12 Μαρτίου 2013

Αλληλέγγυα οικονομία και ταξική πάλη

Δημήτρης Γρηγορόπουλος 


Στις μυλόπετρες της οικονομικής κρίσης που προσλαμβάνει και χαρακτήρα ανθρωπιστικής κρίσης, η αποτυχία της νεοφιλελεύθερης πολιτικής να ικανοποιήσει τις στοιχειώδεις ανάγκες της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και ιδιαίτερα η εγκατάλειψη της προνοιακής πολιτικής, ενεργοποιεί ένα ευρύτατο, αλλά και ετερόκλητο, δίχτυ προστασίας και αλληλεγγύης, εγκαταλελειμμένων μαζών. Κορυφαία θέση (ή τουλάχιστον πιο προβεβλημένη) τείνει να καταλάβει η παραδοσιακή αστική φιλανθρωπία, ανανεωμένη με νεοφιλελεύθερες συνταγές. Κύριο ρόλο επωμίζονται σούπερ μάρκετ, συγκεντρώνοντας είδη που ο εργαζόμενος αγοράζει από κάποιο κατάστημα τους. Με ιδιωτικές προσφορές, συχνά απλών εργαζομένων, αλλά και εθελοντική εργασία (μαγείρισσες) επιτελεί η Εκκλησία το καθημερινό συσσίτιο για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους.
Αλλά και στους δήμους, με πόρους των ΕΣΠΑ, ξεφυτρώνουν όλο και περισσότερα κοινωνικά παντοπωλεία. Σόου αλληλεγγύης στήνουν σούπερ μάρκετ σε συνεργασία με τηλεοπτικούς σταθμούς (ιδίως Μέγκα και Σκάι, που δεν πληρώνουν ασφαλώς δεκάρα τσακιστή, αφού ο λαός αγοράζει πάλι τα είδη), ενώ ταυτόχρονα κάνουν και μια χαρά μάρκετινγκ αυτοπροβολής. Οι Ευρωπαίοι επικυρίαρχοι και οι ιθαγενείς πραίτορες προτιμούν το λαό άφωνο και παθητικό στην κατάθλιψη των συσσιτίων και όχι στους χώρους δουλειάς και στους δρόμους των αγώνων.

Παράλληλα με τη μιντιακή μορφή φιλανθρωπίας, αναπτύσσονται δίκτυα αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας. Σε αυτή τη μορφή πρωταγωνιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ, αθόρυβα, αλλά αποτελεσματικά μάλλον.
Διανομή αντικειμένων και προσφορά αίματος έχει πραγματοποιήσει η Χρυσή Αυγή σε μια παρωδία ασύμβατη με την οποιαδήποτε έννοια φιλανθρωπίας.
Σοβαρό είναι το εγχείρημα των εργατικών λεσχών, που εμπλουτίζουν το περιεχόμενο της αλληλεγγύης εντάσσοντας σε αυτό και σύγχρονες μορφές όπως η διδασκαλία ξένων γλωσσών, οι χρηστικές διαλέξεις κ.ά.
Στα δίκτυα οικονομικής αλληλεγγύης που συγκροτούν οι οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ οργανώνονται τοπικές αγορές, στις οποίες έρχονται σε επαφή πωλητές και αγοραστές, στήνονται δίκτυα ανταλλαγής αγαθών και υπηρεσιών, αλλά πραγματοποιείται και δωρεάν διανομή ειδών ή και παροχή υπηρεσιών. Αυτοί οι χώροι, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, λειτουργούν ανταλλακτικά και διανεμητικά, χωρίς στοιχειωδώς να αντιλαμβάνονται την έννοια του «δώρου» και με την ανάπτυξη μαζικών δράσεων και διεκδικήσεων, με προτεραιότητα στην ιδεολογική παρέμβαση, που πρέπει να διδάσκει το λήπτη ότι το «δώρο» που λαμβάνει, δεν είναι χάρισμα. Το δικαιούται και πρέπει να το διεκδικεί με πιέσεις και αγώνες. Καλή η φιλανθρωπία και η αλληλεγγύη. Καλύτερος όμως ο αγώνας.
Ο Έλληνας πρέπει να διεκδικήσει με αγώνες και ξεσηκωμούς αυτά που του ανήκουν. Και πρώτα απ' όλα την αξιοπρέπεια και τη λευτεριά. Σύμφωνοι. Το ΕΑΜ μας έσωσε από την πείνα, αλλά με το αυτόματο στο χέρι...
Με αγώνες διεκδικούμε
Παράλληλα με την ανανεωμένη φι­λανθρωπία εμφανίζεται τα τελευ­ταία χρόνια, ιδίως σας χώρες της πιο έντονης κρίσης, όπως η δική μας, ένα ευρύ ρεύμα αλληλεγγύης, συνε­ταιριστικής οικονομίας, τοπικών αγορών, εθε­λοντικών ομάδων προσφοράς υπηρεσιών (ια­τρικών, νομικών, διδακτικών κ.ά.) ανταλλα­γών ειδών και υπηρεσιών, τραπεζών χρόνου και έκδοσης «νομίσματος».
Αυτές οι πρωτοβουλίες φιλοδοξούν σ' ένα πρώτο επίπεδο, να απαντήσουν στα προβλήμα­τα επιβίωσης, που δημιουργεί η αστική επίθεση για την υπέρβαση της κρίσης. Σε αυτό περιλαμ­βάνονται και ομάδες αλληλεγγύης αυθόρμητες και συχνά χωρίς συγκεκριμένη πολιτική ανα­φορά.
Σ' ένα δεύτερο επίπεδο, δραστη­ριοποιούνται οι οργανώσεις του ΣΥΡΙ­ΖΑ, με διάφορες μορφές αλληλέγγυας συνεταιριστικής δράσης. Στόχος είναι η αντιμετώπιση των άμεσων προβλημά­των με εξασφάλιση «οικονομικού χώ­ρου» σε μια «κοινωνία που ασφυκτιά» αλλά και «ο μετασχηματισμός των παραγωγι­κών σχέσεων» για την έξοδο από την κρίση.
Τρίτο, τέτοιου είδους πρωτοβουλίες και παρεμφερείς αναλαμβάνονται εδώ και αρκε­τά χρόνια από αναρχοαυτόνομες συλλογικότητες. Παράλληλα, αποτελούν μέσο «κατάρ­γησης» στην πράξη των βασικών αστικών θε­σμών (αγορά - κράτος). Είναι το παραδοσιακό αφήγημα της αναρχικής σκέψης, που οραματί­ζεται μια νέα και συμπαγή «ήπειρο» να σχημα­τίζεται από τις αυτόνομες νησίδες και να ανα­δύεται κυρίαρχη στη θέση της αγοράς και του κράτους, που θα έχουν καταρρεύσει.
Τα αλληλέγγυα εγχειρήματα, αλλά ακόμη και η απεχθής αστική πρωτοβουλία καλύπτουν σ' ένα βαθμό υπαρκτές και οξυμέ­νες στη δίνη της κρίσης ανάγκες. Πρόκειται για πραγματικότητα, που αυτονόητα πρέπει κάποιος να την αναγνωρίζει, για να επικοινω­νεί με την κοινή λογική και τη λαϊκή συνείδη­ση. Διαφορετικά, θα φτάνει στην απολυτότητα του ΚΚΕ, που αδιακρίτως καταδικάζει τις πρωτοβουλίες αλληλεγγύης. Τα εγχειρήματα όμως δεν πρέπει να αξιολογούνται με μεμονω­μένα ανθρωπιστικά κριτήρια. Με την αφηρη­μένη ανθρωπιστική έννοια, «ανθρωπιστικές» λειτουργίες θα μπορούσαν να αναγνωριστούν στα συντρίμμια του κράτους πρόνοιας.
Αυτές λοιπόν οι δράσεις πρέπει να κρίνο­νται με πολιτικό - ταξικό κριτήριο. Εντάσσε­ται η αλληλέγγυα οικονομία, από το χαρακτήρα και τον τρόπο άσκησης της, σ' ένα πλαίσιο ρήξης με τον καπιταλισμό και ανατροπής του ή μήπως αντικειμενικά (ανεξάρτητα από τις προθέσεις ενός μέρους των ακτιβιστών αυτών των εγχειρημάτων) αξιοποιείται από το νεοφι­λελεύθερο ολοκληρωτικό καπιταλισμό, για να κλείσει στο βαθμό του δυνατού, τα κενά ιδί­ως στην κοινωνική πολιτική του και να αναχαι­τίζει την εξεγερσιακή διάθεση των μαζών;
Το ότι αυτά τα εγχειρήματα είναι έξω από τη θε­σμοποιημένη οικονομία δεν συνιστά επαρκή παράγοντα, για να χαρακτηριστεί η  αλληλέγγυα οικονομία ‘’δυαδική’’ που σε μια αβίαστη εξελικτική πορεία θα αλλάξει τις παραγωγικές σχέσεις. Για παράδειγμα,  η ‘’μαύρη οικονομία» αν και παράνομη, μια χαρά είναι ενσω­ματωμένη στον καπιταλισμό. Χαρακτηριστική, εξάλλου, ηπιότητα και ευελιξία έδειξε το σύ­στημα πέρσι στο «κίνημα» της πατάτας. Γενι­κά, το κράτος και η αγορά δεν αντιμετωπίζουν ανταγωνιστικά κάθε μη θεσμοποιημένη οικο­νομική δραστηριότητα. Κριτήριο της στάσης τους αποτελεί η συμβατότητά της με τα συμφέ­ροντα τους ή η δυνατότητα ενσωμάτωσης και εκσυγχρονισμού των λειτουργιών τους. Εξάλ­λου, η επεκτατική αγοροποίηση των πάντων από το νεοφιλελευθερισμό είναι από τη φύση της αδύνατο (όπως και κάθε εκμεταλλευτικό σύστημα) να ανεχτεί την απειλητική ανάπτυξη των εναλλακτικών μορφών. Γι' αυτό, το αστι­κό κράτος ενεργοποιείται δραστήρια σε αυ­τόν το χώρο, αναπτύσσοντας την αστι­κή «κοινωνική οικονομία» για να κα­λύψει το τεράστιο κενό στον τομέα των κοινωνικών αναγκών που δημιουργεί η κατεδάφιση του κράτους πρόνοιας. Συντελείται με τις περιώνυμες ΜΚΟ στη χώρα μας, που δραστηριοποιού­νται σε ευρύ φάσμα τομέων, ιδίως όμως στους ΟΤΑ και σε τομείς υγείας, με πολύ μικρότερο κόστος από το κράτος και υπό τον έλεγχο του κράτους για τη δημιουργία και νέων θεσμών πελατείας. Εξάλλου, η νεοφιλελεύθερη «απο­κέντρωση» (ΟΤΑ επιτροπές παιδείας για μέ­ση εκπαίδευση, διοίκηση πανεπιστημίου κ.ά.) απλώς εξωραΐζουν την περικοπή κοινωνικών δαπανών, αποσπούν θεσμοθετημένες αρμοδι­ότητες από δημόσιες υπηρεσίες, ανοίγουν το δρόμο για ανεξέλεγκτη δράση των καπιταλι­στικών επιχειρήσεων.
Κριτήριο της προοδευτικότητας της αλλη­λέγγυας οικονομίας είναι ο σχεδιασμός και η λειτουργία της, ώστε να μην είναι συμβατή με το σύστημα. Αυτό προϋποθέτει: Πρώτο, ότι οι δομές λειτουργούν ανταγωνιστικά προς το κράτος - αγορά και όχι συμπληρωματικά προς αυτά, λειαίνοντας τις αιχμές τους.  Αυτό προϋποθέτει: Πρώτο, ότι οι δομές λειτουργούν ανταγωνιστικά προς το κράτος - αγορά και όχι συμπληρωματικά προς αυτά, λειαίνοντας τις αιχμές τους. Γι' αυ­τό, στις δράσεις δεν πρέπει να απολυτοποιείται το στοιχείο της ωφέλειας, αλλά να αξιοποι­είται η δύναμη του, για να αναδεικνύεται το αντισυστημικό στοιχείο και η αγωνιστική συ­νείδηση. Δεύτερο, αυτές οι δράσεις, αντίστοι­χα, πρέπει να είναι δράσεις όχι απλής ανταλ­λαγής και στήριξης, αλλά όργανα κινηματι­κής δράσης με τις ιδιαιτερότητες τους. Έτσι, δεν θα υπάρχει ο κίνδυνος να απενεργοποιού­νται από το κίνημα όσοι ικανοποιούν κάποιες ανάγκες τους, ούτε όσοι δραστηριοποι­ούνται εθελοντικά, θεωρώντας ότι έτσι εκπληρώνουν το καθήκον τους. Απενα­ντίας, πρέπει να εντάσσονται και να συναποτελούν ένα μαζικό αγωνιστικό κί­νημα, που με τους αγώνες τους, τις διεκ­δικήσεις, τους θεσμούς που θα δημιουρ­γεί, θα αναδεικνύεται σε κίνημα αντα­γωνιστικό προς το κράτος. Τρίτο, η στα­διακή και αβίαστη εγκαθίδρυση αυτών των θεσμών στα περιθώρια του καπιτα­λιστικού συστήματος είναι αναντίστοιχη προς τη στρατηγική ρήξης και ανατρο­πής του καπιταλισμού, αλλά αντίστοιχη με μια αντίληψη βαθμιαίας, αλλαγής των παραγωγικών σχέσεων. Η ρεφορμιστική αντίληψη του ΣΥΡΙΖΑ περί αλλαγής του τρόπου παραγωγής είναι αντιφατική και αυτοαναιρείται. Έχει εναλλακτική μορ­φή (αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων) αλ­λά συστημικό περιεχόμενο (άρνηση της αντικαπιταλιστικής επανάστασης και της κατάκτη­σης της εξουσίας). Και στην καλύτερη λοιπόν περίπτωση, αν συγκροτηθεί αριστερή κυβέρ­νηση και προωθηθούν ορισμένες οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές (το ευνοϊκότερο σενά­ριο), σύντομα στον αντιδραστικό ολοκληρωτι­κό καπιταλισμό, θα κληθεί αυτή η κυβέρνηση, εκούσα άκουσα, να δώσει την αποφασιστική μάχη με το αστικό κράτος και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, στους οποίους κατά βάση συγκεντρώνεται η εξουσία.
Οι παραδοσιακές και ριζοσπαστικές αντι­λήψεις της αναρχοαυτονομίας, σήμερα φαίνονται πιο επίκαιρες και ικανές να δώσουν απαντήσεις στη βαρβαρότητα της νεοφιλελεύθερης επίθεσης, αναιρώντας μάλιστα (στο βαθμό που εφαρμόζονται) βασικά στοιχεία της καπιταλιστικής δομής (χρήμα, εγχρήματες σχέσεις, ανταλλακτική αξία, εκμετάλλευση, ατο­μικισμός κ.ά.) και αντικαθιστώντας τες με κομ­μουνιστικά εν σπέρματι στοιχεία. Όμως, ίσως φανεί παράδοξο, οι προοπτικές της αναρχοαυ­τονομίας μάλλον είναι πιο περιορισμένες (πα­ρά τις αγαθές προσδοκίες) κι απ' αυτές του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι, αυτό το ρεύμα είναι καθηλω­μένο στη λογική των νησίδων. Δεν έχει πολι­τικό σχέδιο (έστω αυτό της αριστερής κυβέρ­νησης) και τη δυνατότητα, μέσω αυτής και αυ­τού, θεωρητικά έστω, να επηρεάσει την ευρύ­τερη οικονομία με την αλληλέγγυα συνεταιρι­στική οικονομία.
Μήπως η νέα ήπειρος των νησίδων και η εναλλακτική αλληλέγγυα οικονομία αποτε­λούν όντως αναπόφευκτα φυσικά φαινόμενα, αφού τα οικονομικά και πολιτικά μέσα δεν δι­αθέτουν αποδεικτικό έρμα; Η δυνατότητα κυ­ριαρχίας εναλλακτικών μη καπιταλιστικών οι­κονομιών στους κόλπους του αντίπαλου κα­πιταλισμού, αποκλείεται για λόγους οικονο­μικούς και πολιτικούς δομικούς στο σύστημα. Πρώτο, τα αγαθά της αλληλέγγυας οικονομί­ας είναι αγροτικά προϊόντα κυρίως και υπη­ρεσίες. Τα αγαθά όμως που κυρίως έχει ανά­γκη ένας άνθρωπος σήμερα είναι προϊόντα βιομηχανικής παραγωγής, την οποία ελέγ­χουν μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις ή τα κοινά αγαθά που τα διαχειρίζονται κρατικο-μονοπωλιακές και μεγάλες πολυεθνικές. Πα­ρά τα κάποια βήματα συνεταιριστικών τραπε­ζών, ο πανίσχυρος τραπεζικός τομέας ελέγχε­ται από την πιο αντιδραστική μερίδα του κε­φαλαίου, για την οποία είναι αδιανόητη μια περιορισμένη έστω απορρύθμιση των καπι­ταλιστικών σχέσεων, που δίνουν πρωταρχι­κή σημασία στην κερδοφορία των τραπεζών. Αλλά και βασικοί τομείς υπηρεσιών δεν εί­ναι μεμονωμένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όπως στο παρελθόν, αλλά μεγάλες μονοπωλημένες και σε σημαντικό βαθμό βιομηχανο­ποιημένες επιχειρήσεις (τράπεζες, υγεία, του­ρισμός, μεγάλα εκπαιδευτήρια κ.ά.). Αυτές οι επιχειρήσεις στηρίζονται στη δύναμη τους για την εξασφάλιση των μονοπωλιακών προνομί­ων τους και, εννοείται, δεν είναι διατεθειμέ­νες να εγκαταλείψουν τα προνόμια τους, στο βωμό της άγνωστης και οπωσδήποτε περιο­ριστικής εναλλακτικής συνεταιριστικής οικονομίας. Αλλά και στον αγροτικό το­μέα, ιδιαίτερα με τη μικρομεσαία παρα­γωγή και τη μεγάλη δύναμη των μεσαζό­ντων και άλλες αγκυλώσεις, αν και ευνο­είται η μικροσυνεταιριστική παραγωγή και διανομή, δεν μπορεί να υπάρξει στα­θεροποίηση και ανάπτυξη τέτοιων παρα­γωγικών σχέσεων, χωρίς να υπάρχει ένα δυναμικό υποστηρικτικό και οργανωτι­κό πολιτικό και κοινωνικό έρεισμα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι αυθόρμητα συγκρο­τημένες πέρσι ομάδες παραγωγών, που διέθεσαν τα προϊόντα τους στους κατα­ναλωτές παραγκωνίζοντας τους μεσάζο­ντες, φέτος που οι τιμές των αγροτικών προϊόντων ανέβηκαν σημαντικά σε πα­γκόσμιο επίπεδο, προτίμησαν τις παρα­δοσιακές αγορές. Το ίδιο φαινόμενο πα­ρατηρείται και στον πιο προωθημένο πειρα­ματισμό της αυτοδιαχείρισης εγκαταλελειμμένων επιχειρήσεων (ήδη εμφανίστηκε μια και στη χώρα μας, η ΒΙΟΜΕΤ).
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που συνέβη στην Αργεντινή. Ενώ στη δίνη της κρίσης και της λαϊκής εξέγερσης, χιλιάδες επιχειρήσεις μετατράπηκαν σε αυτοδιαχειριζόμενες, η στα­διακή αποκατάσταση της αστικής εξουσίας και οικονομίας (παρά τη σχετικά προοδευτική δια­κυβέρνηση των Κίρχνερ), η λειτουργία τους με τα δεδομένα του καπιταλιστικού τρόπου παρα­γωγής, οι αντικειμενικές δυσκολίες αλλά και η υπονόμευση από το εγχώριο και ξένο κατεστη­μένο, οδήγησε τις περισσότερες απ' αυτές τις επιχειρήσεις στο κλείσιμο ή στην επανακαπιταλιστικοποίηση. Είναι θετικό το γεγονός ότι ικανός αριθμός αυτών (περίπου 1.000) διατηρούν το καθεστώς της αυτοδιαχείρισης, με καλή σχετική πορεία.
Φαινόμενο παλιό, όπως κι ο καπιταλισμός
Αυτοί οι κοινωνικοί πειραμα­τισμοί γενικά ανάγουν τις ρίζες τους στους συνεταιρι­σμούς που ιδρύθηκαν για να ικανοποιούν ανάγκες ενός χώρου και στη συνέχεια, ευρύτερα κοινω­νικές (ιδίως η αλληλέγγυα οικονομία). Από τις αρχές του 19συ αιώνα, δημιουργούνται μορφές κοινωνικής οικονομίας με τη μορ­φή συνεργατικών ενώσεων από κοινού πα­ραγωγής. Ο Μαρξ με βάση αυτή την εξέλι­ξη, στο Α' Συνέδριο της Διεθνούς (1866) θα κάνει λόγο για την «οικονομία της εργατι­κής τάξης». Φαίνεται ότι ο Μαρξ δεν απέ­κλεισε τη δυνατότητα κυριαρχίας, μέσα από επανάσταση βέβαια, ενός συστήματος «συ­νεταιρισμένων παραγωγών». Υπό την επή­ρεια όμως της κυριαρχίας της μεγάλης κα­πιταλιστικής παραγωγής, μετασχηματίζο­νται και οι ενώσεις συνεργατικής παραγω­γής των εργατών, λόγω του μετασχηματι­σμού της ταξικής διάρθρωσης στο εσωτερι­κό τους, αφού ένα μέρος των συνεργατών διαφοροποιούνται από τους εργάτες και μετεξελίσσονται σε μικρούς επιχειρηματίες. Ο Μαρξ με επιστημονική ακρίβεια και τόλμη όχι μόνο θα αναγνωρίσει αυτό το μετασχη­ματισμό, αλλά και θα καταδικάσει σθεναρά τις συνεταιριστικές ενώσεις εργατών ως ερ­γαλεία διάσπασης των εργατών, αφού επι­τρέπουν ή και ευνοούν την ταξική διαφορο­ποίηση ενός μέρους τους και τη μετατροπή τους σε μικροεπιχειρηματίες.
Οι παραγωγικοί συνεταιρισμοί επεκτεί­νονται και στο χώρο των επαγγελματοβιοτεχνών και των αγροτών, επεκτεινόμενοι σε συνεταιρισμούς καταναλωτικούς, σε αλλη­λοβοηθητικά και ασφαλιστικά ταμεία. Αυ­τοί οι συνεταιρισμοί, ιδίως οι αγροτικοί, προσέλαβαν μεγάλη ανάπτυξη στη χώρα μας, και μετατράπηκαν σε άντρα μεγαλοαγροτών, που εκμεταλλευόμενοι τις διασυν­δέσεις με τα κυβερνώντα κόμματα κυριαρ­χούν στους συνεταιρισμούς και νέμονται τις παχυλές επιδοτήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν φταίει ασφαλώς η συνεταιρι­στική μορφή παραγωγής, διανομής και αλ­ληλοβοήθειας, αλλά η αστική και μικροαστική κυριαρχία στους συνεταιρισμούς, που τους υπέταξε στα συμφέροντα της και διέστρεψε τον αλληλέγγυο και αμεσοδημοκρατικό χαρακτήρα τους.
Από την ευρεία μήτρα της συνεταιριστι­κής δράσης, έλκει την καταγωγή της η κυ­ρίαρχη σήμερα οικονομία της αλληλεγγύης ως υβρίδιο ήπιας οικονομικής δράσης και φιλανθρωπίας. Ενδιαφέρουσα άποψη για την προοπτική της αν δεν υποταχτεί βέβαια (όπως συνέβη πολλές φορές με ιδέες, αξί­ες, μορφώματα, που προκύπτουν αυθόρμη­τα από την κοινωνία και τον κόσμο της ερ­γασίας) στην αστική πολιτική στις διάφορες μορφές της, νεοφιλελεύθερη, ακροδεξιά, ρεφορμιστική, παραθέτει ο Τζέρεμι Ρίφκιν στο βιβλίο τον Η τρίτη βιομηχανική επανά­σταση. Ο Ρίφκιν εντοπίζοντας τις οξύτατες αντιφάσεις του καπιταλισμού, προβλέπει ότι η έξυπνη τεχνολογία και η άκρως κερδοσκο­πική χρήση της, θα έχει μειώσει μέσα σε 30-40 χρόνια τις περισσότερες θέσεις εργασί­ας. Λύση για το θέμα της εργασίας θεωρεί την αναδυόμενη κοινωνική οικονομία.
Σύγχρονες περιφράξεις- εντεινόμενος αυταρχισμός
Η κρίση του καπιταλισμού οξύνεται. Είναι επιδερ­μική η ανάγνωση ότι ο καπιταλισμός θα υπερβεί πι σημερινή κρίση, όπως την κρίση του 1929.0 καπιταλισμός υποφέρει από ανίατες γεροντικές ασθένειες, τις οποίες αδυνατεί να θεραπεύσει: Αύξηση και εκσυγχρονισμός του πάγιου κεφα­λαίου, αλλά και πτώση του ποσοστού κέρδους, αναζήτηση αντιρρόπησης στο χρηματοπιστωτι­κό κεφάλαιο, το οποίο όμως αναπόφευκτα δημι­ουργεί φούσκες, αύξηση της παραγωγικότητας, χωρίς όμως αύξηση της ζήτησης και της εργα­σίας. Οι κεφαλαιοκράτες αδιαφορώντας για την κοινωνία και το αύριο, νοιάζονται μόνο για το κέρδος και το αναζητούν με κάθε τρόπο. Ακό­μη και στις φτωχότερες χώρες οι φτηνοί εργα­ζόμενοι δεν είναι τόσο φτηνοί, όσο η τεχνολογία που τους αντικαθιστά. Σύμφωνα με τους υπολο­γισμούς του Ρίφκιν, η προβλεπόμενη υιοθέτηση όλο και πιο έξυπνων τεχνολογιών θα μειώσει την απασχόληση στην παγκόσμια μεταποίηση από εκατόν εξήντα τρία εκατομμύρια εργαζόμενους σε μερικά εκατομμύρια μέχρι το 2040, με συνέ­πεια την κατάργηση των περισσότερων εργοστα­σιακών θέσεων εργασίας σε όλο τον κόσμο. Το ίδιο όμως θα συμβεί με τη χρήση έξυπνης τεχνο­λογίας στο δημόσιο τομέα, στις υπηρεσίες, στον πιστωτικό τομέα, έστω με πιο αργούς ρυθμούς. Η κραυγή κινδύνου των αστών οικονομολόγων νια «ανάκαμψη χωρίς θέσεις εργασίας» δεν είναι πρόβλεψη απλώς για τον ατελή χαρακτήρα της ανάκαμψης, αλλά και νια τον εφιαλτικό περιορι­σμό των θέσεων εργασίας, σε επίπεδο συστήμα­τος σε τριάντα περίπου χρόνια! Αναπτυσσόμε­νο χώρο προσφοράς εργασίας θεωρεί ο Ρίφκιν την κοινωνική οικονομία (την προσδιορίζει και με τους όρους τρίτος τομέας, κοινωνία πολιτών, αλ­ληλέγγυα οικονομία).
Οι μη κερδοσκοπικές αυτές οργανώσεις απασχολούν σήμερα περίπου πενήντα έξι εκα­τομμύρια εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης, δηλαδή κατά μέσο όρο το 5,6% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού σε σαράντα δύο χώρες στις οποίες διεξήχθη σχετική έρευνα. Κοινωνίες ορ­γανωμένες με επιχειρήσεις μη κερδοσκοπικές, υβρίδια εθελοντών αλλά και εργαζομένων με μι­σθούς κάλυψης των στοιχειωδών αναγκών και με αυτοδιοίκηση θα μπορούσαν να αποτελέσουν σπέρματα κομμουνιστικής κοινωνίας. Όμως πα­ρά την ανάπτυξη αυτού του τομέα, οι μεγάλες επιχειρήσεις που παράγουν το βασικό πλούτο θα παραμένουν ιδιωτικές, ενώ κυρίαρχος πολι­τικός θεσμός του συστήματος θα παραμένει το κράτος, που λόγω της υπερόξυνσης των κοινω­νικών και οικονομικών αντιθέσεων, θα είναι υπερ-αντιδραστικό και υπερ-αυταρχικό. Σε αυτές τις αντιλήψεις παρακάμπτονται συνήθως οι παρα­γωγικές σχέσεις και το πολιτικό εποικοδόμημα, ενώ απολυτοποιείται το στοιχείο του τεχνοκρα­τικού και αυτόματου. Ποιος εγγυάται ότι οι ιδιω­τικές επιχειρήσεις και το κράτος τους θα παρα­μείνουν απαθείς, στην ανάδειξη των μη κερδο­σκοπικών δομών που θα αποτελούν τη ζωντα­νή απόδειξη της χρεοκοπίας και σήψης του κα­πιταλισμού;
Είναι βέβαιο ότι ενάντια σε κάθε λογική θα δώ­σουν την απεγνωσμένη μάχη των ζόμπι, για να δι­ατηρήσουν τα προνόμια και την κυριαρχία τους. Και αντίστροφα. Το καπιταλιστικό περίβλημα, πα­ρά την αχρηστία και τη σήψη του, αφού σχεδόν θα έχει εκτοπίσει την κοινωνία από την εργασία, θα επιδιώκει να αποτρέψει με περιφράξεις την ποιοτική τους μετεξέλιξη σε κομμουνιστικές κολεκτίβες και την ποσοτική τους επέκταση σε όλη την κοινωνία. Και στο σήμερα πάλι.
Είναι λοιπόν υπερφίαλη η προοπτική και η προσδοκία ότι η αλληλέγγυα οικονομία, τα εθε­λοντικά δίκτυα, οι κολεκτίβες μπορούν να δώ­σουν απαντήσεις στα προβλήματα των εργαζο­μένων σε συνθήκες κρίσης, αλλά και να αλλά­ξουν τις σχέσεις παραγωγής; Είναι γεγονός ότι όσο οξύνεται η αντίθεση διαρκώς κοινωνικοποιούμενων παραγωγικών δυνάμεων και της ιδιωτι­κής ιδιοκτησίας τους, χωρίς όμως να λύνεται, τό­σο θα αυξάνονται τα υποπροϊόντα και σπέρματα αυτής της αντίθεσης. Όμως αυτά τα σπέρματα δεν οδηγούνται αυτόματα και με φυσικούς κανό­νες στην ολοκλήρωση τους. Χρειάζεται σκληρή ταξική πάλη μακρόχρονης διάρκειας. Με τεχνά­σματα και καθησυχασμούς δεν νικιέται η αστι­κή τάξη.
Δημοσιεύτηκε στο ΠΡΙΝ στις 10/3/13

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *