚ- Ελιάς & Τραπεζιτών, παρά τη σκληρή εκλογική της καταδίκη, συνεχίζει με αμείωτη ένταση το πογκρόμ μέτρων ενάντια σε κάθε εργατικό, λαϊκό και δημοκρατικό δικαίωμα και κατάκτηση. Βιάστηκε να κλείσει τη Βουλή για να προχωρήσει απρόσκοπτα στο καταστροφικό της έργο.
Το νομοσχέδιο διάλυσης και ξεπουλήματος της ΔΕΗ αποτελεί ένα ακόμα έγκλημα της άθλιας συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Αποτελεί  ένα σημαντικότατο βήμα στην πορεία «απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας» δηλαδή τη διαχείριση και εκμετάλλευση αυτού του στρατηγικού για την κοινωνία και την οικονομία αγαθού από κερδοσκοπικά ιδιωτικά συμφέροντα. Είναι συνέχεια του σταδιακού ξεπουλήματος της ΔΕΗ μέσω του χρηματιστήριου και της παράδοσης του 17% στο ΤΑΙΠΕΔ.
Η πάλη για να μην περάσει το νομοσχέδιο για την «μικρή ΔΕΗ» αποτελεί κορυφαίο ζήτημα για τους εργαζόμενους το επόμενο διάστημα. ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλεί τους εργαζόμενους και το λαό να δώσουν όλες τους τις δυνάμεις για ένα απεργιακό κίνημα διαρκείας, πέρα από κάθε γραφειοκρατική υπονόμευση, με στόχο την ανατροπή του νομοσχεδίου, το άνοιγμα του δρόμου για την συνολική ανατροπή των αντεργατικών μέτρων της περιόδου, συνολικά του μαύρου μετώπου κεφαλαίου-ΕΕ-ΔΝΤ και της κυβέρνησης τους.
Ο αγώνας αυτός αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της μάχης για να αποτελεί η ενέργεια κοινωνικό αγαθό, όχι εμπόρευμα. Για ενέργεια φτηνή για τον λαό, προσβάσιμη σε όλους. Για να μην υπάρχει κανένα σπίτι χωρίς ρεύμα. Για παραγωγή με οικολογικά κριτήρια, όχι καταστροφική για το περιβάλλον. Για την εξασφάλιση της ενεργειακής αυτάρκειας και της ασφάλειας στον εφοδιασμό της χώρας.
Για να εξασφαλιστούν οι στόχοι αυτοί απαιτείται ένα πρόγραμμα που να περιλαμβάνει:
α) Επανεθνικοποίηση της ΔΕΗ και εθνικοποίηση συνολικά του τομέα παραγωγής ενέργειας . Έξω οι ιδιώτες παραγωγοί που φέσωσαν τους καταναλωτές και την ΔΕΗ και φυσικά λειτουργούν με αποκλειστικό κριτήριο τα κέρδη, σε βάρος των κοινωνικών αναγκών.
β) Η ΔΕΗ και συνολικά ο εθνικοποιημένος τομέας της ενέργειας πρέπει να λειτουργεί για τον λαό, όχι για τους ιδιώτες παραγωγούς, που ζουν από την εκμετάλλευση της ΔΕΗ, του υποτιθέμενου ανταγωνιστή τους. Μόνο την τετραετία 2010-2013 η ΔΕΗ προικοδότησε με 5 δις ευρώ (3.5% του ΑΕΠ) τους ιδιώτες παραγωγούς, την ίδια ώρα που αύξησε την τιμή του ρεύματος κατά 44%!!, για τα νοικοκυριά, τους μικρομεσαίους καταναλωτές κλπ. Για αυτό απαιτείται εργατικός και λαϊκός έλεγχος, λειτουργία για τα συμφέροντα των εργαζομένων, όχι για τους ιδιώτες επιχειρηματίες.
γ) Πάλη ενάντια στην «απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας» που επιβάλλει η ΕΕ, και αποτελεί το πλαίσιο για επιβολή όλων αυτών των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων. Καμιά εφαρμογή των οδηγιών της ΕΕ (ενδεικτικά, 92/1996, 54/2003, 72/2009). Και στην περίπτωση της ΔΕΗ αποδεικνύεται ακόμα μια φορά πως η πάλη για τα μικρά και μεγάλα προβλήματα μας φέρνει μπροστά στην αναγκαιότητα για απειθαρχία, ρήξη και αποδέσμευση από το μηχανισμό καπιταλιστικής ολοκλήρωσης και ιμπεριαλιστικής επιβολής, της ΕΕ.
δ) Κατάργηση του ΤΑΙΠΕΔ και όλων των μνημονιακών νόμων και δεσμεύσεων.
Για να ανατραπεί αυτή η πολιτική απαιτείται ξεδίπλωμα μεγάλου απεργιακού κινήματος στην ΔΕΗ, αλλά και συνολικότερα ενός πανεργατικού-παλλαϊκού αγώνα, ενός αγωνιστικού-μετώπου ρήξης-ανατροπής των μαχόμενων δυνάμεων της εργασίας και της Αριστεράς, με στόχο να μην περάσουν αντιδραστικά μέτρα και επιλογές.
Ο αγώνας αυτός πρέπει να είναι στα χέρια των ίδιων των εργατών, με τα πρωτοβάθμια σωματεία και τα συντονιστικά τους μπροστά. Με κάλεσμα του λαού σε συμπαράσταση και συμμετοχή. Αποφασιστικός, με στόχο την νίκη. Αποφάσεις όπως η χτεσινή απόφαση της ΑΔΕΔΥ, που μια ολόκληρη προσπάθεια σύγκρουσης και ανυπακοής με την αξιολόγηση και μια συσπείρωση 125 σωματείων την οδήγησε σε μια εκφυλιστική 24ωρη απεργία στις 7 Ιούλη με ψήφους από ΠΑΣΚΕ και ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, σε καμιά περίπτωση δεν στοχεύουν ή προοιωνίζουν αποφασιστικούς και νικηφόρους αγώνες.
Σε ένα τέτοιο μέτωπο θα δώσει όλες της τις δυνάμεις η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και όχι σε προτάσεις «δημοκρατικών, προοδευτικών, πατριωτικών μετώπων», που παραπέμπουν σε κοινοβουλευτική αναμονή από εκλογές σε εκλογές και επιμέρους αλλαγές στο μνημονιακό «κεκτημένο», μέσα στα πλαίσια των δρακόντιων περιορισμών της ΕΕ και του συστήματος, που θα οδηγήσουν μόνο σε ήττες και απογοητεύσεις.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ παλεύει για να αλλάξει η πολιτική και όχι απλά ο διαχειριστής. Για να ανοίξει ένας ριζικά διαφορετικός δρόμος στην ελληνική κοινωνία με κατάργηση των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων, με διαγραφή του χρέους, με ρήξη / αποδέσμευση από  ευρωζώνη και ΕΕ, σε σύγκρουση με τις δυνάμεις του κεφαλαίου, με τον πλούτο και την εξουσία στα χέρια των εργαζόμενων.

Σχόλιο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ πάνω στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για τη συγκρότηση ενός πλατιού δημοκρατικού προοδευτικού ριζοσπαστικού κινήματος ανατροπής

Η απόφαση της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ για την αποτίμηση της τριπλής εκλογικής μάχης και την  πορεία του το ερχόμενο χρονικό διάστημα είναι μακριά από τις ανάγκες του κινήματος και τις αγωνίες του αριστερού κόσμου, που θέλει  την ανατροπή της βαρβαρότητας των μνημονίων, του κεφαλαίου, της ΕΕ και της κυβέρνησης. Επικυρώνει,  βαθαίνει και δεν αναιρεί την πορεία ενσωμάτωσης στα πλαίσια της πολιτικής του κεφαλαίου και της ΕΕ όλου του τελευταίου διαστήματος. Το κάλεσμα για συμπόρευση προς την Αριστερά και την ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α. δεν μπορεί να συγκαλύψει ούτε να  εξισορροπήσει την κύρια επιδίωξη που είναι η αναζήτηση κυβερνητικών λύσεων με τη λεγόμενη «κεντροαριστερά» στα πλαίσια των όρων και των δεσμεύσεων ΕΕ – ΔΝΤ – Κεφαλαίου. Η πολιτική και κυβερνητική «πρόταση σωτηρίας» που διατυπώνεται  αποτελεί ένα άλλο «μίγμα διαχείρισης» και εκλογίκευσης του μνημονιακού καθεστώτος και όχι μια ανατροπή του.
Η άμεση ανακούφιση του λαού απαιτεί την πλήρη κατάργηση όλων των μνημονιακών νόμων και όχι αποδοχή των τετελεσμένων τους και επιλεκτικές επιμέρους τροποποιήσεις των πιο ακραίων εκδοχών τους, όπως φαίνεται από το περιεχόμενο της τοποθέτησης του ΣΥΡΙΖΑ. Ενδεικτικά αναφέρεται η επαναπρόσληψη των αντισυνταγματικά απολυμένων!!, που εγκαταλείπει στην ανεργία την μεγάλη πλειοψηφία των απολυμένων, η επαναφορά μόνο του κατώτερου μισθού του ιδιωτικού τομέα στα 751 ευρώ την ώρα που το σύνολο των αμοιβών έχει μειωθεί πάνω από 30%, η αποδοχή της κατάργησης του 13ου και 14ου μισθό και της αθλιότητας του «ενιαίου μισθολογίου στο δημόσιο, η πρόταση του εξευτελιστικού ποσού των 461 ευρώ σαν επίδομα ανεργίας και η έλλειψη αναφοράς στην παροχή σε όλους τους ανέργους, η άρνηση των στόχων για την επανεθνικοποίηση των ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων ή αυτών που θέλει η συγκυβέρνηση να ιδιωτικοποιήσει (πχ «μικρή ΔΕΗ»), την πλήρη κατάργηση του ΤΑΙΠΕΔ κλπ
Η προσαρμογή των στόχων που προτείνονται από τον ΣΥΡΙΖΑ, στα όρια επιμέρους αλλαγών του «μνημονιακού κεκτημένου», οφείλεται στην αποδοχή του πλαισίου, των στρατηγικών επιλογών των δυνάμεων του κεφαλαίου και της ΕΕ. Ένα πρόγραμμα που πρέπει να χωράει «μέσα» στους θεσπισμένους σιδερένιους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας της ΕΕ, των «ισοσκελισμένων προϋπολογισμών» και των «πρωτογενών πλεονασμάτων», που πρέπει να ενσωματώσει τις εξοντωτικές για τους λαούς «μεταρρυθμίσεις» που προωθούν οι Βρυξέλλες, που  σέβεται τους νόμους της «ανταγωνιστικότητας» του κεφαλαίου και επιζητεί «κοινωνικό συμβόλαιο μαζί του» (φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να προχωράει και σε συναλλαγές με τμήματά του), που αποδέχεται την νομιμότητα του τοκογλυφικού χρέους και περιορίζεται στην «επαναδιαπραγμάτευση» σε συμφωνία με τους δανειστές,  δεν μπορεί να είναι ένα  πρόγραμμα σωτηρίας του λαού, δεν μπορεί να γυρίσει το βέλος της απέραντης φτώχειας και εξαθλίωσης, της ανεργίας και του ξεπουλήματος, της κατάλυσης κάθε δημοκρατίας και λαϊκής κυριαρχίας,  δεν μπορεί να ανοίξει δρόμους ριζικής αλλαγής στην ελληνική κοινωνία. Είναι πίσω από τις ανάγκες της πλειοψηφίας των εργαζομένων, των χιλιάδων αγωνιστών που στρέφονται αριστερά (αναδεικνύοντας και τον ΣΥΡΙΖΑ σε πρώτη δύναμη στις πρόσφατες εκλογές), για να πάρουν πίσω όλα όσα τους στέρησαν οι μνημονιακές επιθέσεις, όχι για να διαχειριστούν την φτώχια τους.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ  θα  συνεχίσει να παλεύει μαζί με όλους αυτούς τους αγωνιστές, επιμένοντας στην ανατρεπτική κοινή δράση μέσα στο κίνημα και τους αγώνες, που συνεχίζονται και αμέσως μετά τις εκλογές με κορυφαίο παράδειγμα τον ηρωικό αγώνα των διαθεσίμων και απολυμένων (καθαρίστριες, σχολικοί φύλακες, καθηγητές) και απαιτούν την άμεση κλιμάκωση και τον συντονισμό τους για να ανατραπεί η θερινή θύελλα της άθλιας συγκυβέρνησης. Χωρίς κοινοβουλευτικές αναμονές για τον πρόεδρο της δημοκρατίας.
Παράλληλα επιμένει ότι η πραγματική διέξοδος για τον λαό απαιτεί μια ριζικά διαφορετική πορεία χωρίς μνημόνια και χρέος, έξω από ευρώ και ΕΕ, με εθνικοποίηση των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων με εργατικό έλεγχο. Χωρίς μια τέτοια αντικαπιταλιστική στρατηγική και πρόγραμμα, η διεκδίκηση της κυβερνητικής εξουσίας  κινείται στα πλαίσια  μιας λογικής διαχείρισης των συμφερόντων του κεφαλαίου και της ΕΕ,  η οποία είναι καταδικασμένη να οδηγήσει το εργατικό κίνημα στην ήττα.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ παλεύει σε αντίθετη κατεύθυνση από την πρόταση αυτή. Με τις δυνάμεις που έχει θα πάρει την ευθύνη που της αναλογεί στην πάλη για:
Την ανατροπή του μαύρου μετώπου κυβέρνησης-ΕΕ-κεφαλαίου με την δύναμη των εργατικών - λαϊκών αγώνων, με ένα εργατικό και λαικό μέτωπο ρήξης-ανατροπής, από θέσεις ενός προγράμματος υπεράσπισης των λαϊκών αναγκών και ανατροπής των βασικών πυλώνων της βάρβαρης αστικής πολιτικής. Για να περάσει ο πλούτος και η εξουσία στα χέρια των εργαζόμενων.
Καλεί σε συσπείρωση όλες τις αντικαπιταλιστικές, αντιιμπεριαλιστικές, αντιΕΕ δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας, με στόχο την οικοδόμηση ενός μετώπου-πόλου   ικανού να αλλάξει τον συσχετισμό να συμβάλλει στην ανατροπή της επίθεσης, να αποτρέψει τα σχέδια της σταθεροποίησης του πολιτικού συστήματος, να ανοίξει δρόμους κοινωνικής απελευθέρωσης και σοσιαλιστικής προοπτικής. Γιατί μόνο με μια τέτοια κατεύθυνση η Αριστερά δεν θα διαψεύσει, αλλά θα δικαιώσει  την ελπίδα του κόσμου.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *