11 Οκτωβρίου 2015

Ασφαλιστικό. Η πρώτη αναμέτρηση με το 3ο μνημόνιο

Οι ρυθμίσεις του 3ου μνημονίου για την ασφάλιση και ο νόμος που θα προωθηθεί τον Οκτώβριο, ολοκληρώνουν μια πορεία βαθύτατων αντιδραστικών αλλαγών στην κοινωνική ασφάλιση και πρόνοια.

Τα ψηφισμένα και τα προς ψήφιση μέτρα:
  • Υιοθετούν τις βασικές αρχές της στρατηγικής για την κοινωνική ασφάλιση: την «ανταποδοτική» και «κεφαλαιοποιητική» λογική (συνδέει τις παροχές με τις εισφορές και καταδικάζει τους οικονομικά ασθενέστερους), τη λογική που αντιμετωπίζει την ασφάλιση όχι ως κοινωνικό δικαίωμα αλλά ως ατομική ευθύνη και, τέλος, τη λογική που θεωρεί το ασφαλιστικό σύστημα «δαπανηρό» και μη βιώσιμο.
  • Αποδέχονται το σύστημα των τριών πυλώνων που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά από τη χούντα της Χιλής με βάση τις ιδέες των θεωρητικών του νεοφιλελευθερισμού. Στο μοντέλο αυτό, το κράτος παρέχει μια ελάχιστη εγγυημένη σύνταξη (360 ευρώ με βάση τον ν.3863/2010), η οποία συμπληρώνεται από την επαγγελματική και ιδιωτική ασφάλιση.
  • Συλλειτουργούν με το εφιαλτικό τοπίο που διαμορφώνουν οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, η τεράστια και μακρόχρονη ανεργία, η απαίτηση για «ισοσκελισμένους» ή πλεονασματικούς προϋπολογισμούς και «εξυπηρέτηση» του χρέους.

Τα μέτρα του 3ου μνημονίου δεν καταργούν, αντιθέτως εδράζονται στα «κεκτημένα» των αντιασφαλιστικών νόμων της μνημονιακής περιόδου (3863/2010, 3865/2010 κ.λπ.) και δεσμεύονται να τους εφαρμόσουν πλήρως.

Εδράζονται, επίσης, στις αντιασφαλιστικές ρυθμίσεις της προ μνημονίων περιόδου (νόμοι Σιούφα, Ρέππα, Πετραλιά κ.λπ.). Είναι χαρακτηριστικό ότι τη μέρα που ψηφίστηκε το 3ο μνημόνιο, υπεγράφη εγκύκλιος που υπολογίζει την κατώτερη σύνταξη με βάση τον ν.3863/2010 και τη μειώνει στα 392,7 ευρώ (από 486 που ήταν στο ΙΚΑ και 417 στον ΟΑΕΕ).

Οι κύριες κατευθύνσεις της νέας επίθεσης στα ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων και των νέων προωθούνται με δύο αλληλοδιαπλεκόμενους τρόπους:
  • Μέσω ρυθμίσεων «άμεσης απόδοσης»), όπως η χορήγηση μόνο της βασικής σύνταξης σε όσους συνταξιοδοτούνται πριν το 67ο έτος. Οι ρυθμίσεις αυτές αφορούν κυρίως -όχι αποκλειστικά- τους συνταξιούχους ή όσους βρίσκονται κοντά στη σύνταξη.
  • Μέσω έμμεσων ρυθμίσεων, που βαφτίζονται «μεταρρυθμίσεις» ή «διαρθρωτικά μέτρα», όπως η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος. Οι ρυθμίσεις αυτές φαντάζουν «λογικές» και εμφανίζονται ως προσπάθεια να εξασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος. Στην πραγματικότητα, όμως, οδηγούν σε επιπλέον χτύπημα των ασφαλιστικών δικαιωμάτων τόσο των συνταξιούχων όσο και -και αυτή είναι η κυριότερη πλευρά- των νέων και των εργαζομένων μέσης ηλικίας.

Τα κύρια μέτρα που προβλέπονται στο ίδιο το 3ο μνημόνιο είναι:

α. Η περαιτέρω μείωση των συντάξεων για τους εν ενεργεία και κυρίως για τους μελλοντικούς συνταξιούχους. Άμεσα, την επιλογή αυτή υπηρετούν: η αύξηση της παρακράτησης για την υγεία στο 6% (από 4% για τις κύριες και από 0% για τις επικουρικές) - το πάγωμα των κατώτερων συντάξεων έως το 2021 - η χορήγηση μόνο της βασικής εγγυημένης σύνταξης (με βάσει τις εισφορές και με εισοδηματικά κριτήρια) και όχι της μη ανταποδοτικής (κρατική χρηματοδότηση και ΕΚΑΣ) σε όποιους συνταξιοδοτούνται από 1.7.2015 πριν τα 67 (αυτοί κανονική σύνταξη θα παίρνουν μόνο όταν φτάνουν στα 67). Και έμμεσα-διαρθρωτικά την προωθούν η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος στα ταμεία επικουρικής ασφάλισης (που δίνουν επικουρική σύνταξη) και στα ταμεία πρόνοιας (δίνουν εφάπαξ) και η κατάργηση των φόρων υπέρ τρίτων (π.χ. αγγελιόσημο) που χρηματοδοτούν τα ταμεία. Σήμερα τα επικουρικά ταμεία και τα ταμεία πρόνοιας έχουν έλλειμμα 1,4 δις και 900 εκ. αντίστοιχα, ενώ η κατάργηση των φόρων υπέρ τρίτων σημαίνει απώλεια 1,1 δις,

β. Η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης με «ισχυρά αντικίνητρα» για πρόωρες συντάξεις και «κατάργηση σταδιακά των κεκτημένων». Άμεσα αυξάνεται η ηλικία συνταξιοδότησης στα 67 (ή 62 για 40 έτη συνεχόμενης εργασίας)

γ. Η ενοποίηση επικουρικών ταμείων, που θα χρηματοδοτούνται με δικούς τους πόρους από 1.1.2015. Αυτό, σε συνδυασμό με τα χρέη τους και τη ρήτρα μηδενικού ελλείμματος, θα οδηγήσει στη μείωση των συντάξεων ή στην αύξηση των εισφορών.

Σε αυτά τα μέτρα -όπως προκύπτει από το ίδιο το μνημόνιο ή από τα δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών- θα περιλαμβάνονται:
  • Η στενότερη σύνδεση μεταξύ εισφορών και παροχών.
  • Νέες μειώσεις των συντάξεων μέσω: της άμεσης μείωσης των συντάξεων πάνω από 1.000 ευρώ (11% μεσοσταθμιστικά), του υπολογισμού της σύνταξης με βάση τις αποδοχές όλου του εργασιακού βίου κι όχι με βάση τον καταληκτικό και κατά τεκμήριο υψηλότερο μισθό ή της επιβολής κατώτερου πλαφόν από αυτό που υπάρχει σήμερα για το άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης.
  • Η καθολική ενοποίηση και των ταμείων κύριας ασφάλισης, η κατάργηση όλων των ειδικών τρόπων χρηματοδότησής τους και η εναρμόνιση των κανόνων σχετικά με τις εισφορές με τους κανόνες του ΙΚΑ. ΝΑΤ (όπου η χρηματοδότηση αυτή αποτελεί το 85% και 90% των εσόδων τους) ή το ΤΑΠ-ΟΤΕ και το ΤΑΠ-ΔΕΗ σε κατάρρευση ή μεγάλη αύξηση των εισφορών (ως και τριπλασιασμό στον ΟΓΑ). Αντίστοιχη επίπτωση θα έχει η «εναρμόνιση με τη δομή εισφορών του ΙΚΑ». Συνολικά, η «καθολική ενοποίηση» θα οδηγήσει σε μια εξίσωση-ισοπέδωση προς τα κάτω των ασφαλιστικών «παροχών» κι όχι στη βελτίωσή τους.
  • Η σταδιακή κατάργηση του ΕΚΑΣ για όλους τους συνταξιούχους, αρχίζοντας από το ανώτερο 20% το 2016.
  • Η ουσιαστική κατάργηση των πρόωρων συντάξεων, με την αύξηση της ποινής για πρόωρη συνταξιοδότηση από 6% σε 16%.
  • Η αύξηση των εισφορών για τους αγρότες και τους αυτοαπασχολούμενους, καθώς θα συνδεθούν με το πραγματικό (και όχι με το ονομαστικό) τους εισόδημα και θα οριστεί κατώτερο επίπεδο εισφορών.

Η οριστική μορφή αυτών των κατευθύνσεων και τα ενδεχόμενα πρόσθετα μέτρα θα γίνουν γνωστά όταν δημοσιοποιηθεί το προς ψήφιση σχέδιο νόμου.

Ήδη βέβαια, η κυβέρνηση, τα ΜΜΕ και η τρόικα, με καθημερινές δηλώσεις, δημοσιεύματα και «αναλογιστικές μελέτες», προετοιμάζουν το έδαφος για την αποδοχή του νέου νόμου.

Δημιουργούν ένα προπέτασμα καπνού, εστιάζοντας στις συντάξεις πάνω από 1.000 ευρώ και στην ανάγκη να μειωθούν για λόγους «κοινωνικής αλληλεγγύης». Ωστόσο, οι συντάξεις αυτές καλύπτουν μόνο το 34,3% των συνταξιούχων και δεν μπορούν να θεωρηθούν υψηλές με βάση το κόστος ζωής, την αύξηση της συμμετοχής των συνταξιούχων σε φάρμακα και ιατρικές εξετάσεις, τη συχνότερη προσφυγή σε ιδιώτες γιατρούς.

Καλλιεργούν την άποψη ότι το ασφαλιστικό σύστημα είναι «δαπανηρό, σπάταλο, μη βιώσιμο», ιδιαίτερα σε μια εποχή όπου «δεν υπάρχουν πόροι», «η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση», «λείπουν οι επενδύσεις» και πρέπει να «αποπληρώνουμε το χρέος». Αυτή η φιλολογία αντιμετωπίζει την ασφάλιση ως οικονομικό και όχι ως κοινωνικό ζήτημα, υποβάλλει την ιδέα της μείωσης της ασφαλιστικής προστασίας, παρακάμπτει το πώς και γιατί το ασφαλιστικό σύστημα είναι ελλειμματικό (λεηλασία κατά 7- δις ευρώ από κράτος, τράπεζες, εργοδότες, απώλειες από το τζογάρισμα των αποθεματικών στο χρηματιστήριο, από τα δομημένα ομόλογα και από το PSI, «σκούπισμα» των αποθεματικών από την πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για να πληρωθούν οφειλές στο ΔΝΤ) και συνδέει τη βελτίωση της ασφαλιστικής προστασίας -αν και όταν μιλά για κάτι τέτοιο- όχι με το χτύπημα του καπιταλιστικού πλούτου αλλά με τη στήριξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας και ανάπτυξης.

Εστιάζουν στις πρόωρες συντάξεις, παρουσιάζοντάς αυτές ως μία από τις βασικές -αν όχι τη βασική- αιτίες κατάρρευσης του συστήματος. Προφανώς δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Επιπλέον, το «αντίδοτο» που προτείνεται -η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης- θα πλήξει κυρίως τους νέους που, με βάση την ανεργία και την ελαστική εργασία, δύσκολα θα συγκεντρώσουν τις προϋποθέσεις για πλήρη σύνταξη ακόμη και στο 67ο έτος. Τέλος, καλλιεργούν τον εμφύλιο εντός των εργαζόμενων, υποδαυλίζοντας τις διαμάχες μεταξύ δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, χαμηλοσυνταξιούχων-υψηλοσυνταξιούχων παλιών-νέων ασφαλισμένων, μισθωτών-αγροτών. Ωστόσο, ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των προωθούμενων μέτρων είναι ότι πλήττουν ενιαία και ταυτόχρονα όλες αυτές τις κατηγορίες και ότι έχουν την τάση να εξισώσουν προς τα κάτω το ασφαλιστικό καθεστώς όλων.

Στη βάση όλων αυτών η απάντηση του εργατικού κινήματος πρέπει:
  • Να προτάσσει τις ασφαλιστικές ανάγκες των εργαζομένων και των νέων. Να μη μένει στο «όχι στο νέο νόμο» ή «όχι στους αντιασφαλιστικούς νόμους της μνημονιακής περιόδου, αλλά να προβάλει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο στόχων για τα ασφαλιστικά δικαιώματα στην εποχή μας και, στη βάση αυτή, να απαιτεί το ξήλωμα παλιών και πρόσφατων νόμων και την απόκρουση του νέου νόμου.
  • Να ενοποιεί όλα τα τμήματα των εργαζομένων και των νέων. Τέτοια συσπείρωση μπορεί να επιτευχθεί μόνο στη βάση ενός πλαισίου στόχων για τα ασφαλιστικά δικαιώματα στην εποχή μας, όχι με τη λογική του απλού «να μην περάσει το ν/σχ» (που προφανώς αποτελεί κομβικό στόχο της πάλης), της «εξαίρεσης του δικού μας ταμείου» ή του «να μη θιγούν ώριμα ασφαλιστικά δικαιώματα».
  • Να συνδέεται με τους συνολικούς πολιτικούς στόχους (διαγραφή χρέους, να χάσει πλούτο το κεφάλαιο, ρήξη/έξοδος από ευρώ/ΕΕ κ.λπ.) που απαιτούνται ώστε να υλοποιηθεί το προαναφερθέν πλαίσιο στόχων.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *