12 Απριλίου 2025

Πώς το ΔΕΝ ΕΧΩ ΟΞΥΓΟΝΟ θα γίνει ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΟΥΜΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟΥΣ ΑΝΑΤΡΕΨΟΥΜΕ (Βίντεο)

α

Ενδιαφέρουσα ήταν η εκδήλωση που διοργάνωσε η Κομμουνιστική Απελευθέρωση Τρικάλων, την 6η Απρίλη, με τη συμμετοχή αγωνιστών και αγωνιστριών, μεταξύ αυτών και πολλών ανένταχτων. Τις εισηγήσεις στην εκδήλωση έκαναν ο Σταύρος Μανίκας, μέλος του ΔΣ του Εργατικού Κέντρου Αθηνών και η Βαγγελίτσα Δινοπούλου, εκπαιδευτικός, μέλος του ΓΔ της ΑΔΕΔΥ.

Στην τοποθέτησή της η Βαγγελίτσα Δινοπούλου τόνισε: Όπως αναφέρει και η πρόσκληση στην σημερινή εκδήλωση, το τοπίο μετά την 28η Φλεβάρη δεν είναι το ίδιο. Αυτό ομολογείται από όλους, ανοιχτά ή ίσως όχι και τόσο ανοιχτά (κυρίως για να μην αποτυπώσει την αδυναμία, το αδιέξοδο ή την πίεση που έχει προκαλέσει). Τι σηματοδοτεί όμως για το αστικό σύστημα και όλους τους εκπροσώπους του, τι για την αριστερά και το εργατικό κίνημα; Το ρήγμα που άνοιξε, τα ερωτήματα και μπήκαν και η ορμητική εισβολή του λαϊκού παράγοντα ως καταλύτη και πυροκροτητή εξελίξεων, είναι ταυτόχρονα τόσο αντιφατικά όσο και ελπιδοφόρα. Η τελική τους πορεία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να κριθεί ως θετική ή αρνητική, βεβαιότητες και απόλυτα συμπεράσματα δεν εξάγονται εύκολα… Όμως, υπάρχουν κάποια σημεία που ξεχωρίζουν.

Σταχυολογώντας ορισμένα κρίσιμα σημεία, που κατά τη γνώμη μου ξεχώρισαν την 28/2 και άλλαξαν το πλαίσιο στο οποίο καλούμαστε να συζητήσουμε σήμερα, είναι τα παρακάτω:

-  Η 28η Φλεβάρη ήταν μέρα γενικής απεργίας! Εκατομμύρια εργαζόμενοι/ες σε όλη τη χώρα, αποφάσισαν να καταθέσουν το μεροκάματό τους, παρά τους εκβιασμούς και τις απειλές, παρά τη συστημική προσπάθεια που έγινε, αλλοιώνοντας τον ίδιο τον χαρακτήρα της απεργίας, να παρουσιαστεί ως μέρα «εθνικού πένθους» και αόριστης δικαιοσύνης (από ποιον άραγε; Και για ποιους;). Χαρακτηριστική και η προσπάθεια μερίδας του κεφαλαίου να μην αποκοπεί οριστικά από την κοινωνία, με καταστήματα και επιχειρήσεις που έκλεισαν, τα περισσότερα για κάποιες ώρες φυσικά συμβολικά, συνθήκη που δημιουργήθηκε κάτω από την πίεση χιλιάδων εργαζομένων που δήλωσαν πως θέλουν να απεργήσουν. Μάλιστα για πολλές και πολλούς εργαζόμενες/ους ίσως ήταν η πρώτη φορά που δήλωσαν απεργία, αναζήτησαν πώς να την δηλώσουν, ήρθαν σε επαφή με τα σωματεία τους. Για να μην αναφερθούμε στην εξωνημένη ΓΣΕΕ που τελικά υποχρεώθηκε να κηρύξει και εκείνη απεργία μετά το κύμα λαϊκής οργής που άρχισε να διαφαίνεται από τις 26/1 και πήρε διαστάσεις χειμάρρου στην πορεία προς την πανεργατική. Έσπασε στην πράξη το αφήγημα ότι οι εργαζόμενοι δεν κινητοποιούνται, βολεύονται στις χαμηλές προσδοκίες. Οι εργαζόμενοι/ες επέβαλαν αιτήματα και δράση που ξεπέρασαν όσους ήθελαν να χαμηλώσουν τα φτερά τους.

-  Η 28 Φλεβάρη θα μείνει στην ιστορία ως μία από τις μεγαλύτερες πολιτικές απεργίες της σύγχρονης Ελλάδας. Ως το σημείο μαζικής κι επιθετικής επανεμφάνισης του λαϊκού παράγοντα στο προσκήνιο. Μια απεργία που δεν έγινε για οικονομικά αιτήματα, αλλά είχε σαφώς πολιτικό χαρακτήρα, απαίτησε την καταδίκη των ενόχων για το έγκλημα των Τεμπών, ανέδειξε την συγκάλυψη από κυβέρνηση και κράτος, δήλωσε την αντίθεση στην ιδιωτικοποίηση. Είχε σαφές κι έντονο αντικυβερνητικό χαρακτήρα. Το σύνθημα ανατροπής της κυβέρνησης των δολοφόνων κυριάρχησε στις πλατείες παρά τις προσπάθειες αποσιώπησης του.

-  Έβαλε στο κέντρο της αντιπαράθεσης και των αιτημάτων την αμφισβήτηση κεντρικών πυλώνων της αστικής πολιτικής:

Α) Από τη μια τις ιδιωτικοποιήσεις και την εμπορευματοποίηση των δημόσιων αγαθών. Η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων έχει δεχτεί τεράστιο πλήγμα. Οι εργαζόμενες/οι συνειδητοποιούν σήμερα ότι τα πάντα ξεπουλιούνται και παραδίδονται στο κεφάλαιο, λειτουργούν και υπακούν μόνο στους νόμους της αγοράς, του κέρδους και η προστασία και εξασφάλισή του αποτελεί την μέγιστη αξία, ακόμη κι αν αυτό έχει ως άμεση συνέπεια να χάνονται ανθρώπινες ζωές. Από τα νοσοκομεία, το ρεύμα, την παιδεία μέχρι τις μεταφορές τα πάντα ιδιωτικοποιούνται, εμπορευματοποιούνται, υπάγονται πλήρως στην πολιτική της ΕΕ για απελευθέρωση των αγορών, στα μνημόνια και τις δεσμεύσεις τους, συνθλίβονται κάτω από την ανταποδοτικότητα, τον ανταγωνισμό, αποκλείοντας ολοένα και περισσότερο τους πιο πολλούς/ες. Το σύνθημα «όχι άλλα Τέμπη» συμπύκνωσε όλες τις πλευρές ιδιωτικοποίησης των δημόσιων αγαθών.

Β) Από την άλλη έβαλε ανοιχτά το ερώτημα τι σημαίνει απόδοση δικαιοσύνης για το έγκλημα στα Τέμπη. Σήμερα αμφισβητείται ανοιχτά η αστική δικαιοσύνη και το αστικό δικαστικό σύστημα, καθώς γίνεται φανερό και αναδεικνύεται με μαζικό τρόπο το πόσο εξαρτημένο είναι από τις κυβερνήσεις και τα μεγάλα συμφέροντα. Είναι κραυγαλέα η επιβεβαίωση αυτή από το ζήτημα της συγκάλυψης, την ευθεία παρέμβαση και καθοδήγηση των διαδικασιών, μέχρι τις προσχηματικές εξεταστικές επιτροπές στα πλαίσια του κοινοβουλίου. Μεγάλη προσπάθεια καταβάλλεται με σειρά δημοσιευμάτων και δημόσιων δηλώσεων και εκκλήσεων για τυφλή εμπιστοσύνη που πρέπει ο λαός να δείξει στη «δικαιοσύνη», φτάνοντας μέχρι και στο σημείο να λοιδορείται όποιος «τολμά» να θέσει ανοιχτά ζήτημα εμπιστοσύνης και αμφιβολιών. Μόνο που αυτό που πραγματικά πρέπει να αναδειχθεί δεν είναι αν οι πολίτες εμπιστεύονται τη δικαιοσύνη, το ερώτημα που πρέπει να μπει είναι πως η ίδια η δικαστική εξουσία θα κατακτήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών. Γιατί η δικαιοσύνη είναι αξία. Επομένως η δικαστική εξουσία δεν είναι η δικαιοσύνη. Έχει αποδειχτεί σε εμβληματικές υποθέσεις με υψηλά στελέχη και επιφανείς κατηγορούμενους από το αστικό σύστημα, το κεφάλαιο και το οργανωμένο οικονομικό έγκλημα, όπως στις υποθέσεις της Νοβάρτις, τις υποκλοπές, πως η βασική αρχή που υπηρετεί η δικαστική εξουσία δεν είναι η δικαιοσύνη αλλά η αδικία! Το σύστημα απονομής δικαιοσύνης πάσχει, όχι γιατί αφορά κυρίως ή μόνο τα πρόσωπα που ασκούν την δικαστική εξουσία, αλλά πάσχει στο dna του αφού αναπαράγει τις κυρίαρχες εκμεταλλευτικές μορφές εξουσίας. Το δίκαιο και τη δικαιοσύνη την γράφουν σήμερα οι κοινωνικοί και εργατικοί αγώνες. Και σήμερα μεταξύ των αιτημάτων περί μη συγκάλυψης και δικαίωσης των νεκρών, πρέπει να είναι πώς το λαϊκό κίνημα θα επιβάλλει τη δικαιοσύνη και συμπληρώνουμε εμείς πως πραγματική δικαιοσύνη ουσιαστικά μπορεί να υπάρξει μόνο σε μια κοινωνία απελευθερωμένη από τα καπιταλιστικά δεσμά.

Γ) Και τέλος, ακόμη και αν αυτό δεν εκφράζεται οργανωμένα, δεν αποτυπώνεται ως αίτημα, ή ακόμη κι αν δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένη εκπροσώπηση για εναλλαγή στην εξουσία, τίθεται ξεκάθαρα πια έλλειψη εμπιστοσύνης στην αστική πολιτική και τους εκπροσώπους της. Δεν είναι χωρίς κίνδυνο όλες οι εκφράσεις αυτής της τάσης, η απολιτίκ και όχι πάντα «αθώα» έκκληση για «χωρίς κόμματα» κινητοποιήσεις, ή οι εθνικοπατριωτικές αντιλήψεις (για προδότες πολιτικούς ή το γνωστό όλοι ίδιοι είναι) που θρέφουν πολιτικά το τέρας της ακροδεξιάς.

Κρίσιμο διακύβευμα της περιόδου είναι ποιες διεργασίες θα συμβάλλουν ώστε αυτές οι τάσεις να γίνουν δυνατότητα συγκρότησης και αντεπίθεσης του εργατικού λαϊκού κινήματος από τη σκοπιά αντικαπιταλιστικών στόχων πάλης στο σήμερα. Η πάλη για να επιβληθούν αυτοί ο στόχοι συνιστά ρήγμα στην αστική πολιτική. Στο μέτρο που θα μπορέσει να επιβληθεί με την κινητοποίηση του λαού και τη δύναμη των αγώνων, θα είναι μια μεγάλη ήττα της κυβέρνησης στην ουσία της πολιτικής της. Τέτοια ρήγματα, εφόσον επεκτείνονται και βαθαίνουν θα εντείνουν την κρίση της κυρίαρχης πολιτικής, θα πολλαπλασιάζουν τα αδιέξοδα και τη σχετική της αστάθεια, θα ξεπερνάνε την ξέπνοη σοσιαλδημοκρατική αντιπολίτευση που κινείται εντός των τειχών, καθώς θα θέτουν σε αμφισβήτηση τον πυρήνα της συναίνεσης, δηλαδή το όριο της πολιτικής της ΕΕ -και για άλλα ζητήματα του ΝΑΤΟ-, θα ανεβάζουν την πάλη σε άλλο ανώτερο επίπεδο, και έτσι θα «ωριμάζουν οι συνθήκες» για ευρύτερες αλλαγές.

Όλα τα παραπάνω τρόμαξαν το αστικό σύστημα αλλά και δυνάμεις της ρεφορμιστικής αριστεράς γιατί τέθηκε στο εδώ και το τώρα η πιθανότητα να σκάσει η λαϊκή οργή και να γίνει δυνατότητα ανατροπής.

Που βρισκόμαστε σήμερα;

Μπροστά στην δυνατότητα ριζοσπαστικοποίησης του λαϊκού εργατικού κινήματος και των αιτημάτων του μετά την συγκλονιστική απεργιακή 28/2, τα κέντρα του αστικού πολιτικού συστήματος επιδιώκουν να αποδυναμώσουν και να αποσπάσουν κάθε αίτημα με περιεχόμενο που αμφισβητεί την πολιτική κυβέρνησης-ΕΕ-κεφαλαίου, να αποκόψουν τα Τέμπη από τις αιτίες τους, να οδηγήσουν τη διεκδίκηση σε μια νέα εκδοχή «κάθαρσης» και «εκσυγχρονισμού» του σάπιου αστικού πολιτικού συστήματος, μιλούν γενικά και αόριστα για «δικαιοσύνη» που θα έρθει ως ανεξάρτητη και αδέσμευτη, με εγγυητή… το ίδιο σάπιο αστικό πολιτικό σύστημα! Και είναι ακριβώς αυτός ο λόγος που προκειμένου να γυρίσουμε στην προηγούμενη «κανονικότητα», με ευθύνη και συντονισμένη προσπάθεια του κυβερνητικού, εργοδοτικού, αστικοποιήμενου συνδικαλισμού κανένα απεργιακό γεγονός δεν προέκυψε μέσα στον Μάρτη ενώ και η απεργία στις 9/4 έχει απογυμνωθεί ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΑ από κάθε αίτημα που σχετίζεται με το έγκλημα των Τεμπών, την ανατροπή της κυβέρνησης και της πολιτικής της, τις ιδιωτικοποιήσεις! Επιδιώκουν τη λαϊκή κίνηση που ξέσπασε να την απογοητεύσουν και να τη στείλουν πίσω στις ατομικές «λύσεις».

Την ίδια στιγμή αναδιατάσσονται όλοι οι πολιτικοί συσχετισμοί. Ο κόσμος αντιλαμβάνεται ότι δεν έχει να περιμένει τίποτα ούτε από την ανύπαρκτη «σοβαρή» αντιπολίτευση (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΝΕΑΡ), που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο προτείνει τη λύση της «προοδευτικής κυβέρνησης, που θα διώξει τον Μητσοτάκη», προσπαθώντας να έρθει στην εξουσία χωρίς να δεσμευτεί για τίποτα. Αφήνει άθικτο το πλαίσιο των ιδιωτικοποιήσεων, των δρακόντειων απαιτήσεων του Προγράμματος Σταθερότητας της ΕΕ, της περιστολής οικονομικών, κοινωνικών, δημοκρατικών δικαιωμάτων στο όνομα της ανάπτυξης, της πληρωμής του ληστρικού χρέους στο διηνεκές, της στροφής στις πολεμικές δαπάνες στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.

Από την άλλη η παραλλαγή του κλασικού κυβερνητισμού με πρόταση «Λαϊκού Μετώπου» αλά Γαλλία και «ρεαλιστικής ρήξης και ανυπακοής», όπως προβάλλεται κυρίως από ΜεΡΑ25/ΛΑΕ και ΝΕΑΡ (που παίζει σε δύο ταμπλό), λειτουργεί συμπληρωματικά στην πρόταση «προοδευτικής» διακυβέρνησης και οδηγεί στον περιορισμό στο εφικτό του συστήματος.

Η δυσαρέσκεια και η απογοήτευση αφήνουν πολιτικό χώρο για την ενίσχυση της ακροδεξιάς τύπου Ελληνικής Λύσης ή Νίκης ή για το φούσκωμα ενδο-συστημικών εναλλακτικών όπως η Πλεύση Ελευθερίας.

Στην αριστερή πλευρά του επίσημου πολιτικού συστήματος, το ΚΚΕ έχει επιλέξει να μείνει σε ρόλο «αναχώματος» και κοινοβουλευτικού εγκλωβισμού της λαϊκής δυναμικής, μακριά από λογική ανατροπής. Απάντηση στη λογική ανάθεσης σε μια νέα κυβέρνηση «εδώ και τώρα», που προβάλλουν τα προηγούμενα ρεύματα, το ΚΚΕ απαντά δια της ανάθεσης σε ψήφο και κομματική ισχυροποίηση και της μετάθεσης όλων των πολιτικών στόχων στον σοσιαλισμό. Χαρακτηριστική η στιγμή όπου το κίνημα δεν μπορούσε να απαιτεί ανατροπή της κυβέρνησης και της πολιτικής της γιατί εγκλωβιζόταν σε αυταπάτες κοινοβουλευτικής εναλλαγής, όμως το ΚΚΕ μπορούσε να δίνει ψήφο ανοχής στην πρόταση μομφής εντός της Βουλής! Και τελικά το ερώτημα που θέτουμε ανοιχτά προς το ΚΚΕ είναι αποσταθεροποίηση ή σταθερότητα του αστικού συστήματος;

Την ίδια στιγμή, παρά τη μαζική απονομιμοποίησή της, η κυβέρνηση συνεχίζει αμείωτη την επιθετική πολιτική της. Με αλαζονεία ομολογεί ότι ο σιδηρόδρομος πριν το 2027 δεν θα είναι ασφαλής, ανακοινώνει αυξήσεις στο μισθό για τους ένστολους και στα σώματα ασφαλείας, ενώ κυνικά ανακοινώνει στους δημόσιους υπαλλήλους ότι οι αυξήσεις-κοροϊδία αντιστοιχούν στον 13ο μισθό. Μάλιστα, επιστρέφοντας στο αφήγημα της «ατομικής ευθύνης» του σταθμάρχη, στρέφοντας πάλι μακριά από την ίδια τις εγκληματικές ευθύνες, επανέρχεται στο ζήτημα της αξιολόγησης ως την κύρια αιτία και τάζει συνταγματική κατοχύρωσή της, με στόχο την άρση της μονιμότητας στο Δημόσιο. Όμως η πραγματικότητα είναι η ακριβώς αντίθετη. Αξιολογημένες ήταν οι δομές του ΟΣΕ και των κομματιών του που και με την έλευση της ιδιωτικοποίησης οδήγησε στο έγκλημα στα Τέμπη. Όμως η αξιολόγηση είναι κύρια αιχμή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, στην εκπαίδευση το γνωρίζουμε πολύ καλά, δίνουμε έναν συγκλονιστικό αγώνα 5 χρόνια τώρα με διώξεις, πειθαρχικά, τρομοκρατία, απειλές και εκβιασμούς.

Γίνεται ολοένα και πιο κατανοητό για χιλιάδες εργαζομένους πως η κυβερνητική πολιτική κρύβεται πίσω από την ακρίβεια, την εμπορευματοποίηση-ιδιωτικοποίηση των κοινωνικών αγαθών, την αστυνομοκρατία και την καταστολή, τους πολεμικούς εξοπλισμούς και τις υπέρογκες δαπάνες για το ΝΑΤΟ, την άμεση εμπλοκή και την ενεργό συμμετοχή στη γενοκτονία στη Παλαιστίνη. Αυτό είναι που τρομάζει την κυβέρνηση, η οποία βλέπει να χάνει στηρίγματα λαϊκής ανοχής είχε στην ελληνική κοινωνία. Το μόνο που την κρατάει όρθια είναι η στήριξη που έχει από τον επιχειρηματικό κόσμο, το ΝΑΤΟ, την ΕΕ, στην προσπάθεια τους να μην υπάρχει καμία παρέκκλιση από την εφαρμογή της αντιλαϊκής τους πολιτικής.

Ποια η δική μας απάντηση;

Σε αυτές τις συνθήκες έχει μεγάλη σημασία η συγκρότηση ενός πολιτικού εργατικού και λαϊκού κινήματος που, κλιμακώνοντας την πάλη σε περιεχόμενο και μορφές, θα αναδείξει τη δύναμη του λαού, θα δώσει αυτοπεποίθηση για θα αντεπιτεθεί για να προκαλέσει ρωγμές στους πυλώνες της αντιλαϊκής πολιτικής, να επιβάλλει κατακτήσεις, ανοίγοντας τον δρόμο για ευρύτερες ανατροπές.

Η αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική αριστερά πρέπει να κάνει βήματα στην ανασυγκρότηση του εργατικού λαϊκού κινήματος και της αριστεράς της ανατροπής και της νέας κομμουνιστικής προοπτικής.

Ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος που:

Θα προτάξει εδώ και τώρα ένα συνολικό αγώνα ανατροπής της κυβέρνησης και της πολιτικής της και κάθε επίδοξου κυβερνητικού διαχειριστή. Θα διαμορφώσει ένα ενιαίο πολιτικό πλαίσιο αιτημάτων που να συγκρούονται με τις κεντρικές επιλογές της αστικής πολιτικής, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ και να διεκδικούν σε ρήξη με αυτές τις πραγματικές μας ανάγκες. Θα δείξει ότι το έγκλημα των Τεμπών οφείλεται στην αντιδραστική πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και της απελευθέρωσης των αγορών της ΕΕ και όλων των μέχρι τώρα κυβερνήσεων. Θα δείξει τις ευθύνες όλου του πολιτικού συστήματος, πρώτα απ’ όλα της κυβέρνησης της ΝΔ, αλλά και της αστικής αντιπολίτευσης, της δικαστικής εξουσίας. Θα συνδέσει το πάνδημο αίτημα για καταδίκη των ενόχων με την πάλη για τα δημόσια αγαθά, αξιοπρεπή ζωή, ειρήνη.

Το εργατικό λαϊκό κίνημα πρέπει να παλέψει όχι μόνο για να μην ιδιωτικοποιηθούν τομείς και υπηρεσίες αλλά να γυρίσουν στο δημόσιο να επανακρατικοποιηθούν αυτές που ήδη έχουν περάσει στους ιδιώτες, ενάντια στην απελευθέρωση των αγορών της ΕΕ και το κέρδος με εργατικό λαϊκό έλεγχο και χωρίς ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Είναι τελείως παράλογο να παλεύει το κίνημα να μην γίνει Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου πχ το Ογκολογικό του Παίδων Πεντέλης, αλλά να αρνείται την πάλη να γυρίσει στο δημόσιο όταν αυτό έχει ιδιωτικοποιηθεί. Είναι τελείως παράλογο, να μιλάς για δημόσιο σιδηρόδρομο αλλά να έχεις πολεμική και να αρνείσαι κατηγορηματικά την πάλη για να διακοπεί η Σύμβαση με την εγκληματική Hellenic Train χωρίς αποζημίωση, για ενιαίο, αποκλειστικά δημόσιο σιδηρόδρομο, με τον έλεγχο των εργαζόμενων, κόντρα στα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, για να είναι ασφαλής, σύγχρονος, φτηνός για το λαό.

Τέλος σε αυτές τις συνθήκες το ταξικό εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα θα πρέπει να περιγράψει ένα σχέδιο επαναμαζικοποίησης των συνδικάτων. Η πρωτοφανής συμμετοχή εργαζομένων στην απεργία της 28ης Φλεβάρη, πρέπει να δώσει την σκυτάλη στα πρωτοβάθμια σωματεία στην μαζικοποίηση τους, στις Γενικές Συνελεύσεις.

Αυτό το σχέδιο απαιτεί και ένα άλλο κέντρο συντονισμού των αγώνων και των εργαζομένων, ένα κέντρο μάχης με καρδιά τα πρωτοβάθμια συνδικάτα, επιτροπές αγώνα και κάθε μορφή οργάνωση και συσπείρωσης των εργαζομένων σε δημόσιο ιδιωτικό τομέα. Απαιτεί αντίληψη που δεν αντιμετωπίζει τα συνδικάτα ως εκλογικούς μηχανισμούς. Απαιτεί ένα σχέδιο που θα ανατρέπει και την πεπατημένη των απεργιών «πιστολιά στο αέρα» που βάζει η ΓΣΕΕ, όπως ήταν και η πρόθεση της για την 9η Απρίλη. Που θα διεκδικούσε εκεί που «έκαιγε το πράγμα» την βδομάδα μετά την απεργία, να διοχετεύσει αυτή την δυναμική σε νέα απεργία μέσα στο Μάρτη για να πέσει η κυβέρνηση και να ανοίξει ο δρόμος για την ικανοποίηση των αιτημάτων μας εκτός του πλαισίου πειθαρχίας στην δημοσιονομική σταθερότητα της ΕΕ και τα αιματηρά πλεονάσματα.

Η αντικαπιταλιστική, επαναστατική, κομμουνιστική αριστερά οφείλουμε να συμβάλλουμε στη συγκρότηση μιας ολοκληρωτικά διαφορετικής προοπτικής και ενός πολύμορφου αγωνιστικού και πολιτικού μετώπου, εργατικής αντικαπιταλιστικής κατεύθυνσης. Ανεξάρτητου από και σε πόλεμο με αστικές κυβερνήσεις, κεφάλαιο, ΕΕ, ΝΑΤΟ και το μπλοκ της άμεσης ή έμμεσης συναίνεσης, στο όνομα είτε της «ανάπτυξης» ή της «εθνικής στρατηγικής».

Είτε η επαναστατική κομμουνιστική αριστερά θα βάλει πιο αποφασιστικά τα ώριμα και αναγκαία πολιτικά αιτήματα των εργαζόμενων για πάλη ξέροντας και διακηρύσσοντας ότι δεν μπορούν να ικανοποιηθούν στο πλαίσιο της σημερινής κατάστασης, είτε θα αυτοπεριοριστεί στο εφικτό του συστήματος ή με την μορφή της «ρεαλιστικής ανυπακοής» του ΜΕΡΑ25 ή με τη μορφή της παραπομπής των ρηγμάτων αυτών στην εργατική εξουσία, του ΚΚΕ.

Με τη σειρά του ο Σταύρος Μανίκας ανέφερε ότι η 28η Φεβρουαρίου ήταν μια ανάσα για την κοινωνία. 2 χρόνια μετά το έγκλημα των Τεμπών η λαϊκή οργή και αγανάκτηση ξεχύθηκε στους δρόμους. Οργή όχι μόνο για το έγκλημα των Τεμπών αλλά και για τους μισθούς πείνας, για τον μήνα που «δε βγαίνει», για τον εμπαιγμό της κυβέρνησης ότι δήθεν αύξησε τον κατώτατο μισθό, ενώ ταυτόχρονα φάνηκε ξεκάθαρα ότι αυτό που τρομάζει είναι ο αγώνας ο δικός μας, του λαού στους δρόμους και όχι στους διαδρόμους της Βουλής. Έτσι αποδεικνύεται ότι η κυβέρνηση και η πολιτική της δεν έχουν την παραμικρή νομιμοποίηση από τον λαό. Αυτό που την κρατά είναι η στήριξη από τον επιχειρηματικό κόσμο, την ΕΕ, το ΝΑΤΟ για να μην υπάρξει παρέκκλιση από τις αντεργατικές τους πολιτικές.

Πρόσθεσε πως σε καμία περίπτωση ούτε αυτή η κυβέρνηση ούτε όποια άλλη υπηρετήσει τις ίδιες πολιτικές δε θα πέσει σαν ώριμο φρούτο αλλά μέσα από τον δικό μας λαϊκό/ταξικό αγώνα, καθιστώντας σαφές ότι το μήνυμά μας είναι ανατροπή της πολιτικής τους με συνολική αντιπαράθεση και πολιτικούς όρους, γιατί η κυβέρνηση, το κράτος και η εξουσία των μονοπωλίων πρέπει να κλονιστούν και να γκρεμιστούν για να ζήσουμε τη ζωή που μας αξίζει.

Στη συνέχεια επισήμανε ότι οι ιδιωτικοποιήσεις των δημόσιων κοινωνικών αγαθών έχουν ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια με επιλογές/επιταγές Ε.Ε. και κεφαλαίου. Μάλιστα για να προετοιμάσουν το έδαφος οι κυβερνήσεις πρώτα υποβαθμίζουν και υποχρηματοδοτούν τον τομέα που θέλουν να ιδιωτικοποιήσουν ώστε προκληθεί η αγανάκτηση του κόσμου και τελικά να συμφωνήσει ότι μόνη λύση είναι η ιδιωτικοποίησή του. Παρέθεσε στοιχεία από την ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων σε Μ. Βρετανία, Γερμανία, Αργεντινή που οδήγησαν σε εκατοντάδες νεκρούς και τραυματίες, τονίζοντας το παράδοξο ότι δημόσιοι τομείς εξαγοράζονται από κρατικές επιχειρήσεις άλλων χωρών (πχ οι βρετανικοί σιδηρόδρομοι αγοράστηκαν από γερμανικές και ολλανδικές κρατικές εταιρίες, ο ΟΤΕ από τον αντίστοιχο γερμανικό δημόσιο οργανισμό)

Στην Ελλάδα, τόνισε, ο σιδηρόδρομος πέρασε για το συμβολικό ποσό των 45 εκ. ευρώ στην Hellenic Train και ο τότε πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας δήλωσε ευχαριστημένος, γιατί η χώρα γλύτωσε από ένα μεγάλο βάρος και γιατί οι επενδύσεις που θα γίνονταν θα έφερναν θέσεις εργασία ενώ και ο υπουργός Γ. Βαρουφάκης δήλωνε ότι θα τον πουλούσε και για ένα ευρώ. Βέβαια νέες θέσεις εργασίας δε δημιουργήθηκαν ενώ απεναντίας μειώθηκαν οι θέσεις και σήμερα υπάρχουν 1700 κενές οργανικές θέσεις στον ΟΣΕ. Μάλιστα το 2018 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ υπέγραψαν σύμβαση με την Hellenic Train με την οποία της έδινε 250 εκ. ευρώ ως το 2022. Την ίδια χρονιά η κυβέρνηση της Ν.Δ. επέκτεινε τη σύμβαση για άλλα 10 χρόνια δίνοντάς της άλλα 500 εκ. ευρώ. Οι κυβερνήσεις δηλαδή επιδότησαν την εταιρεία με χρήματα δικά μας, χρήματα των εργαζομένων για να σκοτώνει τα παιδιά μας!

Ο Σταύρος Μανίκας υπογράμμισε ότι Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ δε μιλούν για επαναφορά τους στο δημόσιο γιατί αυτά τα κόμματα και οι κυβερνήσεις τους πούλησαν τα τραίνα. Το ΚΚΕ από την άλλη θεωρεί ότι στην εποχή της απελευθερωμένης αγοράς της Ε.Ε. όλα τα κοινωνικά αγαθά είναι εμπορεύματα και ο ιδιοκτήτης τους, είτε είναι ιδιώτης είτε το κράτος θα θυσιάζει τον λαό για το κέρδος.

Αναφορικά με τις τελευταίες απεργίες τόνισε ότι ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ θέτουν τον πήχη των αιτημάτων πολύ χαμηλά, δεν παρουσιάζουν ένα συνεκτικό πρόγραμμα πάλης των εργαζομένων και των σωματείων με διεκδικητικό πλαίσιο, δεν αναφέρουν την ανάγκη απεργίας-αποχής όλου του δημόσιου τομέα και παρουσιάζουν τις διώξεις των εργαζόμενων από την κυβέρνηση ως απλό δείγμα αυταρχισμού των αστυνομικών δυνάμεων και όχι ως κεντρικό σχεδιασμό για να τσακιστεί κάθε φωνή που αντιδρά, βάζοντας έτσι πλάτη στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων. Το ΚΚΕ μέχρι πρόσφατα υποστήριζε ότι, λόγω των οικονομικών δυσκολιών, ο κόσμος δεν αντέχει πολλές μέρες απεργίας και για αυτό στήριζε 2-3 απεργίες τον χρόνο. Δε θέτει ένα συνολικό και συγκεκριμένο πρόγραμμα πάλης παραπέμποντας τη λύση όλων των αναγκών των εργαζομένων σε ένα απώτερο μέλλον, στον σοσιαλισμό, όπου την εξουσία θα έχει πάρει μέσα από τον… κοινοβουλευτικό δρόμο. Ούτε κουβέντα για ξεσηκωμό και ανατροπή!

Καταληκτικά τόνισε πως σήμερα η απειθαρχία στην Ε.Ε, η ανατροπή της κυβέρνησης και της πολιτικής της είναι ώριμα ζητήματα που συζητούν ο κόσμος και οι εργαζόμενοι. Όμως κάποιες δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς θεωρούν μαζική απεύθυνση αυτή που θα εξασφαλίσει μια πρόσκαιρη συμμαχία, ένα μαζικό ρεφορμιστικό, διαχειριστικό ρεύμα στους δρόμους για να πλασαριστούν καλύτερα σε μελλοντικά κυβερνητικά σχήματα προσαρμόζοντας εκ των προτέρων τα προτεινόμενα αιτήματα στα πολιτικά τους όρια. Έτσι όμως ευνουχίζουν τη δυνατότητα πολιτικοποίησης του κινήματος και μειώνουν την εμβέλεια της πρωτοβουλίας που παίρνουν. Θεωρούμε ότι η πάλη για την υπεράσπιση των δημόσιων/κοινωνικών αγαθών αλλά και για την επιστροφή στο δημόσιο αυτών που έχουν ιδιωτικοποιηθεί – και θα συμβάλλουμε αποφασιστικά ως Κομμουνιστική Απελευθέρωση σε αυτό - είναι σχολείο ταξικής πάλης, πάλης για το εδώ και το τώρα αλλά και για το μέλλον, για το πώς μπορούμε να κάνουμε τη ζωή μας καλύτερη και πάνω σε αυτή τη βάση μπορούν να συσπειρωθούν πλατιά λαϊκά στρώματα. Ταυτόχρονα αυτή η πάλη, αυτός ο αγώνας δείχνει και τα όρια του αστικού συστήματος και, εφόσον αυτό έχει όρια, στα όριά του μπορεί να αναδειχθεί και ο δρόμος για ένα άλλο σύστημα ανθρώπινο, για τον λαό. Οι κατακτήσεις αυτές θα δώσουν τη δυνατότητα διεξαγωγής της ταξικής πάλης από καλύτερες θέσεις για να μπορούμε να πετύχουμε νίκες που θα μας καλυτερεύουν τη ζωή μας, γιατί άλλο να είσαι υπάλληλος στον ιδιωτικό τομέα και να αγωνίζεσαι (ποσοστό συμμετοχής στα σωματεία 6%) και άλλο στον δημόσιο (ποσοστό συμμετοχής στα σωματεία πάνω από 60%). Έλεγε ο Λένιν ότι ο δεξιός και αριστερός οπορτουνισμός συναντιούνται. Τα προηγούμενα παραδείγματα για τη στάση των κομμάτων το επιβεβαιώνει. Η παραπομπή της επίλυσης των λαϊκών προβλημάτων στο απώτερο μέλλον δημιουργεί ακινησία, απογοήτευση, αποστράτευση. Λύση είναι ο συντονισμένος αγώνας με τον λαό, τα πρωτοβάθμια σωματεία για να πάρουμε πίσω όσα μας ανήκουν αλλά και για να θέσουμε τις βάσεις για έναν καλύτερο κόσμο και μία επαναστατική κοινωνία.

Δείτε το βίντεο με τις εισηγήσεις.




ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *