29 Ιουλίου 2015

Μια άλλη Αριστερά είναι πιο αναγκαία και δυνατή από ποτέ

του Αντώνη Δραγανίγου/ Πηγή: Πριν

H κοινωνική και πολιτική αστάθεια συνεχίζεται και θα συνεχίζεται για καιρό. Δεν υπάρχει κανένας σοβαρός άνθρωπος που να υποστηρίζει ότι «το πρόγραμμα βγαίνει». Ότι μπορεί να οδηγήσει στην πολυπόθητη σταθεροποίηση και ένα νέο γύρο «καπιταλιστικής ανάπτυξης». Με την κοινωνική πλειοψηφία συντετριμμένη, με το χρέος να εκτοξεύεται ίσως και πάνω από το 200% του ΑΕΠ και με το καθεστώς της επιτροπείας να είναι χειρότερο από πριν (τώρα στους «θεσμούς» προστέθηκε και ο ESM), δεν υπάρχει καμία απολύτως δυνατότητα στοιχειώδους ανακούφισης των λαϊκών στρωμάτων.

Ακόμα πιο σημαντικά από τα οικονομικά στοιχεία, είναι η πολιτική υπηρεσία που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προσφέρει στην άρχουσα τάξη, ενισχύοντας το επιχείρημα ότι «τα πράγματα δεν αλλάζουν», η νίκη του «μονόδρομου».

Και όμως, σήμερα σε πλατιά στρώματα η ελπίδα ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν δεν έχει υποχωρήσει και αντίθετα «ωριμάζει» αναζητώντας νέους δρόμους να εκφραστεί. Αν κάτι σφραγίζει το πολιτικό σκηνικό είναι η πρωτοφανής, ιστορική δυσαρμονία ανάμεσα στην τεράστια λαϊκή πλειοψηφία του «Όχι» με όλη της την πολυμορφία και το πολιτικό σύστημα της μνημονιακής συναίνεσης. Τα συμπεράσματα που κατασταλάζουν μέσα στη μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία, ειδικά στο μαχόμενο κομμάτι της, προχωράνε τη συνείδηση χιλιόμετρα μπροστά.

Δύο είναι τα βασικά ζητήματα που αναδείχτηκαν με τεράστια δύναμη. Πρώτον ο εχθρικός ρόλος της ευρωζώνης και της ΕΕ. Το συμπέρασμα ότι μέσα στα πλαίσιά τους δεν μπορεί να γίνει καμία αλλαγή σε όφελος των εργαζόμενων. Και δεύτερο η πλήρης συστράτευση του συνόλου της αστικής τάξης (βιομήχανοι, τραπεζίτες, καναλάρχες) που είδαν στο «Ναι» την επικράτηση των άμεσων και ευρύτερων, στρατηγικών τους συμφερόντων.

Αν κάτι αποκαλύφθηκε τελικά με τον πιο καθαρό τρόπο είναι η βαθιά ταξικότητα και η θεμελιώδης «υλική» ενότητα του πολιτικού μηχανισμού της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης της ΕΕ, του κράτους και των δυνάμεων του κεφαλαίου. Μια καλή εισαγωγή στο αλφάβητο του μαρξισμού με πρωτοβουλία του αντίπαλου.

Κάθε λοιπόν απάντηση μέσα στη συγκυρία πρέπει να ξεκινάει ακριβώς από αυτές τις βασικές διαπιστώσεις. Σήμερα χρειάζεται η μέγιστη δυνατή συσπείρωση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, η μεγαλύτερη δυνατή εργατική και λαϊκή ενότητα για να οργανώσει άμεσα την ρήξη με το «ενιαίο μέτωπο» του αντίπαλου, την αστική τάξη, το κράτος της και την ΕΕ, να υπερασπιστεί την επιβίωση του λαού και να ανοίξει δρόμους προς την κοινωνική απελευθέρωση και την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας. Σε αυτή την βάση η έξοδος από την ευρωζώνη και την ΕΕ και ο ταξικός – αντικαπιταλιστικός προσανατολισμός της αναμέτρησης με το μεγάλο κεφάλαιο, τους τραπεζικούς και επιχειρηματικούς ομίλους για να χάσει πλούτο και εξουσία το κεφάλαιο, αποτελούν σημεία αφετηρίας βγαλμένα πλέον μέσα από την μαζική εμπειρία των εργαζόμενων.

Πολιτικές προτάσεις που αναζητούν απαντήσεις στην «έξοδο από την ευρωζώνη», αλλά «εντός της ΕΕ», σε μια συντεταγμένη πορεία ενός νέου «κοινωνικού συμβολαίου» με τις δυνάμεις του κεφαλαίου, δηλαδή τελικά μια πολιτική πρόταση μιας νέας καπιταλιστικής ανάπτυξης με φιλολαϊκό πρόσημο παραγνωρίζουν ότι: Πρώτον η ΕΕ -και όχι απλά η ευρωζώνη- αποτελεί «υλοποιημένο νεοφιλελευθερισμό». Όλες οι συνθήκες της επιτροπείας, των ιδιωτικοποιήσεων, της λιτότητας και της παραγωγικής αποδιάρθρωσης (πχ ΚΑΠ κα) πηγάζουν από την συμμετοχή στην ΕΕ. Δεύτερο, πολιτικά αποτελούν ένα και τον αυτό μηχανισμό, πράγμα που αν μη τι άλλο φάνηκε την αποφράδα εκείνη Κυριακή της 12ης Ιουλίου όταν κορυφώθηκε η «απειλή» του Grexit στην διπλή σύνοδο των ηγετών ευρωζώνης και ΕΕ. Τρίτο: σήμερα υπάρχουν προτάσεις κύκλων του ιμπεριαλισμού για έξοδο από την ευρωζώνη, έτσι ώστε η προβολή της εξόδου πρέπει να συνδέεται πιο στενά με το σύνολο του αντικαπιταλιστικού προγράμματος. Τέταρτο, η αστική τάξη δεν πρόκειται να παραδώσει τίποτα από τα αδιανόητα προνόμιά της και την εξουσία της χωρίς να δώσει λυσσασμένη μάχη όπως ακριβώς έκανε και με το δημοψήφισμα. Δεν χρειαζόμαστε λοιπόν νέες αυταπάτες. Αρκετά πληρώσαμε και πληρώνουμε αυτές που υπήρχαν και οδήγησαν τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνησης με την απίθανη πολιτική «ούτε ρήξη-ούτε υποταγή».

Αν φύγουμε από τον «αφρό» των εξελίξεων, μέσα στον λαό και τις πιο ανήσυχες δυνάμεις του κινήματος και της αριστεράς εκτυλίσσονται πολύ ελπιδοφόρες διαδικασίες. Οι «λαϊκές συνελεύσεις του Όχι» στις γειτονιές, στις οποίες έχουν συμμετάσχει χιλιάδες αγωνιστές σε όλη την Ελλάδα και η μεγάλη ανταπόκριση της κοινωνικοπολιτικής πρωτοβουλίας για το «Όχι μέχρι το τέλος» αποτελούν ένα παράδειγμα συσπείρωσης ενός πολύ σημαντικού εύρους δυνάμεων, πάνω στο αναγκαίο πρόγραμμα. Μπορεί να ενισχύσει ουσιαστικά την πάλη για να μην περάσει το νέο μνημόνιο, συνολικά την πάλη ενάντια στο μαύρο μέτωπο κεφαλαίου-ΕΕ-ΔΝΤ. Σηματοδοτούν την ανάπτυξη ενός βαθύτερου, πολύμορφου λαϊκού ριζοσπαστισμού, με τον οποίο η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και οι άλλες δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αντιιμπεριαλιστικής αριστεράς πρέπει να επικοινωνήσουν και να ενισχύσουν. Θα ήταν ασυγχώρητος σεχταρισμός απέναντι στην έκρηξη των αναζητήσεων και των προβληματισμών ενός ολόκληρου κόσμου να μην αναζητούσαμε μορφές διαλόγου και κοινής δράσης μαζί του.

Σήμερα δημιουργείται μια πολύ σημαντική «ζώνη» μέσα στον λαό, σε κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις και ρεύματα στους εργαζόμενους και την νεολαία, που αναζητούν και υιοθετούν στον ένα ή τον άλλο βαθμό βασικές πλευρές του αντικαπιταλιστικού προγράμματος. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει συμβάλλει αποφασιστικά σε αυτό. Αν μιλάμε για μια πορεία προς τον πόλο της αντικαπιταλιστικής , αντιιμπεριαλιστικής αριστεράς, για μια ανώτερη συνάντηση των σημερινών δυνάμεων με τον λαϊκό ριζοσπαστισμό του «όχι μέχρι το τέλος», με τις δυνάμεις που γεννιούνται από την δίδυμη ιστορική ανεπάρκεια της αριστεράς (υποταγή του ΣΥΡΙΖΑ, αδιέξοδη γραμμή του ΚΚΕ) τότε αυτή είναι η πιο γόνιμη περίοδος

22 Ιουλίου 2015

ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α. ΤΡΙΚΑΛΩΝ: Εκδήλωση - συζήτηση με θέμα: "ΡΗΞΗ ΤΩΡΑ" Παρασκευή 24/7

Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προχωρά πραξικοπηματικά, πετώντας στα σκουπίδια το περήφανο ΟΧΙ της κοινωνικής πλειοψηφίας, με τη στήριξη ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-Ποτάμι στην ψήφιση και στην υλοποίηση νέων αντιλαϊκών μέτρων που υπαγορεύονται από την επαίσχυντη συμφωνία με τους "θεσμούς" ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ που οδήγησε στο κατάπτυστο τρίτο και πιο βάρβαρο μνημόνιο!

Στη Βουλή ψηφίζουν μέτρα-λαιμητόμους εναντίον εργατών και αγροτών, τα ΜΜΕ των εφοπλιστών εξυμνούν τον νέο Εθνάρχη και καθυβρίζουν όσους τολμούν και διαφωνούν, τα ΜΑΤ εξαπολύουν επιθέσεις στους διαδηλωτές και τα Δικαστήρια πιάνουν δουλειά εναντίον των αγωνιστών.

Πλέον ακούμε και από "αριστερά" χείλη για τον μονόδρομο που πρέπει υπομονετικά και βασανιστικά να βαδίσουμε και να κουνάνε επιδεικτικά το δάκτυλο σε όσους έχουν αμφισβητούν τον δρόμο της υποταγής που η κυβέρνηση επέλεξε.

Είναι κυβέρνηση διαιώνισης του μόνιμου πλέον εκβιασμού «μνημόνιο ή χάος», της οριστικής και αμετάκλητης χρεοκοπίας του λαού για να διασωθούν οι τράπεζες και να πλουτίσουν περισσότερο οι δανειστές. Όχι απλώς δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για τη δήθεν «κυβέρνηση αριστεράς», δεν υπάρχει και κανένα χρονικό περιθώριο.

Η ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α. καλεί τον κόσμο της εργασίας και της αγροτιάς, τη νεολαία και τους αγωνιστές των κινημάτων, να συζητήσουμε και να συμβάλλουμε στη δημιουργία ενός μετώπου αμφισβήτησης του ευρωμονόδρομου της υποταγής, αντίστασης στην επιβολή των νέων μνημονίων, υπεράσπισης του ΟΧΙ του λαού μέχρι να νικήσουμε και να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας και να ανατρέψουμε κάθε κυβερνητικό διαχειριστή αυτής της βάρβαρης πολιτικής.

ΟΧΙ ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΝΙΚΗΣΟΥΜΕ!
Υπάρχει άλλος δρόμος χωρίς μνημόνια, Ε.Ε., ευρώ.
ΡΗΞΗ ΤΩΡΑ!

Ομιλητές:
Γιώργος Κρεασίδης, εκπαιδευτικός, στέλεχος ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α.
Στάθης Ντούρος, γεωπόνος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσσαλίας με την Αριστερή Παρέμβαση στη Θεσσαλία- Ανταρσία για την Ανατροπή. 
Πλατεία Ρήγα Φεραίου, Παρασκευή 24 Ιουλίου, 8:30 μ.μ.
ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α. ΤΡΙΚΑΛΩΝ

20 Ιουλίου 2015

ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α.: Ανακοίνωση για τα μέτρα σε βάρος των αγροτών

ΔΟΛΟΦΟΝΙΚΟ ΤΟ 3ο ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΓΙΑ 600.000 ΑΓΡΟΤΕΣ – ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΟΥΣ
ΑΝΑΓΚΑΙΟΣ ΟΡΟΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ Ε.Ε. 


1. Αυξάνεται ο φορολογικός συντελεστής από 13% στο 26% και μετά στο 29%!
2. Αυξάνεται η προκαταβολή φόρου από 55% στο 75% και μετά στο 100%!
3. Καταργείται η πρόσφατα ψηφισμένη από τη Βουλή απαλλαγή από φόρο των αγροτικών επιδοτήσεων - αποζημιώσεων έως 12.000 ευρώ.
4. Καταργείται η επιστροφή φόρου (επιδότηση) στο αγροτικό πετρέλαιο
5. Αυξάνεται ο Φ.Π.Α. στο 23% για όλα τα καλλιεργητικά μέσα, εφόδια και υπηρεσίες
6. Τριπλασιάζονται οι εισφορές στον Ο.Γ.Α. για αγρότη - αγρότισσα - αγροτόπαιδο (η κατώτατη κλάση από 62 ευρώ το μήνα σε 180 ευρώ το μήνα). Θα πληρώνουν έως τα 67 υπέρογκα χαράτσια για να πάρουν την εξευτελιστική αγροτική σύνταξη.
7. Ο φτωχομεσαίος αγρότης - κτηνοτρόφος χτυπιέται επιπλέον και ως καταναλωτής από την αύξηση στον Φ.Π.Α., από τη μονιμοποίηση του ΕΝΦΙΑ και από το σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων. 

Τα μέτρα αυτά εκτός από το ξεκλήρισμα των φτωχομεσαίων παραγωγών , θα προκαλέσουν νέες απολύσεις και απλήρωτη εργασία στις επιχειρήσεις του αγροτικού τομέα, θα συμπιέσουν βάναυσα όλους τους επαγγελματίες του κλάδου, θα καταστρέψουν ένα μέρος της εγχώριας παραγωγής ειδικά αυτό που μπορεί να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες του λαού, ενώ ταυτόχρονα μέσω των μέτρων αναπροσαρμόζεται ριζικά η υπόλοιπη παραγωγή με κριτήριο τις ανάγκες της καπιταλιστικής ανάπτυξης, για να βγουν οι καπιταλιστές από τη κρίση σε βάρος των εργατικών και λαϊκών αναγκών. 

Η ανατροπή του 3ου Μνημονίου της συμμορίας του ευρώ και του «μένουμε Ευρώπη» ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ - ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - Ποταμιού απαιτεί ένα αγωνιστικό παλλαϊκό ΟΧΙ με βαθύ αντικυβερνητικό - αντιΕΕ, αντικαπιταλιστικό και αντιϊμπεριαλιστικό περιεχόμενο. Προϋποθέτει την κοινή δράση της μαχόμενης Αριστεράς μέσα στο λαϊκό κίνημα.

Από αυτή τη σκοπιά η ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α στηρίζει τη πάλη της φτωχομεσαίας αγροτιάς: 
1) για την ικανοποίηση των άμεσων αναγκών επιβίωσης για να υπάρχουν όροι παραμονής στην ύπαιθρο όπως : άμεση απόσυρση της φορολεηλασίας και των συντάξεων δίψας, κατάργηση των χαρατσιών , κατώτερες εγγυημένες τιμές, ουσιαστική μείωση του κόστους παραγωγής, έργα υποδομής, δωρεάν επιστημονική επιμόρφωση, πλήρη δημόσια ασφάλιση της παραγωγής, απαλλοτρίωση της μεγάλης αγροτικής ιδιοκτησίας, άμεση αποζημίωση των καταστροφών και ισοτιμία δικαιωμάτων όλων των εργαζόμενων της υπαίθρου ανεξάρτητα από χρώμα, έθνος και θρησκεία.
2) για τη δημιουργία των δημοκρατικών πρωτοβάθμιων παραγωγικών συνεταιρισμών της με εργατικό έλεγχο και διεκδίκηση κρατικής ενίσχυσης σε σύγκρουση με την κυρίαρχη πολιτική.
3) για τη δημιουργία ενιαίου δημόσιου φορέα τροφίμων σε συνεργασία με τους παραγωγικούς συνεταιρισμούς που θα συμβάλλει στην ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού με κεντρικό σχεδιασμό και με κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες
4) για την εθνικοποίηση-κρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση των τραπεζών και των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας του αγροτοδιατροφικού τομέα. 

Τα αιτήματα αυτά μπορούν να ικανοποιηθούν στη πάλη για την ανατροπή των μνημονίων και των κυβερνήσεων που τα εφαρμόζουν, τη διαγραφή του χρέους, την έξοδο από το ευρώ και την αποδέσμευση της χώρας από τη Ε.Ε, με δημοκρατικό επανακαθορισμό των διεθνών μας σχέσεων. Με τον οργανωμένο λαό που θα του ανήκει η χώρα του, μακριά από τη μπότα των δανειστών, που θα αμφισβητεί έμπρακτα την εξουσία την ιδιοκτησία και τα πλούτη της αστικής τάξης, για να ανοίξει ο δρόμος για μια κοινωνία στα χέρια των παραγωγών του πλούτου. 

Η φτωχομεσαία αγροτιά πρέπει να ξεσηκωθεί και να αποτελέσει τον πυροκροτητή για ενωτικούς νικηφόρους αγώνες ενάντια στην συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και τα συνεταιράκια της (ΝΔ,ΠΑΣΟΚ,ΠΟΤΑΜΙ), την ευρωπαϊκή επιτροπεία, τα μνημόνια και τις δανειακές τους συμβάσεις, επιβάλλοντας ένα άλλο μέλλον για τη θιγόμενη πλειοψηφία. Σε αυτή την κατεύθυνση η ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α θα πάρει πρωτοβουλίες και θα στηρίξει ένα νέο νικηφόρο γύρο αντιπαράθεσης συμβάλλοντας σε ένα μέτωπο φτωχομεσαίας αγροτιάς-εργαζομένων-ανέργων, γιατί μόνο ο οργανωμένος και ξεσηκωμένος λαός με τα δικά του όργανα επιβολής της λαϊκής θέλησης μπορούν να επιβάλλουν έναν άλλο δρόμο  χωρίς την Ε.Ε, το χρέος, το ευρώ και τα μνημόνια.

ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α
ΑΝΤικαπιταλιστική ΑΡιστερή ΣΥνεργασία για την Ανατροπή

Όταν πας να διορθώσεις την ΕΕ επιστρέφεις με ένα ...μνημόνιο

του Αντώνη Δραγανίγου/ Πηγή ΝΑΡ για την ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ
Κάποια στιγμή ήρθε η ώρα της επιλογής. Οι παρατάσεις τελειώσανε, οι τακτικές στερέψανε και οι δυο ψυχές στάθηκαν στα ίσα η μία απέναντι στην άλλη. Οι ελπίδες του λαού ή η παραμονή στην ευρωζώνη; Η επιλογή της ηγεσίας ήταν αναπόφευκτη. Γιατί τις κρίσιμες στιγμές, στις στιγμές που όλα παίζονται και τα διλήμματα γίνονται ζωής και θανάτου, αυτό που μετράει είναι αυτό που τελικά θέλει κανείς. Η βαθύτερη επιδίωξη σου. Η στρατηγική.

Μακριά από έτοιμα συμπεράσματα και από την εχθρική κουλτούρα της «δικαίωσης» αξίζει να προσπαθήσουμε να κάνουμε την συλλογική εμπειρία του μαχόμενου κόσμου, τον θυμό του, την απογοήτευση του, βαθύτερη συνείδηση και προετοιμασία για τις νέες συγκρούσεις που δεν θα αργήσουν, και θα δώσουν μια νέα και ίσως πιο οριστική μορφή στην έκβαση του ελληνικού δράματος.

Πολλές φορές, στην διάρκεια της διαπραγμάτευσης, λαϊκός κόσμος, εργάτες και υπάλληλοι αναρωτιόνταν. «Μα τι κάνουν; Γιατί περνάει έτσι ο καιρός; Ξέρει σίγουρα που το πάει;». Το ένστικτο τούς οδηγούσε να βλέπουν πιο καθαρά από πολλούς την καταστροφή που ερχόταν.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αποδεχτεί το «δυτικό πλαίσιο». Προπαγάνδιζε ότι ανήκει σε αυτό. Έπειθε –και πειθόταν- ότι η έξοδος από την ευρωζώνη είναι καταστροφική. Και παράλληλα ότι θα έλυνε την ανθρωπιστική κρίση με τα..λεφτά του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας! Το στρατηγικό όριο που καθόρισε τις επιλογές του ήταν πρώτα από όλα η «ευρωπαϊκή προοπτική».

Αποδείχτηκε ότι η ευρωζώνη και η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αλλάζουν από «μέσα» με «διαπραγματεύσεις» και «διάλογο»! Υψώνονται σαν τερατώδεις, βαθιά αντιδραστικούς θεσμούς πάνω στο έδαφος της καπιταλιστικής διεθνοποίησης, της κυριαρχίας των πολυεθνικών και του διεθνοποιημένου χρηματιστικού κεφαλαίου. Χτίζονται από αυτούς κατ’ εικόνα και κατ’ ομοίωσή τους για να επιβάλλουν τη φρικιαστική τους εξουσία. Όταν το ΔΣ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αποτελείται από τους «κεντρικούς τραπεζίτες», όταν «καταστατικά» από την ίδρυσή της έχει θωρακιστεί η «ανεξαρτησία της» απέναντι στους λαούς και τον όποιο δημοκρατικό έλεγχο τι ακριβώς πολιτική θα ακολουθεί; Η «Ευρώπη» και μαζί της και η «Ευρώπη των λαών», η αυταπάτη ότι οι «ευρωπαϊκοί θεσμοί» είναι ή μπορεί να μεταρρυθμιστούν σε φιλολαϊκή κατεύθυνση «από τα μέσα» ξεψύχησε στα μακριά βράδυα των Βρυξελλών. Η ρήξη και η έξοδος έγινε σύνθημα και κουβέντα στο καφενείο, εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, που όταν έβλεπαν την ξεκάθαρη βίαιη προσπάθεια «ταπείνωσης» του ΟΧΙ έλεγαν: «Τι καθόμαστε εκεί. Γιατί δεν σηκωνόμαστε να φύγουμε». Ο κόσμος προσέγγισε μαζικά και έκφρασε στην δική του γλώσσα την ανάγκη ρήξης και εξόδου από αυτό το τέρας. Και ήξεραν τις συνέπειες! Αποδείχτηκαν άλλωστε περισσότερο ώριμοι από ότι φανταζόμασταν!

Παράλληλα οι δυνάμεις του κεφαλαίου δεν «συμμερίστηκαν» στην μάχη του δημοψηφίσματος, την «αναπτυξιακή», «αντι-υφεσιακή» πρόταση της κυβέρνησης, που ξεκάθαρα σε αυτούς απευθυνόταν, υποσχόμενη «δημοσιονομικές ανάσες» και «επενδύσεις». Έδωσαν τον «νυν υπέρ πάντων αγώνα», για την νίκη του ΝΑΙ. Και αυτό γιατί για τις δυνάμεις του κεφαλαίου η ΕΕ είναι εκείνος ο πολιτικός μηχανισμός που εξασφαλίζει την οικονομική και πολιτική τους εξουσία, και παρά την υπαρκτή διαμάχη των μεταξύ τους συμφερόντων, «ζουν» από την εκτίναξη της εκμετάλλευσης που επιβάλλεται από την τρόικα. Έχουν πλήρη συνείδηση των ταξικών τους συμφερόντων, όπως μας το (ξανα)θύμισε ο Β. Μειμαράκης με την εμβληματική του ρήση «αν δεν έχουμε συμφωνία μέχρι την Τετάρτη, η αστική τάξη θα πάρει μέτρα»! Θα έπρεπε αλήθεια να τον ευχαριστήσουμε για αυτή την διατύπωση που δείχνει και στον πιο δύσπιστο ότι στον πυρήνα της αντιπαράθεσης είναι ακριβώς η πάλη των τάξεων. Ο αγώνας για να χάσει πλούτο και εξουσία το κεφάλαιο και τελικά να καταργηθεί βρίσκεται την καρδιά του πολιτικού αγώνα για τη δημοκρατία, την ανεξαρτησία από τις αποφάσεις και τους θεσμούς του κεφαλαίου, για την ίδια τη επιβίωση της εργατικής τάξης και του λαού. Δεν τα «ακολουθεί» σε μια μηχανιστική ακολουθία (πρώτα επιβίωση, μετά ρήξη, πρώτα «τα άμεσα» τα άλλα για μετά) αλλά τα καθορίζει.

Οι πολιτικοί αγώνες και τα προγράμματα πάνω στα οποία διεξάγονται είναι προγράμματα ρήξης με τις δυνάμεις του κεφαλαίου και του κράτους του, των καπιταλιστικών ολοκληρώσεων και των θεσμών τους. Δεν μπορεί παρά να σπάνε τα πλαίσια και τα όριά τους. Δεν μπορεί παρά να ξεπερνάνε τις λογικές του «κοινού καλού των κοινωνικών εταίρων», της ειρηνικής μεταρρύθμισης των θεσμών, με βάση ένα κοινοβουλευτικό κατά βάση «συσχετισμό δύναμης». Πρέπει να οδηγούν στην κάθε φορά επόμενη ανώτερη φάση της αναμέτρησης έως το «ποιος-ποιον». Με την επαναστατική στρατηγική στο «τιμόνι».

Σήμερα μέσα στον λαϊκό κόσμο και τον μαχόμενο κόσμο της Αριστεράς έχει ανοίξει μια τεράστια συζήτηση. Όλοι αναρωτιούνται το «πως φτάσαμε μέχρις εδώ». Εξηγήσεις από «λάθη τακτικής» μέχρις θεωρίες συνωμοσίας (ήταν όλα από την αρχή σχεδιασμένα) θα ξεπηδήσουν. Αν όμως θέλει κανείς να «σκαλίσει τον πάτο του βαρελιού» τότε θα δει την κρίση και την αποτυχία αντιλήψεων που ηγεμόνευσαν στην αριστερά και σφραγίστηκαν από το δίπτυχο «φιλολαϊκή διαχείριση του καπιταλισμού και του κράτους του», «αποδοχή και μεταρρύθμιση των ιμπεριαλιστικών θεσμών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ».

Έχει μεγάλη σημασία μέσα σε αυτή την δίνη να ξεπηδήσει ένα ισχυρό κομμάτι, πιο κοντά στις αντικαπιταλιστικές επαναστατικές απόψεις. Το πιο λαϊκό / εργατικό και ριζοσπαστικό τμήμα του ΟΧΙ να μπολιαστεί με τη θεωρία και την πολιτική του αντικαπιταλιστικού και επαναστατικού αγώνα. Μια τέτοια αριστερά και μια τέτοια μαζική πρωτοπορία χρειάζεται η εποχή μας. Το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχουν να παίξουν εδώ σημαντικό ρόλο.

Φυσικά, τα συμπεράσματα δεν κατασταλάζουν μόνο με πολιτικές και θεωρητικές συζητήσεις, αν και σήμερα ο πλατύς αυτός διάλογος είναι πιο απαραίτητος από ποτέ. Σήμερα πρέπει να οργανωθεί ένα πλατύ δίχτυ μορφών και πρωτοβουλιών κυρίως από «κάτω», αλλά και από «πάνω», λαϊκής δράσης, συνύπαρξης όλου του κόσμου του «ΟΧΙ ΤΗΣ ΡΗΞΗΣ». Του κόσμου που λέει όχι στα νέα και παλιά μνημόνια, που κατανοεί την ανάγκη της σύγκρουσης με την ευρωζώνη και την ΕΕ. Τέτοιες μορφές του αγωνιστικού μετώπου ρήξης ανατροπής, που «συλλαμβάνουν» την δυνατότητα της στιγμής και απευθύνονται πλατιά στον κόσμο, μπορεί να έχουν, και ήδη έχουν, σημαντική ανταπόκριση.

Όλη αυτή η κίνηση, μαζί με την διαρκή μάχη στο κίνημα ενάντια στα παλιά και νέα μνημόνια και τις κυβερνήσεις που τα προωθούν, θα αποτελούν τα πραγματικά «ζωντανά εργαστήρια», για την μετωπική αριστερά που απαιτεί η εποχή μας. Μέσα σε μια βδομάδα της φωτιάς οι δύο βασικές δυνάμεις της αριστεράς βρέθηκαν, πίσω, έξω και ενάντια στις λαϊκές διαθέσεις. Πολλές χιλιάδες αγωνιστές, από αυτούς που κρύβοντας προσεκτικά την απογοήτευσή τους έριχναν στην κάλπη το ΟΧΙ του λαού, σπάζοντας το άκυρο της ηγεσίας του ΚΚΕ, αλλά και εκείνους που καταστάλαξαν με δραματικό τρόπο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να μεταλλαχτεί σε κύριο μνημονιακό πυλώνα του κεφαλαίου, αναζητούν εναγώνια την Αριστερά, που θα σηκώσει τον γάντι και θα σταθεί στα ίσα απέναντι στον αντίπαλο..

Τώρα δεν είναι η στιγμή να έχει κανείς τα μάτια στραμμένα «μέσα», στον κομματικό μηχανισμό, στην διαχείριση δρόμων χωρίς επιστροφή. Σήμερα είναι ώρα για θαρραλέες πρωτοβουλίες συνάντησης του υπαρκτού αντικαπιταλιστικού, αντιιμπεριαλιστικού, αντιΕΕ δυναμικού με τα πιο πλατιά ρεύματα που εμπνεύστηκαν από το «όχι της ρήξης». Για μια μετωπική αριστερά αντικαπιταλιστική και για αυτό βαθύτερα αντιιμπεριαλιστική και δημοκρατική. Κάθε δύναμη μικρή ή μεγάλη, κάθε αγωνιστής ή ρεύμα που καταλαβαίνει αυτή την ανάγκη έχει την δική του ευθύνη.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ με το σύνολο των πρωτοβουλιών της (συμβολή σε λαϊκές συνελεύσεις του ΟΧΙ τη ρήξης, συμμετοχή σε κοινωνικοπολιτική πρωτοβουλία συνδικαλιστών / διανοούμενων/ αγωνιστών, πολιτική πρωτοβουλία των οργανώσεων της άλλης αριστεράς) αναλαμβάνει, με ενότητα και σχέδιο τις δικές της. Όπως έκανε και με τη δράση της στο δημοψήφισμα. Για την οποία είμαστε περήφανοι.

Αντώνης Δραγανίγος, μέλος της ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της Π.Ε. του ΝΑΡ

Ιουλιανά 1965, Ιουλιανά 2015: Σημείο Καμπής στην Ιστορία

του Αλέκου Αναγνωστάκη/ Πηγή: ΝΑΡ για την ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

Ιουλιανά 1965: κλειδί για την ερμηνεία της μετεμφυλιακής πολιτικής Ιστορίας
Τα «Ιουλιανά» του 1965 είναι κλειδί για τη γνώση και ερμηνεία της ελληνικής μετεμφυλιακής πολιτικής ιστορίας και όχι απλά ένα μικρό επεισόδιό της, καθώς πυροδότησαν και επηρέασαν τις πολιτικές τάσεις και εξελίξεις τόσο άμεσα, όσο και μακροπρόθεσμα.

Είναι η μεγαλύτερη κοινωνική έκρηξη της ελληνικής κοινωνίας, πριν την επιβολή της χούντας και μετά τη διπλή επανάσταση του ΕΑΜ και του Δημοκρατικού Στρατού το 1942-1949.

Είναι το σημείο κορύφωσης των ανερχόμενων κοινωνικών αγώνων που βγήκαν ξανά στο προσκήνιο από την αυγή της δεκαετίας του '60, μετά την ήττα και οργανωμένη οπισθοχώρηση του αντάρτικου και την αναμενόμενη προσωρινή οπισθοχώρηση του εργατικού κινήματος. Είναι, θάλεγε κανείς, το χρωστούμενο αυτής της ηττημένης διπλής εργατολαϊκής επανάστασης και των αντιθέσεων που συσσωρεύτηκαν εντωμεταξύ και οξύνθηκαν στον ελληνικό χώρο, αλλά και μια υπόσχεση για τα μελλούμενα.

Μέσα σε λίγες ημέρες μετασχηματίστηκαν συνειδήσεις εργατών, αγροτών, νεολαίας που έπαιρναν την σκυτάλη για τις επερχόμενες αναμετρήσεις στα πεδία των κοινωνικών αγώνων και της θεωρίας.

Αποτέλεσαν το βασικότερο σημείο πάνω στο οποίο κρίθηκαν τότε οι πολιτικές όλων των πολιτικών δυνάμεων, τόσο της Αριστεράς όσο και των πόλων εξουσίας.

Συνέβαλαν καταλυτικά στην πολιτική και ιδεολογική χρεοκοπία της μετεμφυλιακής δομής της εξουσίας.

Κατέρρευσαν οι πολιτικές της τότε κοινοβουλευτικής Δεξιάς. Χρεοκόπησε η μοναρχία. Αποκαλύφθηκαν τα όρια του Δημοκρατικού Κέντρου.

Τέθηκαν ξανά βαθύτερα «γιατί» και «πως» σε σχέση με την πολιτική του τότε παράνομου ΚΚΕ και της ΕΔΑ.

Το σύνολο των πολιτικών ή ιστορικο - επιστημονικών αστικών δυνάμεων, όταν δεν προκρίνουν την αποσιώπηση, περιορίζει τα Ιουλιανά στην επιφάνεια, στις λίγο πολύ δευτερεύουσες, προσωπικές αντιθέσεις Παλατιού – Γ. Παπανδρέου, στην «αποστασία = προδοσία» του Μητσοτάκη, στην «προβοκάτσια».

Στα Ιουλιανά, το στοιχείο της ορμητικής και άμεσης δράσης των λαϊκών μαζών που ανατρέπει τα πολιτικά δεδομένα είναι παρόν. Και μάλιστα ενώ στην περίπτωση του Πολυτεχνείου το «πεζοδρόμιο», δηλαδή η εργατική και νεολαιίστικη έκρηξη, συντελείται σε συνθήκες δικτατορίας στην περίπτωση των Ιουλιανών εμφανίζεται σε συνθήκες αστικού κοινοβουλευτισμού έστω περιοριζόμενου.

Η διαφορά αυτή είναι σημαντική και εξηγεί, ως ένα βαθμό και τη στάση τον αστικού κόσμου απέναντι στα γεγονότα. Τα Ιουλιανά δεν μπορεί παρά να αποτελούν για την Αριστερά αντικείμενο επιστημονικής διερεύνησης. Όχι μόνο σαν κορυφαίο ιστορικό γεγονός της πάλης των τάξεων που διεξάγεται στην Ελλάδα, αλλά κυρίως γιατί αποτελούν σημαντική ελληνική επαναστατική εμπειρία μετεμφυλιακά και συνακόλουθα, σημαντική πρώτη ύλη για την επεξεργασία της πολιτικής της.

Η αφορμή και η αιτία 
Στην Ελλάδα του 1965 η αφορμή ήταν πράγματι μια κοινοβουλευτική κρίση.

Η κρίση αυτή προκλήθηκε ‘όχι από μια φαινομενικά δευτερεύουσα σύγκρουση αλλά από μια κεντρική, τη θέση του στρατού στη μετεμφυλιακή δομή της εξουσίας, τον έλεγχο του από τη μοναρχία ή την κυβέρνηση και επομένως τη διατήρηση ή όχι της θέσης της ίδιας της μοναρχίας σαν ισχυρού πόλου εξουσίας με διεθνείς διασυνδέσεις και ισχυρά εσωτερικά ερείσματα.

Ο στρατός ήταν και είναι ένας από τους κεντρικούς κρίκους στη διάρθρωση του πλέγματος εξουσίας, που εμπλέκεται άμεσα σε σοβαρότατα ζητήματα της εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής.

Η τότε κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου με βραδύτητα και διστακτικότητα έλαβε κάποια επιμέρους μέτρα εκδημοκρατισμού του. Κεντρικές επιλογές της όμως, όπως η ανάδειξη σε Αρχηγό του ΓΕΣ του παλατιανού Ι. Γεννηματά, συνιστούσαν ντε φάκτο αναγνώριση ότι ο στρατός, ανήκε στη δικαιοδοσία της μοναρχίας.

Η κρίση ξεκινά στις 15 Ιουλίου 1965. Ο τότε βασιλιάς Κωνσταντίνος αρνείται να δεχθεί την αποπομπή του Π. Γαρουφαλιά από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας και ταυτόχρονα την ανάληψή του ίδιου χαρτοφυλακίου από τον τότε πρωθυπουργό, το σπουδαγμένο στη Χαϊδελβέργη όπου λοξοκοίταζε τις σοσιαλιστικές ιδέες Γεώργιο Παπανδρέου, παππού του «Γιωργάκη».

«Εάν δεν επικρατήσουν εις υμάς σωφρονέστεραι σκέψεις, θα ευρεθώ εις την ανάγκην εκ καθήκοντος προασπίσεως της συνταγματικής τάξεως και της ομαλότητος να καταγγείλω προς τον ελληνικόν λαόν τας προθέσεις σας», έγραφε σε μια από τις τρεις επιστολές του ο Κωνσταντίνος, αρνούμενος να επικυρώσει τα διατάγματα αντικατάστασης του υπουργού Εθνικής Άμυνας Γαρουφαλιά και του στρατηγού Γεννηματά.

Οι επιστολές ήταν ενδεικτικές της πρόθεσης της μοναρχίας να ηγηθεί της ρήξης με την κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου.

Όταν ο Παπανδρέου υποβάλλει προφορικά την παραίτησή του, στις 15 Ιουλίου, ο Κωνσταντίνος, διορίζει πρωθυπουργό τον ποιητή, τον επονομαζόμενο «γαργάλατα», Γ. Αθανασιάδη-Νόβα. Ο Νόβας, απόσπασε 25 «αποστάτες» βουλευτές από την ίδια Ε.Κ., κυρίως την ομάδα Μητσοτάκη. Καταψηφίστηκε όμως στη Βουλή στις 5 Αυγούστου.

Στις 18 του ίδιου μήνα το παλάτι προτείνει τον υπουργό της ΕΑΜικής κυβέρνησης του βουνού και ήδη βουλευτή της Ένωσης Κέντρου Ηλία Τσιριμώκο, ο οποίος σχηματίζει κυβέρνηση στις 20 Αυγούστου.

Την ίδια μέρα η διαμαρτυρία στους δρόμους της Αθήνας παίρνει την πιο ρηξικέλευθη μορφή της με επικεφαλείς τους οικοδόμους, πρωτοπορία των οποίων ήταν οι μέχρι χθες εξόριστοι στη Μακρόνησο αντάρτες του ΕΑΜ και αγωνιστές της ΕΔΑ.

Οκτώ μέρες αργότερα η Βουλή καταψηφίζει και τη νέα δοτή κυβέρνηση.

Στις 24 – 25 Σεπτέμβρη η τρίτη δοτή βασιλική κυβέρνηση υπό τον Στ. Στεφανόπουλο απέσπασε τελικά ψήφο εμπιστοσύνης με 152 ψήφους. 

«Τα λόγια είναι το δίχως άλλο φτωχά για να αποδώσουν, σε όλη του την έκταση, ένα κλίμα δοσοληψιών, εγωιστικών υπολογισμών και παζαρεμάτων, πολιορκημένων από τη βροντή της λαϊκής οργής που πλημμύριζε τους δρόμους της Αθήνας, τους δύο εκείνους μήνες των αδίστακτων διαπραγματεύσεων που διεξάγονταν στο πολιτικό παρασκήνιο», γράφει ο Ζαν Μεϋνώ. «Η απόσπασις των αναγκαίων βουλευτών από τον κ. Παπανδρέου έγινε με εξαγορά συνειδήσεων, με υπουργοποίηση ανθρώπων, που δεν θα εγίνοντο ποτέ, υπό άλλας συνθήκας, υπουργοί, ακόμη και με άλλα απαράδεκτα μέτρα», σημειώνει και ο Π. Κανελλόπουλος, τυπικός αρχηγός της Ε.Ρ.Ε., σε υπόμνημά του προς το βασιλιά τον Ιανουάριο του 1966.

Τις 70 ημέρες της κρίσης, η αγωνιστική παρέμβαση των μαζών πήρε πρωτοφανείς διαστάσεις. Υιοθέτησε συνθήματα και μορφές πάλης που βρίσκονταν έξω από τα πολιτικά όρια της ΕΔΑ και της ΕΚ. Η Ε.Κ. και η ΕΔΑ καθιστούσαν σαφές ότι δεν θέτουν πολιτειακό ζήτημα και προέκριναν την κεντρική κοινοβουλευτική πολιτική διευθέτηση του προβλήματος.

Στις 27ης Ιουλίου κηρύσσεται γενική απεργία. Οι διαδηλώσεις, οι απεργίες και η επίμονη προβολή του αιτήματος για δημοψήφισμα, όχι μόνο δε συμβάδιζαν με την κοινοβουλευτική αναμονή αλλά και συνέτειναν στην αποδέσμευση ευρύτατων τμημάτων από όλες τις δυνάμεις του πολιτικού συστήματος.

Στο διάστημα αυτό, εξ αιτίας της πολιτικής στάσης ενός ορκισμένου αστού, του Γ Παπανδρέου, σε συνδυασμό με τη λαϊκή ενεργοποίηση, το αστικό πολιτικό σύστημα φθείρεται. Αποκαλύπτονται ο ρόλος των κρατικών μηχανισμών καταναγκασμού, ο ρόλος ελληνικών και αλλοδαπών επιχειρηματικών κύκλων απέναντι σε φιλολαϊκές πλευρές της οικονομικής πολιτικής της Ε.Κ., η στάση των ΗΠΑ στο Κυπριακό.

Τα Ιουλιανά συνιστούσαν κρίση εκπροσώπησης, κρίση της μοναρχίας και κρίση όλων των πολιτικών κομμάτων. Γιατί όμως προκάλεσε τέτοιες αντιδράσεις μια μετριοπαθής αστική πολιτική, που βασικός της στόχος ήταν όχι η ανατροπή αλλά οι μεταρρυθμίσεις στην οργάνωση της εξουσίας;

Ας σκύψουμε στην υλική βάση αυτής της περιόδου:
Στην απόλυτη εξαθλίωση που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της κατοχής (μόνο από πείνα 260. 000 νεκροί) προστίθενται η δραστική μείωση της παραγωγής κατά τον εμφύλιο, η καταστροφή μεγάλων περιοχών της υπαίθρου με τις αναγκαστικές μετακινήσεις των ορεινών πληθυσμών (σχεδόν 1.000.000 άτομα) για να αποκοπεί το ανταρτικό από τις λαϊκές του προσβάσεις.

Σε αυτά πρέπει να πάρει κανείς υπόψη του τις περιοδικές «μικρές» οικονομικές κρίσεις της Ελλάδας (1951-52, 1961-62), τον ορατό αλλά περιορισμένο χαρακτήρα της καπιταλιστικής επέκτασης μέχρι τις αρχές του '60, την εσωτερική μετανάστευση και συρροή εκατοντάδων χιλιάδων μαζών στις πόλεις και βασικά στην Αθήνα, που έχει σαν αποτέλεσμα να πλατύνει ακόμη περισσότερο η «φτωχολογιά» στην περιφέρεια της, την ανυπαρξία οποιασδήποτε υποδομής ή κράτους Πρόνοιας, τις συνθήκες κατοικίας κλπ, λόγω της προσωρινής ήττας των κυριαρχούμενων τάξεων.

Στην περίοδο 1951-1958, ο αριθμός των επίσημα καταγραμμένων απόρων κυμαινόταν μεταξύ 2.000.000 και 3.700.000 ατόμων, δηλαδή 25-40% του πληθυσμού. (Μπαμπανάσης 1981, σελ. 134).

Το μέσο πραγματικό εργατικό ημερομίσθιο είναι μέχρι και το 1956 μικρότερο από το προπολεμικό (1938). Περίπου 14% των απασχολούμενων στον μη αγροτικό τομέα δούλευαν πάνω από 50 ώρες την εβδομάδα. (Φράγκος Δ. Ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός της Ελλάδας. Εξελίξεις και προοπτικές, 1980, σελ. 146).

Το ποσοστό αναλφαβητισμού ανέρχεται σε 42.3% το 1961.

Όσον αφορά την κατοικία οι συνθήκες ήταν κυριολεκτικά άθλιες και αθλιότερες για την ύπαιθρο: «Οι συνθήκες κατοικίας της είναι ελεεινές, οι περισσότερες οικογένειες ζουν μέσα στο ίδιο δωμάτιο». (Επανάσταση και αντεπανάσταση στην Ελλάδα Φαράντος, Walter, Rondholz, 1974. σελ. 18). Σχεδόν το 25% του ικανού για εργασία πληθυσμού είναι άνεργοι στα βιομηχανικά, αστικά κέντρα ή υποαπασχολούμενοι στην ύπαιθρο.

Η ανεργία και η υποαπασχόληση είναι οι βασικοί λόγοι, που θα οδηγήσουν μεγάλο τμήμα του πληθυσμού στη μετανάστευση. Υπολογίζεται ότι στη 20ετία 1950-1970, 650.000 άτομα («καθαρή μετανάστευση»), κατά βάση προλεταριοποιημένοι αγρότες και εργάτες εγκατέλειψαν τη χώρα (Πουλοπούλου Ε. Προβλήματα μετανάστευσης 1968, σελ. 59). Αν συνυπολογίσουμε και προσωρινούς (1,2 εκατ.) μετανάστες, τότε συνολικά η μετακίνηση αυτή των ελλήνων προλετάριων αφορά περίπου 2 εκατ. ανθρώπους, το 20% της ελληνικής κοινωνίας.

Στην ύπαιθρο, «Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που δόθηκαν στην Βουλή το 1962, περίπου το 50% των αγροτικών νοικοκυριών είχαν έσοδα μικρότερα από τα έξοδα καλλιέργειας και μόλις το 35% πραγματοποιούσαν εισοδήματα ίσα με τις δαπάνες συντήρησης τους. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, για το διάστημα 1960 - 1965, περίπου 10.000 μικρά αγροτικά νοικοκυριά διαλύονταν το χρόνο και οι κάτοχοι τους έφευγαν για τις πόλεις ή το εξωτερικό... Το αγροτικό εξακολουθούσε να παραμένει το πιο οξύ εσωτερικό κοινωνικό πρόβλημα του τόπου.» (Ψυρούκης, 1983).

Από τις αρχές της δεκαετίας του '60 ο ελληνικός καπιταλισμός μπαίνει στη φάση της ραγδαίας ανάπτυξης του. Οι ρυθμοί της καπιταλιστικής συσσώρευσης που σημειώνονται είναι από τους υψηλότερους στον κόσμο.

Όμως, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα και σήμερα, η καπιταλιστική ανάπτυξη και η εξαθλίωση όχι μόνο δεν είναι αντίθετα μεταξύ τους αλλά όχι σπάνια το δεύτερο είναι προϋπόθεση του πρώτου. Η ύπαρξη ενός μεγάλου εφεδρικού στρατού σε στάσιμη ή ρευστή μορφή που ζει σε άθλιες συνθήκες είναι ευνοϊκός όρος για την αξιοποίηση του κεφαλαίου.

Παρά το γεγονός λοιπόν ότι η καπιταλιστική συσσώρευση έχει ενισχυθεί στη δεκαετία του '60, η φτώχεια και η εξαθλίωση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, όχι μόνο της υπαίθρου αλλά και των πόλεων, εξακολουθούν να διατηρούνται.

«Οι αριθμοί ευημερούν και οι άνθρωποι δυστυχούν» ήταν το σύνθημα του ο Γ. Παπανδρέου. Ο Γ. Παπανδρέου επιχείρησε τότε έναν καθυστερημένο αστικό εκσυγχρονισμό του αντικομουνιστικού κράτους των εθνικοφρόνων που προέκυψε από την ήττα της αντίστασης και στελεχώθηκε κατά κανόνα από τους συνεργάτες των γερμανών κατακτητών και βρετανών επικυρίαρχων. Επαγγέλλεται στοιχεία ενός κράτους πρόνοιας με συνακόλουθες αναπροσαρμογές στην Παιδεία, Υγεία, Πρόνοια και Ασφάλιση που συνοδεύεται από μια ήπια αναδιανεμητική πολιτική.

Αυτός ο καθυστερημένος αστικός εκσυγχρονισμός συμπίπτει όμως με μια απότομη άνοδο της Αριστεράς και του κινήματος. Πρέπει επομένως να συντριβεί από τις αστικές δυνάμεις λόγω του αβέβαιου της έκβασης του.

Σαφής οιωνός αυτής της ανοδικής πορείας και των μελλούμενων ήταν οι εκλογές 1958. 

Μια δεκαετία μετά τη συγκροτημένη οπισθοχώρηση των ηττημένων, η ΕΔΑ αναδεικνύεται αξιωματική αντιπολίτευση και ο μετανάστης μενσεβίκος βουλευτής στη βουλή της επαναστατημένης Γεωργίας το 1918, ο Γιάννης Πασαλίδης, ήταν ο πρόεδρος της.

Μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, ο Σεραφείμ Μάξιμος (1899 - 1962 ), αμέσως μετά τις εκλογές στέλνει ένα γράμμα στην ηγεσία, που μέλλει να αποδειχθεί προφητικό:

«Οι αποστάσεις που χωρίζουν σήμερα στην Ελλάδα τα καθημερινά πολιτικά αιτήματα από το αίτημα της εξουσίας …είναι τόσο μεγάλες ώστε μπορεί να δημιουργηθεί σύγχυση και μεγάλη μάλιστα. Οι μάζες του Έθνους στέκονται πολύ πέρα από ό,τι το επίσημο κράτος προστάζει και από ό,τι η νομιμότητα παρέχει ως κάτι το δυνατό. …Το αίτημα της εξουσίας πάει σε δεύτερη μοίρα από την πλευρά των άμεσων επιδιώξεων και έρχονται πρώτα τα αιτήματα της συνταγματικής νομιμότητας, της αμερικανοκρατίας και της γερμανοκρατίας… Όμως επειδή οι συσχετισμοί των δυνάμεων ταξικά παρμένοι δίνουν άλλες δυνατότητες, μπορεί η ίδια αυτή πολιτική για τη συνταγματική νομιμότητα να φέρει στο προσκήνιο δυνάμεις τέτοιας σύνθεσης και τέτοιας ανομοιογένειας ώστε να μας φέρει και πάλι μπροστά στην εξουσία.»

Τα Ιουλιανά δεν είναι, όπως συχνά υποστηρίζεται, απλά μια «πολιτική κρίση», ή κάτι ομιχλώδες ανάμεσα στην προβοκάτσια και στην «πολιτική ανωμαλία».

Τότε το παλάτι, σήμερα Οι Βρυξέλλες 
Στην πραγματικότητα στην Ελλάδα των Ιουλιανών του 1965 είχε διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση καθώς, πρώτο, η κυρίαρχη τάξη αδυνατούσε, για 70 ημέρες, να κυβερνά όπως πριν, να διατηρεί σε αναλλοίωτη μορφή την κυριαρχία της. Η κρίση της πολιτικής της δημιουργεί ρωγμή απ' όπου εισχωρεί η δυσαρέσκεια και ο αναβρασμός των «κάτω». Δεύτερο, η ανέχεια των καταπιεζομένων τάξεων παραμένει επιδεινούμενη και μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη και τρίτο οι εργατολαϊκές δυνάμεις τραβιούνται σε μια ανώτερης μορφής δράση. Είναι όμως μια «επαναστατική κατάσταση που όχι μόνο δεν οδήγησε στην επανάσταση αλλά το μαζικό κίνημα αναχαιτίστηκε, μπλοκαρίστηκε και τελικά οδηγήθηκε σε αντεπαναστατική διέξοδο (Δικτατορία του 67).

«Για να μειωθεί η εντύπωση, ειπώθηκαν λόγια σκληρά και επικίνδυνα. Ο λαός ονομάστηκε “όχλος” κι οι έλληνες πολίτες - οι φοιτητές, οι εργάτες, οι γεωργοί, οι άνθρωποι των γραφείων, οι τραυματίες των πολέμων - ονομάστηκαν “αλήτες”. Όταν όμως ξεσηκώνονται τα τρία τέταρτα τουλάχιστον του πληθυσμού, αυτό δε λέγεται πια ούτε "λαϊκό" ούτε άλλον είδους "μέτωπο". Αυτό λέγεται: το έθνος. Γιατί αν τα τρία τέταρτα των Ελλήνων δεν είναι το έθνος, τότε ποιος είναι;» ( Γ. Θεοτοκά, Εθνική κρίση Που πάμε;, πολιτικό δοκίμιο, Σεπτέμβριος 1965).

Αυτό που δεν μπόρεσε τότε η Αριστερά να καταλάβει ή να ονομάσει, συνέλαβε σε όλη του τη διάσταση το διεισδυτικό πολιτικό κριτήριο του σπουδαίου αστού διανοούμενου Γιώργου Θεοτοκά.  

Τον Ιούλιο του 1965 ήταν το πραξικόπημα του Παλατιού και της αμερικανοκρατίας, με τους ντόπιους συνεργάτες τους, σε βάρος της κυβέρνησης της ΕΚ και του τότε πρωθυπουργού.

Τον Ιούλιο του 2015 συντελέστηκε ένα πολιτικό πραξικόπημα ενάντια σε βάρος της εκφρασμένης θέλησης του ελληνικού λαού από το σύγχρονο ευρωπαϊκό θρόνο της ΕΕ και τους παλατιανούς ενεργούς συνένοχους, το «Ποτάμι», τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Το διάταγμα του πραξικοπήματος συνυπόγραψε και αποδέχθηκε ο έλληνας πρωθυπουργός Τσίπρας με τα συγχαρητήρια της Μπακογιάννη.

Μετά τα Ιουλιανά του 65 τίποτα δεν ήταν ίδιο.

Ο καθυστερημένος αστικός εκσυγχρονισμός συντελέστηκε την περίοδο 74 – 85, (μετά το 85 σχεδιάζεται από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ η επέλαση του Θατσερισμού Ρηγκανισμού) αφού πριν ο ελληνικός Λαός πέρασε τα δεινά της μαύρης εφταετίας 67 – 74.

Σε λίγα χρόνια διαλύθηκαν η Ένωση Κέντρου, η ΕΔΑ. Η μετεμφυλιακή δεξιά, η ΕΡΕ, παραχωρούσε τη θέση της στη ΝΔ.

Μετά το τωρινό πραξικόπημα, Ιούλης του 2015, που σχεδιάστηκε στα ανακτοβούλια της ΕΕ και της βασιλομήτορος Λαγκάρντ, τίποτα δεν θα μείνει ίδιο. 

Ήδη η κρίση και η κανιβαλική πολιτική που τη συνοδεύει αλέθουν όχι μόνο εργατικά δικαιώματα αλλά και τους πολιτικούς διαχειριστές, μέχρι τώρα το ΛΑΟΣ, τη ΔΗΜΑΡ, το ΠΑΣΟΚ.

Τώρα έρχεται η σειρά του Τσίπρα αποκαλυπτόμενος ως είναι: Λίγος, ανίκανος να εκπροσωπήσει τα Λαϊκά δικαιώματα, πολύς στα λόγια και στις ευρωλάγνες ψευδαισθήσεις, αμήχανος και πελιδνός, όπως όλη η προεδρική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, όταν βγήκε τόσο απρόσμενα δυνατά ο Λαός στο προσκήνιο.

Φυσικά «το εργατικό κίνημα που καθυστερεί, δυσκολεύει στη λήψη μέτρων αλλά δεν επιβάλλει ακόμη το δίκιο του» και η Αριστερά ανασυγκροτούνται ήδη και ενισχύονται.

Έτσι δείχνουν τα ανεμολόγια και η Ιστορία, όχι η τσούλα, η άλλη. Αυτή που γράφει «ο παλιολαός που δεν καταλάβαινε από τέτοια».

Αλέκος Αναγνωστάκης, μέλος της επιτροπής Θεωρίας και της Π.Ε. του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, Ιούλιος 2015

Επαίσχυντο το Μνημόνιο Τσίπρα

του Γιώργου Δελαστίκ/ Πηγή: Πριν

Συµφωνία αιώνιας ντροπής για την ελληνική Αριστερά είναι αυτή που προσυπέγραψε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας το πρωί της Δευτέρας στις Βρυξέλλες. Τον ξεφτίλισαν εντελώς οι ηγέτες της Ευρωζώνης, αναγκάζοντάς τον να υπογράψει μια κατάπτυστη συµφωνία που διέσυρε και την Αριστερά και την Ελλάδα. Καταλύθηκε ακόµα περισσότερο και πιο επίσηµα η υποτιθέµενη εθνική κυριαρχία της χώρας μας, η οποία υπήρχε -υποτυπωδώς μόνο- στο πλαίσιο της ΕΕ. Ειδικά μετά την εισαγωγή του ευρώ και την έναρξη οικοδόµησης του Τέταρτου Ράιχ της Γερµανίας με όπλο αυτή τη φορά το κοινό νόµισµα, ψήγµατα τυπικής κυριαρχίας είχαν αποµείνει. Τώρα καταργήθηκαν επισήµως και αυτά, καθώς την Ελλάδα θα διοικεί πλέον η τρόικα, βάσει των οδηγιών που θα έχει από την καγκελαρία του Βερολίνου.

Ο Τσίπρας, με τη συµφωνία που τον εκβίασαν και τον έβαλαν να υπογράψει, υποβίβασε το ελληνικό κράτος σε καθεστώς γερµανικής αποικίας των αρχών του 20ού αιώνα. «Απώλεια κυριαρχίας πρωτόγνωρη στην Ευρώπη» ήταν ο τίτλος ολόκληρης σελίδας της Μοντ. «Για να αποφύγει το Grexit, η Αθήνα δέχτηκε να υπαχθεί υπό κηδεµονία χωρίς προηγούµενο στη ζώνη του ευρώ», πρόσθεσε ο υπότιτλος της γαλλικής εφηµερίδας. «Η προσωρινή λύση της ελληνικής κρίσης δείχνει ότι για να επιβιώσει το κοινό ευρωπαϊκό νόµισµα, οι ψηφοφόροι των εθνών που χρωστούν πρέπει να στερηθούν το δικαίωµά τους να αλλάζουν οικονοµική πολιτική, παρόλο που κρατούν το δικαίωµά τους να αλλάζουν κυβερνήσεις», γράφει αρθρογράφος των Τάιµς της Νέας Υόρκης. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, γράφει η αµερικανική εφηµερίδα, αποφάσισαν «να σώσουν την Ελλάδα με τόσο δραστικούς όρους ώστε καµιά άλλη λαϊκιστική κυβέρνηση να μην αισθανθεί ούτε καν τον πειρασµό να ακολουθήσει το (ελληνικό) παράδειγµα. Τώρα ο κ. Τσίπρας έχει γίνει η ζωντανή απόδειξη ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στην τρέχουσα οικονοµική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Οι Τάιµς της Νέας Υόρκης, αφού επισηµαίνουν ότι οι Γερµανοί νοµίζουν πως θα καθυποτάξουν τους Έλληνες ακολουθώντας την ίδια πολιτική που ακολούθησαν και στα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης όταν κατέρρευσε ο κατ’ όνοµα «υπαρκτός σοσιαλισµός», αποδεικνύουν το λάθος του Βερολίνου.

«Στην Ελλάδα, η δηµόσια διάθεση είναι διάθεση πλήρους δυσπιστίας, και απαισιοδοξίας. Οι μεταρρυθμίσεις αντιµετωπίζονται ως ισοδύναµες με την ανυπαρξία μέλλοντος. Πραγµατικά, οι δηµοσκοπήσεις δείχνουν πως οι περισσότεροι Έλληνες περιµένουν ότι οι ζωές των παιδιών τους θα είναι χειρότερες από τις δικές τους. Αυτές οι ριζικά διαφορετικές προσδοκίες εξηγούν άριστα γιατί στη μετακομμουνιστική Ευρώπη οι μεταρρυθµίσεις υποστηρίζονταν ισχυρά από τους νέους, ενώ στην Ελλάδα απέρριψε το πακέτο μεταρρυθµίσεων των δανειστών το 85% των νέων από 18 έως 24 ετών και το 72% εκείνων που είναι μεταξύ 25 και 34» γράφει η αµερικανική εφηµερίδα.

«Στην Ανατολική Ευρώπη, οι πολιτικοί κατηγορούσαν για την οικονοµική καταστροφή το παλιό κοµµουνιστικό παρελθόν. Στην περίπτωση της Ελλάδας όµως το παλιό καθεστώς είναι η ΕΕ! Στην Κεντρική Ευρώπη, οι Βρυξέλλες θεωρούνταν φίλος και σύµµαχος. Στην Ελλάδα οι Βρυξέλλες θεωρούνται δανειστές και εχθρική δύναµη» επισηµαίνει εύστοχα ο αρθρογράφος των Τάιµς της Νέας Υόρκης. Στους σφοδρούς επικριτές της γερµανικής πολιτικής απέναντι στη χώρα μας, εντείνει τη φωνή του και ο Αµερικανός νοµπελίστας οικονοµολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς. Σε συνέντευξή του στην προχθεσινή Λιµπερασιόν, λέει πολλά ενδιαφέροντα πράγµατα, τονίζοντας μεταξύάλλων αναφορικά με τους Γερµανούς και τους Ευρωπαίους δανειστές της χώρας μας:

«Το να συνεχίζουν να ζητούν από την Ελλάδα πρωτογενή πλεονάσµατα ύψους 3,5% του ΑΕΠ για το 2018, δεν είναι μόνο τιµωρία. Πρόκειται για τυφλή ηλιθιότητα!». Λύση υπάρχει για το ελληνικό πρόβληµα, υποστηρίζει ο Στίγκλιτς, μόνο που αρνείται κατηγορηµατικά να αποδεχθεί η Γερµανία τη λύση αυτή. «Τη λύση τη γνωρίζουµε. Και το ΔΝΤ επίσης τη γνωρίζει και την παραδέχεται ανοιχτά πλέον. Πρέπει να γίνει αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ή καλύτερα ελάφρυνση (σ.σ. αυτό που στη λαϊκή γλώσσα έχει περάσει ως «κούρεµα» του χρέους). Η Γερµανία όµως δεν θέλει να ακούσει ούτε για το ένα ούτε για το άλλο. Στα λόγια λέει ότι θέλει να ορθοποδήσει η Ελλάδα.

Επιβάλλει όµως στην πράξη ένα πρόγραµµα που θα γονατίσει ακόµη περισσότερο την Ελλάδα» τονίζει ο Στίγκλιτς. Ο Αµερικανός νοµπελίστας, ο οποίος κάθε άλλο παρά αριστερός μπορεί να θεωρηθεί (είναι ένας προοδευτικός δηµοκράτης, με όλες τις αυταπάτες που αυτό συνεπιφέρει αναφορικά με την ευρωπαϊκή οικοδόµηση), επισηµαίνει ότι η ΕΕ και η Ευρωζώνη «δηµιουργήθηκαν για να βρίσκονται χώρες πιο κοντά», τώρα όµως οι ίδιοι οι θεσµοί της ΕΕ και του κοινού νοµίσµατος εξωθεί τα κράτη της Ευρωζώνης «να αλληλοσπαράσσονται και οι ισχυρότεροι να καταβροχθίζουν τους ασθενέστερους»! Απόδειξη των αυταπατών που διατηρεί είναι ο ισχυρισµός που προσθέτει: «Είναι η άρνηση της ίδιας της Ευρωζώνης που παρακολουθήσαµε μπροστά στα μάτια μας»! Αντιθέτως, αυτό που ζούµε είναι η αποκάλυψη της πραγµατικής φύσης της Ευρωζώνης και γιατί τη δηµιούργησε η Γερµανία, χτίζοντας πάνω στο ευρώ το Τέταρτο Ράιχ της.

Ο Στίγκλιτς καταλήγει με μία προειδοποίηση: «Δεν γνωρίζω κανένα άλλο παράδειγµα παρόµοιας ύφεσης που να προκλήθηκε με τέτοιο σκόπιµο τρόπο και με τόσο καταστροφικές ανθρώπινες συνέπειες. Επανέρχονται προσθέτοντας νέο στρώµα ταπείνωσης… Η παρέµβαση στην εθνική κυριαρχία μιας χώρας, οι διαταγές με τον δικτατορικό τρόπο που της επιβάλλονται, είναι πράγµα πολύ επικίνδυνο»!

Τα βαθύτερα αίτια της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ

του Δημήτρη Γρηγορόπουλου/ Πηγή: Πριν

«Πώς φτάσαμε ως εδώ;»
Οδυνηρή κατάπληξη προκάλεσε η ολέθρια για το λαό επονείδιστη συμφωνία της κυβέρνησης Τσίπρα με τους δανειστές. Η απογοήτευση και η απορία έγινε εντονότερη γιατί ακολούθησε τον ενθουσιασμό της περήφανης λαϊκής νίκης στο δημοψήφισμα. Το «Τις πταίει;» (γνωστό άρθρο του Χ. Τρικούπη το 1874) πλανάται στην κοινωνία μας όχι μόνο στην ψυχολογική αλλά και στη λογική (γνωστική) του διάσταση. Οι ερμηνείες είναι διαφορετικές ανάλογα με την προέλευσή τους. Οι κυριότερες: Σύμφωνα με την πρώτη, που απευθύνεται κυρίως στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, η ηγεσία του πραγματοποίησε ένα θεμιτό συμβιβασμό αλλά πάλι με χρόνια με καιρούς θα επανέλθει στη φιλολαϊκή πολιτική της. Σύμφωνα με τη ρεφορμιστική μόδα επικαλούνται και τον Λένιν: Τη συμφωνία του Μπρεστ – Λιτόφσκ, το «Ένα βήμα εμπρός δύο βήματα πίσω» κοκ! Πρόκειται για προπαγανδιστικό θράσος! Η συνθήκη του Μπρεστ – Λιτόφσκ έσωσε την επαναστατημένη Ρωσία. Η συνθήκη των Βρυξελλών από αύριο ολοκληρώνει την καταστροφή των λαϊκών στρωμάτων. Σύμφωνα με τη δεύτερη ερμηνεία φτάσαμε ως εδώ λόγω του πραξικοπήματος του Σόιμπλε και των αντιδραστικών κύκλων, που με τον εκβιασμό του ξαφνικού θανάτου της ελληνικής οικονομίας με τη διακοπή της ρευστότητας οδήγησαν την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σε υποχώρηση 180° μοιρών. Όμως οι αντιδράσεις των δανειστών, και ιδιαίτερα των πιο αντιδραστικών, είναι δεδομένες. Το θέμα είναι πώς αντιδρά όποιος στέκεται απέναντί τους…

Ο Τσίπρας επιχειρηματολογεί και με την απουσία εναλλακτικής. Δεν είχε, γιατί δεν ήθελε… Αφού στον ΣΥΡΙΖΑ αφθονούν οι τεχνικές προϋποθέσεις εμπεριστατωμένης μελέτης της εξόδου απ’ το ευρώ… Τέλος, τα συστημικά κόμματα κατηγορούν τον ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως τον Βαρουφάκη για αναποτελεσματική και ανεύθυνη διαπραγμάτευση. Τα ίδια όμως τα συστημικά κόμματα δεν διαπραγματεύονταν, παραλάμβαναν τους νόμους συνταγμένους από επιτροπές της Κομισιόν και τους ψήφιζαν με τη διαδικασία του υπερεπείγοντος. Οι βουλευτές τους δεν προλάβαιναν καν να τους διαβάσουν! Στη διαπραγμάτευση του ΣΥΡΙΖΑ έφτασαν στον κολοφώνα της δουλοπρέπειά τους. Απαιτούσαν συμφωνία χωρίς όρους! Δήλωναν απερίφραστα ότι προτιμούν μια κακή συμφωνία απ’ τη μη συμφωνία! Σ’ ένα κρεσέντο συνωμοσιολογίας κατηγορούν τον Βαρουφάκη ότι συνειδητά υπέσκαπτε τις διαπραγματεύσεις, προετοιμάζοντας μυστικά την επιστροφή στη δραχμή. Όπως όμως παραδέχτηκε ο Τσίπρας (14/7, ΕΡΤ) με δική του εντολή επιτροπή υπό τον Βαρουφάκη μελετούσε τους όρους και τις επιπτώσεις της εισαγωγής εθνικού νομίσματος. Οι σύγχρονοι Νενέκοι της ΕΕ είναι τόσο διαβρωμένοι, ώστε να θεωρούν έγκλημα καθοσιώσεως και τη διερεύνηση απλώς της αντικατάστασης του ευρώ!

Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτοαφοπλίστηκε απ’ το μοναδικό πραγματικό όπλο που μπορούσε να ενεργοποιήσει: Το εργατικό λαϊκό κίνημα
Οι συστημικές ερμηνείες της τραγικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ κυρίως περιορίζονται στη φάση της διαπραγμάτευσης. Δεν εξετάζουν συνολικά τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και τον ταξικό χαρακτήρα της. Απεναντίας, η υλιστική ταξική προσέγγιση έχει προβλέψει σε γενικές γραμμές τη συστημικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ και την αντίρροπη δυνατότητα ανατροπής της. Στην αφετηρία του ο ΣΥΡΙΖΑ συγκροτήθηκε ως αριστερό μικροαστικό κόμμα με συγκρουόμενες ταξικές πολιτικές. Η αστική τάση ηγεμόνευσε εκμεταλλευόμενη την κρίση των αστικών μνημονιακω΄ν κομμάτων και προωθώντας την ανάδειξη αριστερής κυβέρνησης με σεβασμό της αστικής οικονομίας, του κράτους της και των διεθνών πλαισίων της. Ιδίως μετά τις εκλογές του 2012 η ηγεμονεύουσα παράταξη παρείχε αφειδώς πειστήρια νομιμοφροσύνης και αποτελεσματικής διαχείρισης. Δαχτυλίδι αρραβώνα με την άρχουσα τάξη αποτέλεσε η συμβολή του ΣΥΡΙΖΑ στην αποκλιμάκωση του κινήματος των πλατειών και στον παροπλισμό των μαζών με την πρακτική της ανάθεσης του κοινωνικού προβλήματος στην «αριστερή κυβέρνηση». Κομβική σημασία είχε και ο όρκος πίστης του Τσίπρα στους εγχώριους και διεθνείς ηγεμόνες και μάλιστα «μ’ όλη τη δύναμη της ψυχής του», ότι είναι αδιαπραγμάτευτο το δυτικό πλαίσιο της χώρας (ΕΕ-ΝΑΤΟ).

Καθοριστική ήταν και η συμβολή του ευρωκομμουνιστικού ιδεολογήματος της «Ευρώπης των λαών» που κληρονόμησε ο ΣΥΡΙΖΑ απ’ το ΚΚΕ εσ. Στη λογική του οι θεωρητικοί του ΣΥΡΙΖΑ επεξεργάστηκαν τη θεωρία ότι τα προβλήματα του χρέους και της λιτότητας θα λύνονταν σε ευρωπαϊκή (ΕΕ) κλίμακα και εξ αντανακλάσεως σε εθνική βάση, παραγνωρίζοντας τον μη υποκείμενο σε προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά συνεχώς αντιδραστικοποιούμενο ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της ΕΕ. Η πολιτική του ισχυρού νομίσματος και της παγιωμένης λιτότητας επιβάλλεται με το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, που καθιερώνει μηχανισμούς διαρκούς εποπτείας και διαρκών μνημονίων. Πρόσφατα μάλιστα σε σύνοδο κορυφής ενισχύθηκε περαιτέρω αυτό το σύμφωνο, θωρακίζοντας το ιμπεριαλιστικό κέντρο έναντι της περιφερειακής ζώνης και των όποιων δυνάμεων διαφοροποίησης ή αμφισβήτησης. Η Γερμανία έχει πλέον και την οικονομική και τη θεσμική δύναμη, για να συντρίψει και μάλιστα τιμωρητικά προς παραδειγματισμό, και μια δευτερεύουσα ενδοσυστημική διαφοροποίηση.

Παράλληλα, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε να αξιοποιήσει τις ενδοϊμπεριαλιστικές και τις ενδοΕΕ αντιθέσεις. Σωστή σκέψη υποθηκευμένη όμως απ’ την αμετακίνητη αγκίστρωσή της στην ΕΕ, κατά κύριο λόγο. Στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό, λόγω της υπερδιεθνοποίησης, παράλληλα με την όξυνση του ανταγωνισμού των ιμπεριαλισμών αναπτύσσεται και η αλληλεξάρτησή τους. Για παράδειγμα, παρά τον πόλεμο της Ουκρανίας, η ενεργειακή τροφοδότηση της Ευρώπης απ’ τη Ρωσία συνεχίστηκε, φαινόμενο αδιανόητο σε άλλες εποχές. Μια μικρομεσαία χώρα, όπως η Ελλάδα, μόνο στη βάση αμοιβαίων ελκυστικών οικονομικών και πολιτικών οφελών (χωρίς βέβαια εκχωρήσεις τύπου Καμμένου) μπορεί να αξιοποιήσει τέτοιες αντιθέσεις. Είναι όμως τόσο σφιχτά δεμένη με τους Δυτικούς, ώστε ακόμη και η ευρωπαϊκού και όχι μόνον εθνικού οφέλους, επέκταση απ’ την Τουρκία του αγωγού φυσικού αερίου, είναι μετέωρη, λόγω αντίδρασης ΗΠΑ και ΕΕ. Αλλά η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ούτε την αντίθεση των ΗΠΑ προς ΕΕ (όπως επιχείρησε για ένα διάστημα) δεν μπορεί να αξιοποιήσει, γιατί ανήκει στο χώρο κυριαρχίας της Γερμανίας. Το χαρτί της γεωστρατηγικής θέσης της χώρας όντως συγκινεί τις ΗΠΑ, αλλά λόγω των στρατηγικών δεσμών με την ΕΕ, επερχομένης μάλιστα και της Διατλαντικής Συμφωνίας, αρκέστηκαν σε αμοιβαίες αλλά ετεροβαρείς (λόγω μέτρων) για την Ελλάδα συστάσεις διευθέτησης… Η κυβέρνηση προσπάθησε να αξιοποιήσει και τις εντός ΕΕ ετερόκλητες αντιθέσεις. Υπερεκτίμησε όμως αυτές τις αντιθέσεις και τις δυνάμεις της. Όντως, ο Ολάντ, και δευτερευόντως ο Ρέντσι, για το συμφέρον της Γαλλίας αντιτάχθηκε στη Γερμανία αλλά μόνον για το Grexit, όχι για τον βαρύτατο πέλεκυ των μέτρων.

Το ίδιο ισχύει και στην αντίθεση της σκληρής λιτότητας, της οποίας υπεραμύνεται η Γερμανία, και της πολιτικής της χαλάρωσης που εκφράζει ο Ντράγκι, όπως και στην πιο ασθενή αντίθεση, χριστιανοδημοκρατών και λαϊκοδημοκρατών. Όσοι «υποστήριζαν» την Ελλάδα απλώς απέκλειαν την αποβολή, συμμεριζόμενοι την αναγκαιότητα επαχθών μέτρων. Τέλος, κάποιες κινητοποιήσεις συμπαράστασης στην Ευρώπη, έχουν πολιτική και ηθική αξία για μας, χωρίς βέβαια να ιδρώνει το αυτί της Μέρκελ… Έτσι, το ισχυρό χαρτί της διαπραγμάτευσης, που ο Τσίπρας με περισσή αυτοπεποίθηση επέσειε στον ελληνικό λαό προεκλογικά, κατάντησε κουρελόχαρτο μπροστά στην ατσάλινη ισχύ των Γερμανών και στην έλλειψη διεθνών ερεισμάτων. Η ατελέσφορη εξαρχής διαπραγμάτευση άνοιξε το δρόμο στον τυχοδιωκτισμό της «μπλόφας», όπου, παρά τις διακυμάνσεις, ο δυνατός εξοντώνει τον αδύνατο…

Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως αυτοαφοπλίστηκε απ’ το μοναδικό πραγματικό όπλο που μπορούσε να ενεργοποιήσει: Το εργατικό λαϊκό κίνημα. Υπάρχουν δύο κορυφαίες στιγμές του κινήματος στο πεντάμηνο, αρχές Φλεβάρη και αρχές Ιούλη, όταν ο λαός σε μεγαλειώδη αγωνιστική έξαρση απαίτησε να τεθεί τέρμα στη λιτότητας, την ταπείνωση, τα μνημόνια. Όμως, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ενσωμάτωσε αυτές τις αντιδράσεις στην αστική πολιτική της διαχείρισης.

Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ με την πολιτική του δεν υπηρετεί το λαό, αλλά το κεφάλαιο, ακόμη κι όταν θίγει επιμέρους συμφέροντά του, όπως με την αύξηση της φορολογίας απ’ το 26% στο 29%.

Το ελληνικό κεφάλαιο, αν και ορισμένα τμήματά του πλήττονται, όπως οι φαρμακοβιομηχανίες, που υποχρεώνονται σε οριζόντια μείωση τιμών, και η ποντοπόρος ναυτιλία, που καλείται να πληρώσει υψηλότερο φόρο χωρητικότητας και να απολέσει σταδιακά τις φοροαπαλλαγές, αλλά ακόμη κι όταν πλήττεται στο σύνολό του απ’ την αύξηση της φορολογίας, ωστόσο συνδέει τα συμφέροντά του ως τάξη με την παραμονή της χώρας στο ευρώ και την ΕΕ, αποβλέποντας στη σύνδεσή του με ισχυρά ευρωπαϊκά κεφάλαια στην προώθηση εξαγωγών, στην αξιοποίηση στην παρούσα συγκυρία 20 δισ. ΕΣΠΑ και 35 δισ. του πακέτου Γιούνκερ, στην περαιτέρω απορρύθμιση της εργασίας (αμοιβή, ασφαλιστικό, συλλογικές συμβάσεις), στη μείωση της φορολογίας, ειδικά για το μη μισθολογικό κόστος, στην ιδιωτικοποίηση δημόσιας περιουσίας. Εξάλλου, το κεφάλαιο, κι όταν πλήττεται, ξέρει να φοροδιαφεύγει, να μετακυλίει το βάρος στον εργαζόμενο και τον αγοραστή, να χρησιμοποιεί μαύρη εργασία, να δίνει, ιδιαίτερα σήμερα, «άδεια» άνευ αποδοχών στους εργαζόμενους, να μετακινείται στο εξωτερικό, Δηλωτική της στάση του κεφαλαίου είναι η επιστολή στον πρωθυπουργό εκπροσώπων των πέντε κορυφαίων εργοδοτικών οργανώσεων, με την οποία πιέζουν την κυβέρνηση ν’ αποφύγει τη ρήξη με τους εταίρους και την έξοδο απ’ την Ευρωζώνη. Επαναδιατύπωσαν το αίτημά τους τρεις μέρες μετά το δημοψήφισμα με δραματικούς τόνους. Η άμεση επέμβαση του κεφαλαίου στην κυβερνητική εξουσία και η κινδυνολογική πίεσή του είναι σαφείς. Η κυβέρνηση απομονωμένη με δική της θέληση απ’ τον νικητή λαό του δημοψηφίσματος, πιεζόμενη ασφυκτικά και εκβιαστικά απ’ τους δανειστές, το κεφάλαιο, το πολιτικό σύστημα και τα ΜΜΕ θα κάνει την απόλυτη υποχώρηση, προσφέροντας «γην και ύδωρ» στις Βρυξέλλες.

Ο όρκος υποταγής του Τσίπρα στο αστικό κράτος που συμπυκνώνεται στη φράση: «σεβόμαστε τη συνέχεια του κράτους» προδιέγραψε την αναπαραγωγή και διαχείριση του κράτους και την παραίτηση και από δευτερεύουσες συγκρούσεις. Στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό η πολιτική εξουσία του κεφαλαίου διαπλεγμένη άμεσα με την οικονομική εξουσία του και τους θεσμούς της (ΕΚΤ, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ κ.ά.) ενεργοποιείται άμεσα και δυναμικά εν συνόλω (en block) εναντίον και δευτερεύουσας κίνησης (άλλοτε ανεκτής, 1945-70), που ενδέχεται να ενεργοποιήσει τον εργατικό – λαϊκό παράγοντα. Η ολική και λυσσαλέα αντίδραση του συστήματος στο πρόσφατο δημοψήφισμα, μπορεί να θεωρηθεί «πρόβα τζενεράλε» του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και της κοινοβουλευτικής δικτατορίας για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών.

Απ’ την ωμή επέμβαση της ηγεσίας της ΕΕ στα εσωτερικά της χώρας, την ασφυξία που επέβαλε η ΕΚΤ στο τραπεζικό σύστημα και τη μεθόδευση του capital control, την κινδυνολογική ταύτιση του Όχι με την έξοδο απ’ το ευρώ, ως το συνασπισμό της «Αγίας Οικογένειας» των κομμάτων του συστημικού τόξου, που με εμετική ευρωλαγνεία υπεράσπισαν τα ιερά και τα όσια του ευρώ, την επίκληση απ’ τον Καμμένο του σταθεροποιητικού ρόλου του στρατού, που πρέπει να ανταποκρινόταν σε αντίστοιχες κινήσεις, τη νεκρανάσταση πολιτικών βρικολάκων, την έμμεση αλλά σαφή επέμβαση υπέρ του ναι του Προέδρου της Δημοκρατίας, την επέμβαση και των κυριότερων οργανώσεων του κεφαλαίου υπέρ του ναι (ευρώ), των δημάρχων των τριών μεγάλων πόλεων και περιφερειαρχών, ως τη δήλωση υπέρ του ναι του επονείδιστου «ηγέτη» της ΓΣΕΕ Παναγόπουλου, τη σαρωτική και γκεμπελική κινδυνολογία των ΜΜΕ, όλοι αυτοί οι κρίκοι του συστήματος σε αγαστή σύμπνοια και με ιερό φανατισμό έδωσαν τον υπέρ πάντων αγώνα υπέρ του ναι. Ο λαός στη σύγκρουση νίκησε, αποδεικνύοντας ότι ακόμη κα αυτό το πανίσχυρο πλέγμα εξουσίας δεν είναι ανίκητο. Ταυτόχρονα, διαψεύστηκε για μια ακόμη φορά η ρεφορμιστική θεωρία της «αριστερής κυβέρνησης», που με παροπλισμένο το κίνημα, υποτίθεται ότι θα ενεργοποιήσει εναλλακτική διαδικασία στο σύστημα. Η θεωρία της αλλαγής με ακολουθία διαρκών ειρηνικών μεταρρυθμίσεων χωρίς επαναστατική ρήξη, όχι μόνο διαψεύστηκε, αλλά αντικαταστάθηκε από τρίτο μνημόνιο διαρκών αντιμεταρρυθμίσεων…

Η τραγική αποτυχία της «διαπραγμάτευσης»
Οι τρεις πυλώνες της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ (συμμαχία με τον δυτικό ιμπεριαλισμό, το κεφάλαιο και το κράτος του) και η αποστοίχισή του απ’ το κίνημα, προδιέγραψαν την αποτυχία του με οδυνηρές επιπτώσεις για το λαό. Η διαπραγμάτευσή του με ΕΕ-ΔΝΤ-ΕΚΤ προσδιορισμένη απ’ αυτό το πλαίσιο ήταν καταδικασμένη σ’ αποτυχία. Κάποια στιγμή αντιλήφθηκαν την αδιαλλαξία των πιστωτών και όπως αποκάλυψε ο Βαρουφάκης και επιβεβαίωσε ο Τσίπρας, συγκροτήθηκε επιτροπή μελέτης των όρων και συνεπειών της επανόδου σε εθνικό νόμισμα, χωρίς όμως, απ’ ότι φαίνεται, σοβαρότητα και συστηματικότητα.

Εξάλλου, όπως ομολόγησε ο Τσίπρας, δεν πίστευε σ’ αυτή τη λύση… Επομένως, επανήλθαν σε μιαν ατελέσφορη διαπραγμάτευση. Η διαπραγμάτευση όμως του δυνατού με τον αδύνατο αποτελεί ακυρολεξία (Διάλογος Αθηναίων – Μηλίων, Θουκυδίδης). Ο δυνατός επιβάλλει τα συμφέροντά του και ο αδύνατος παίρνει το πολύ κάποια ψιχουλάκια. Ο Τσίπρας και ο κύκλος των κολάκων του είχε δύο σχεδόν μεταφυσικές ιδεοληψίες: Την πίστη στην επιτυχία «της πρώτη φορά αριστερής κυβέρνησης» και στην «επιτυχία» συνακόλουθα της διαπραγμάτευσης. Για την επιτυχία της διαπραγμάτευσης συνδυάστηκαν: Η θεωρία των παιγνίων του Βαρουφάκη, η μπλόφα του χαρτοπαίκτη και η πονηριά με την οποία ο αδύνατος «υπερισχύει» του δυνατού. Το στοίχημα ήταν ποιος θα υποχωρούσε πρώτος. Οι Έλληνες διαπραγματευτές ανόητα αρνήθηκαν στην αρχή τα 7,5δισ. της τελευταίας χρηματοδότησης, ενώ ήταν μεγάλες οι υποχρεώσεις εξόφλησης τοκοχρεωλυσίων. Σ’ ένα αγώνα δρόμου η κυβέρνηση αποστράγγισε τη ρευστότητα. Με αναλγησία και αυταρχισμό κατέτρωγε τις σάρκες της κοινωνίας. Πλήρωσε υπέρογκα ποσά στο ΔΝΤ σταματώντας τις πληρωμές στο εσωτερικό και προβαίνοντας σε υποχρεωτικό (με ΠΝΠ, μάλιστα) δανεισμό αποσπώντας τα διαθέσιμα από οργανισμούς, δήμους και περιφέρειες. Ο χειρισμός του δημοψηφίσματος (ως υπέρτατη μπλόφα απ’ τη μεριά των Τσίπρα – Βαρουφάκη) αποτέλεσε χρυσή ευκαιρία για τους εταίρους. Στέρησαν τη ρευστότητα απ’ τη χώρα και την οδήγησαν σε capital control. Ο κύβος είχε ριφθεί πλέον! Η κυβέρνηση πρόβαλε ένα «ευλογοφανές» δίλημμα. Ταπεινωτική συμφωνία ή grexit. Όμως πρόκειται για ακόμη ένα ψευδοδίλημμα αστικής πολιτικής; Πρώτο, το δίλημμα δεν έπεσε ουρανοκατέβατο. Είναι προϊόν της τυχοδιωκτικής, αυταρχικής, αντιλαϊκής πολιτικής της κυβέρνησης και των αυταπατών της. Δεύτερο, το δίλημμα δεν θα υπήρχε αν ως σοβαρή πολιτική αριστερή δύναμη ο ΣΥΡΙΖΑ είχε εξετάσει το grexit ως ενδεχόμενο προ των εκλογών ή το εξέταζε σοβαρά μετά απ’ αυτές. Τρίτο, έστω και τώρα θα μπορούσε να προχωρήσει σε εθνικό νόμισμα με την πλειοψηφία του λαού να τη στηρίζει. Αλλαγή νομίσματος έχει πραγματοποιηθεί άπειρες φορές, χωρίς λοιμούς, σεισμούς και καταποντισμούς…

ΑΡΙΣΤΕΡΑ. Διαφοροποιήσεις και αναγκαίες ρήξεις
Θετικό γεγονός αποτελεί η διαφοροποίηση της Αριστερής Πλατφόρμας και η καταψήφιση απ’ τη μεριά της του τρίτου και χειρότερο μνημονίου, που συνομολόγησαν η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και η αυτοκρατορία των Βρυξελλών. Αυτή η διαφοροποίηση, αν εξελιχθεί, μπορεί να συμβάλλει, υπό όρους βέβαια, στην προώθηση αριστερής λύσης στην ελληνική κρίση. Ερωτηματικά όμως εγείρει η δήλωση στήριξης της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ απ’ τον Λαφαζάνη και άλλα στελέχη της Πλατφόρμας σε θερμούς μάλιστα τόνους «Στηρίζουμε την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Τη στηρίζουμε πολύ δυνατά. Τη στηρίζουμε ολόθερμα» (Π. Λαφαζάνης). Η αντιφατικότητα στάσης και δήλωσης είναι εξόφθαλμη: Πώς είναι δυνατόν να στηρίζει κανείς την κυβέρνηση, αλλά να μη στηρίζει την κεντρική πολιτική επιλογή της; Αυτή η στάση δίνει λαβή για λοιδορίες και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς στους πολιτικούς και τα μίντια του συστήματος. Το κυριότερο όμως είναι ότι μ’ αυτή την επαμφοτερίζουσα στάση η Πλατφόρμα καλλιεργεί σύγχυση και αυταπάτες στις μάζες του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν αγανακτήσει με την επιλογή της κυβέρνησης και αισθάνονται μετέωρες και προδομένες. Αντί ο Λαφαζάνης και η Κωνσταντοπούλου να καθαγιάζουν τον Τσίπρα, που περίπου παρομοιάζεται με αθώο αμνό που θυσιάζεται για χάρη του λαού, αναγκαίο είναι να στραφούν στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ, να τον εμψυχώσουν, να του προτείνουν ένα ριζοσπαστικό όραμα, να μην τον εγκλωβίζουν στη διαπάλη της κομματικής καμαρίλας, αλλά να οδηγήσουν σε λαϊκούς αγώνες για ρήξη και ανατροπή τη βάση του ΣΥΡΙΖΑ, που η αγωνιστική της ορμή, όπως απέδειξε και το Δημοψήφισμα, είναι στο υψηλό σημείο της.

Το πώς θα λύσει η Αριστερή Πλατφόρμα τις εσωκομματικές αντιθέσεις της με την αστική ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι δικό της θέμα. Η γνώμη μας πάντως είναι ότι αν η Πλατφόρμα εγκλωβίσει αυτή την αντίθεση στην εσωκομματική διαπάλη, όπως έπραττε μέχρι τώρα, και δεν τη φέρει ενώπιον της κοινωνίας σαν ταξικό διακύβευμα σε τελευταία ανάλυση, μια αριστερή δυνατότητα θα πάει χαμένη. Στους ρυθμούς και αιφνιδιασμούς της τρέχουσας συγκυρίας το ΚΚΕ αποδεικνύει εντονότερα τη θεωρητική και πολιτική ανεπάρκειά του. Την ισχυρή διαφοροποίηση της Πλατφόρμας την αντιμετωπίζει με λογική συνωμοσιολογίας και σχεδιασμού της άρχουσας τάξης. Σύμφωνα με τη λογική αυτή η Πλατφόρμα αξιοποιείται σαν ανάχωμα, που θα συγκρατεί τους ΣΥΡΙΖαίους εντός του συστημικού στρατοπέδου, αποτρέποντας τη μεταπήδησή τους στον αντισυστημικό χώρο. Δεν υπάρχει βέβαια αμφιβολία ότι η άρχουσα τάξη εξυφαίνει και θέτει σε εφαρμογή σχέδια για να διατηρεί και να διευρύνει τον έλεγχό της στην κοινωνία. Η Αριστερή Πλατφόρμα όμως ανεξάρτητα απ’ την επιλογή την οποία τελικά θα προκρίνει, αποτελεί την πολιτική διαμεσολάβηση μεταξύ της λαϊκής εργατικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ και της αστικής ηγεσίας του. Η άρχουσα τάξη δεν είναι παντοδύναμη μοίρα που κατευθύνει τα πάντα. Μονοδιάστατη και στατική αντίληψη έχει το ΚΚΕ και στο θέμα του δημοψηφίσματος και του grexit. Στο πρώτο έβλεπε μόνο την υπαρκτή βέβαια πλευρά της χειραγώγησής του απ’ την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Το δεύτερο το ταυτίζει αποκλειστικά με την έξοδο απ’ το ευρώ. Το ΝΑΡ, αντίθετα, και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είδαν και αξιολόγησαν ως κυρίαρχη πλευρά του δημοψηφίσματος τη ριζοσπαστική δυναμική που απελευθερώνει. Στο δεύτερο έστω κι αν οι συνθήκες δεν είναι αυτές που προβλέπουμε στην τακτική μας, θα αντιμετωπίσουμε το Grexit ως στόχο που συμπυκνώνει τις αντιθέσεις (αδύνατος κρίκος) και θ’ αγωνιστούμε για να διευρύνουμε το ρήγμα με άλλες απαραίτητες αντικαπιταλιστικές κατακτήσεις.

Διεργασίες που εγκλωβίζουν την λαϊκή αγανάκτηση

του Γεράσιμου Λιβιτσάνου/ Πηγή: Πριν

Οι πολιτικές διεργασίες στον ΣΥΡΙΖΑ μετά την υπερψήφιση της συμφωνίας που αγνόησε τις ριζοσπαστικές διαθέσεις της κοινωνίας που εκφράστηκαν με το συντριπτικό «Όχι» του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου, απειλούν να εγκλωβίσουν είτε στην ενσωμάτωση είτε στην απογοήτευση και την αποστράτευση της κοινωνικής του βάσης, που βρίσκεται ακόμη σε καθεστώς σοκ και οργής. Το δίπολο που συγκροτείται στο εσωτερικό της κυβέρνησης και του κόμματος συνίσταται σε μια πλειοψηφία που υπερασπίζεται ως «μοναδική λύση» την επιλογή του μονόδρομου των μνημονίων, ενώ οι διαφωνούντες εξαντλούν τις προσδοκίες τους σε εσωκομματικές αναδιατάξεις που όμως δεν θα υπερβούν την στρατηγική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ που συνίσταται στο «πάση θυσία στο Ευρώ». Από την πλευρά της ηγετική ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρείται ουσιαστικά μία αντεπίθεση στο πλήγμα που δέχθηκε η πολιτική και κοινοβουλευτική εικόνα του βασικού κυβερνώντος κόμματος.

Εμφανής είναι ο στόχος της ανάσχεσης ενός ολοένα διευρυνόμενου κλίματος αμφισβήτησης των επιλογών της ηγεσίας στην εκλογική βάση του κόμματος. Κεντρικό στοιχείο αυτής της προσπάθειας είναι η επίκληση του απόλυτου αδιεξόδου στο οποίο φέρεται να βρέθηκε η ελληνική κυβέρνηση, αντιμετωπίζοντας την πρόταση του Β. Σόιμπλε για 5ετή έξοδο από την Ευρωζώνη. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά που έκανε ο Αλέξης Τσίπρας σε σύσκεψη της ηγετικής ομάδας σημειώνοντας πως «ζήτησα από την ΚΟ και τον κάθε βουλευτή ξεχωριστά να τοποθετηθούν στο ερώτημα αν ο εκβιασμός είναι αληθινός ή πλαστός. Και ζήτησα να αποφασίσουμε μαζί, αν είναι πλαστός, όλοι να ψηφίσουμε Όχι. Αν, όμως, αποφανθούμε ότι είναι αληθινός, όλοι μαζί να μοιραστούμε την ευθύνη».

«Το γεγονός ότι δεν εκφράστηκε ουσιαστική και τεκμηριωμένη αντίρρηση περί της αληθινής ισχύος του εκβιασμού, καθιστά την επιλογή 32 βουλευτών της ΚΟ να μη μοιραστούν την ευθύνη, τόσο με εμένα προσωπικά, όσο και με τους υπόλοιπους 110 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ως μια επιλογή που έρχεται σε σύγκρουση με τις αρχές της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης και σε μια κρίσιμη ώρα δημιουργεί ένα ανοιχτό τραύμα στο εσωτερικό μας». Μάλιστα ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι οι εξελίξεις καθιστούν «έωλη τη στήριξη της πρώτης στην ιστορία του τόπου κυβέρνησης της αριστεράς, καθώς πλέον είμαι αναγκασμένος να συνεχίσω μέχρι και την ολοκλήρωση της συμφωνίας, με κυβέρνηση που θα στηρίζεται σε μειοψηφικό αριθμό βουλευτών».

Συνολικότερο πολιτικό ζήτημα ανέδειξε με δηλώσεις του ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Φίλης σημειώνοντας ότι «υπάρχει πρόβλημα ταυτότητας» αφού «δεν μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να προχωρήσει ισότιμα με δύο πολιτικά σχέδια. Δεν μπορεί να υπάρξει ΣΥΡΙΖΑ και εκτός και εντός του ευρώ». Πάντως τα εσωκομματικά προβλήματα στον ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορούν μόνον τους βουλευτές και τα στελέχη της Αριστερής Πλατφόρμας. Η λαϊκή πίεση έχει δημιουργήσει έντονο προβληματισμό και στα στελέχη της ομάδας των 53, ενώ προβληματίζει η στάση της Ζ.Κωνσταντοπούλου και φυσικά η ηχηρή παραίτηση της Νάντιας Βαλαβάνη.

Όσον αφορά την Αριστερή Πλατφόρμα και συνολικά τους διαφοροποιούμενους στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ κινούνται σε μία λογική που «προσπερνά» το αυταπόδεικτο γεγονός της αποδοχής του μονόδρομου του Ευρώ, ως στρατηγική επιλογή του κόμματος, η οποία καταδεικνύει και τα πολιτικά του όρια. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι σε άρθρο της ιστοελίδας Ίσκρα αναφέρεται ότι στόχος είναι να καταστούν «προσωρινές» οι «πολιτικές αναδιπλώσεις» αυτού του είδους!

«Χρειάζεται ψυχραιμία για να μην βρεθούμε στην θέση του Αλαβάνου» αναφέρουν στελέχη της Αριστερής Πλατφόρμας έχοντας προσανατολιστεί αποκλειστικά στο εσωκομματικό ακροατήριο, προσδοκώντας να ασκήσουν πιέσεις μέσω των εσωκομματικών συσχετισμών. Αυτά, την ίδια στιγμή που είναι ασφυκτικές οι πιέσεις που ασκούνται από την βάση. Αυτή άλλωστε η λογική οδήγησε και στην …ψηφοφορία-χειρουργείο, της προηγούμενης Τετάρτης στην Βουλή, όπου οι καταψηφίσεις της συμφωνίας και τα «παρών» ήταν προσαρμοσμένα έτσι ώστε η δύναμη της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ να μην πέσει κάτω από τους 120 βουλευτές. Στην ίδια «γραμμή» κινήθηκαν και οι μετέπειτα δηλώσεις περί στήριξης της κυβέρνησης, παρά την διαφωνία με την συμφωνία που εγκρίθηκε από το κοινοβούλιο.

Ενδεικτική είναι η δήλωση του Π.Λαφαζάνη που είπε ότι «στηρίζουμε την κυβέρνηση, αλλά διαφωνούμε με τα μνημόνια, με μέτρα λιτότητας. Είμαστε βουλευτές της κυβέρνησης αυτής, τη στηρίζουμε ολόθερμα, είμαστε η καρδιά και η ψυχή του ΣΥΡΙΖΑ, στηρίζουμε τον πρωθυπουργό, δεν στηρίζουμε το Μνημόνιο».

Παράλληλα σε άρθρο του ο Κ.Λαπαβίτσας επιχείρησε να απαντήσει στο θέμα που τίθεται από το πρωθυπουργικό περιβάλλον σχετικά με το αν είναι υπαρκτό το δίλλημα που έθεσε στην κυβέρνηση ο Β.Σόιμπλε. Όπως επισήμανε «η ελληνική κυβέρνηση, παρά τα όσα λέγονται, δεν πήγε κόντρα στον Σόιμπλε. Απλώς διάλεξε τον πρώτο δρόμο που της πρόσφερε ο οικονομικός προκουράτορας της Ευρώπης», υποστηρίζοντας ότι οι εναλλακτικές προτάσεις που δόθηκαν ήταν σκληρή λιτότητα εντός ευρώ η αναδιάρθρωση χρέους με προσωρινή έξοδο και σκληρά αντιλαϊκά μέτρα.

Ο δρόμος επιμένει στο ΟΧΙ μέχρι τέλους….

της Ειρήνης Γαϊτάνου/ Πηγή: Πριν

Πολλές και μαζικές ήταν οι αντιδράσεις αυτή την εβδομάδα ενάντια στο νέο μνημόνιο που συμφώνησαν Τσίπρας και Τσακαλώτος στις Βρυξέλλες και ψηφίστηκε στη Βουλή με τη διαδικασία του κατεπείγοντος την περασμένη Τετάρτη. Η κοινωνία παρακολούθησε εμβρόντητη τις εξελίξεις της Κυριακής -όπου η υποτιθέμενη “διαπραγμάτευση” αποκάλυπτε στην πραγματικότητα μια ευρω-πραξικοπηματική διαδικασία ταπείνωσης και επιχείρησης υποταγής του λαού- αλλά και την αντίστοιχα πραξικοπηματική συμφωνία από την πλευρά του πρωθυπουργού και την εσπευσμένη κατάθεση του νομοσχεδίου. Ένα ακόμα μίνι «δογμα του σοκ» αποτέλεσε λοιπόν η βδομάδα αυτή, για τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες που έχουν στρατευτεί τα τελευταία χρόνια στον αγώνα ενάντια στις μνημονιακές και καπιταλιστικές στρατηγικές μέχρι τέλους, αλλά και για τον ίδιο το λαό, που μόλις την προηγούμενη Κυριακή βροντοφώναζε το «Όχι» του με 61,3%.

Έτσι, ήταν αναμενόμενο να υπάρχει ένα πρώτο μούδιασμα σε κοινωνικό επίπεδο. Ωστόσο, συλλαλητήρια διοργανώθηκαν σχεδόν καθημερινά. Την Κυριακή εργατικά σωματεία και σχήματα αλλά και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η ΜΑΡΣ και άλλες συλλογικότητες, κάλεσαν σε συγκέντρωση στο Σύνταγμα όπου συμμετείχαν μερικές χιλιάδες διαδηλωτές. Αντίστοιχη κινητοποίηση έγινε και τη Δευτέρα, μετά και από ευρύ κάλεσμα στο ίντερνετ, ενάντια στην πρωινή συμφωνία. Την ίδια μέρα, σωματεία και εργατικά σχήματα προχώρησαν σε συσκέψεις για την οργάνωση της μάχης.

Την κλιμάκωση του αγώνα σηματοδότησε η Τετάρτη 15 Ιούλη, μέρα ψήφισης του τρίτου μνημονίου από τη Βουλή. Το πρωί η ΑΔΕΔΥ και πολλά πρωτοβάθμια σωματεία και ομοσπονδίες (η ΠΟΕ-ΟΤΑ, πολλές ΕΛΜΕ, ο συντονισμός σχημάτων σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα κλπ.) κάλεσαν σε απεργία και πορεία στο κέντρο της Αθήνας, τη Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις. Το ίδιο βράδυ, υπήρξε παλαϊκό κάλεσμα για συγκέντρωση στο Σύνταγμα και το Λευκό Πύργο στη Θεσσαλονίκη, από πολιτικές οργανώσεις, εργατικά σωματεία και σχήματα. Το ΠΑΜΕ διοργάνωσε επίσης συγκέντρωση στην Ομόνοια και πορεύτηκε προς το Σύνταγμα με πολύ μαζικά μπλοκ, όπου παρέμεινε μαζί με τους υπόλοιπους διαδηλωτές. Συνολικά, δεκάδες χιλιάδες πολίτες συμμετείχαν στις συγκεντρώσεις, ενώ η παρουσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της ΜΑΡΣ ήταν ιδιαίτερα δυναμική, δίνοντας κεντρικό στίγμα με τέσσερα πανό και χιλιάδες κόσμου. Συμμετείχαν ακόμα η “Αριστερή Αντιιμπεριαλιστική Συνεργασία-ΑΑΣ”, η ΟΚΔΕ, το ΕΕΚ, η Α.Π. Ροσινάντε, η νεολαία ΣΥΡΙΖΑ, το Δίκτυο για τα κοινωνικά δικαιώματα και άλλες πολιτικές και κινηματικές συλλογικότητες.

Λίγο μετά τις 8.30, όταν ξεκίνησε η συζήτηση στην ολομέλεια της Βουλής, ξέσπασε ένα όργιο τρομοκρατίας και καταστολής. Τα ΜΑΤ επιτέθηκαν στους διαδηλωτές με χειροβομβίδες κρότου-λάμψης και χημικά, με ξεκάθαρο στόχο να διαλύσουν τη συγκέντρωση. Εξάλλου, κλίμα αστυνομοκρατίας υπήρχε από το πρωί: εξαγγελία ότι οι σταθμοί μετρό θα ήταν κλειστοί (που αναιρέθηκε μετά τις αντιδράσεις αλλά τελικά επιβλήθηκε ξανά κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης), προληπτικές προσαγωγές, δεκάδες διμοιρίες και κλούβες των ΜΑΤ μέσα στη συγκέντρωση (όπως καταγγέλονταν διαρκώς και από τα μεγάφωνα), δημιουργία κλίματος σε δημοσιεύματα τις προηγούμενες μέρες περί “προετοιμασίας” της αστυνομίας και της αντιτρομοκρατικής.

Η επιχείρηση των ΜΑΤ ήταν εξαιρετικά επιθετική: με αλλεπάλληλες επιθέσεις, οι διαδηλωτές διώχθηκαν προς τις στήλες του Ολυμπίου Διός, ενώ κυνηγήθηκαν με διαρκή ρίψη δακρυγόνων στη Συγγρού ως τα όρια της Καλλιθέας. Ο στόχος ήταν ξεκάθαρος: να διαλυθεί η συγκέντρωση και να σταλεί ένα μήνυμα αναλγησίας και τρομοκρατίας. Ωστόσο, οι διαδηλωτές κάθε άλλο παρά φοβήθηκαν. Οι συγκεντρωμένοι αρνούνταν να διαλυθούν, ενώ η νεολαία στα μπλοκ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ οργάνωσε άμεσα την περιφρούρηση, με αποτέλεσμα να κατορθώσει να παραμείνει στο Σύνταγμα με οργανωμένο και αποφασιστικό τρόπο. Η παραμονή αυτή βοήθησε να παραμείνουν οργανωμένα μπλοκ ως αργά το βράδυ, ενώ επέστρεφαν μαζικά και όσοι και όσες είχαν κυνηγηθεί. Η αίσθηση των διαδηλωτών ήταν ότι επαναλαμβάνεται με περίσσεια επιθετικότητα το μνημονιακό σκηνικό των τελευταίων χρόνων. Κατέρρευσε έτσι για μια ακόμη φορά η φιλολογία περί αυτοτέλειας του Πανούση από την κυβέρνηση. Αντίθετα, είναι προφανές ότι μνημόνια και καταστολή πάνε μαζί, και οι κατασταλτικοί μηχανισμοί είναι όργανα επιβολής της κυβερνητικής πολιτικής στην κοινωνική πλειοψηφία που πλήττεται βίαια.

Αυτό μαρτυρά άλλωστε και ό,τι ακολούθησε. Τα ΜΜΕ έκαναν αλγεινή εντύπωση με τη χυδαία ψευδολογία με την οποία παρουσίασαν τις συγκεντρώσεις. Παράλληλα, διενεργήθηκαν 38 προσαγωγές και 16 συλλήψεις, ανάμεσα στους οποίους ήταν δύο μέλη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μέλη της Ροσινάντε και ο πρόεδρος του Σωματείου Βιβλίου-Χάρτου. Πέντε συλληφθέντες κατηγορούνται με κακουργήματα, ενώ οι περισσότεροι δάρθηκαν άγρια από την αστυνομία και απειλήθηκαν με πολυήμερη παρακράτηση. Είναι γελασμένοι αν πιστεύουν ότι ο αγωνιζόμενος λαός πτοείται! Αντίθετα, το μούδιασμα των πρώτων ωρών ξεπεράστηκε γρηγορότερα και η αποφασιστικότητα της πάλης ενάντια σε παλιά και νέα μνημόνια είναι ακόμα μεγαλύτερη.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *