Η πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για τη µετωπική πολιτική συµπόρευση αναγκαία και ικανή
του Γιάννη Ελαφρού, εφημ. Πριν
του Γιάννη Ελαφρού, εφημ. Πριν
Το ζευγάρι χορεύει σφιχταγκαλιασµένο και κυλιέται στο βούρκο κι από
κει στο χαµό. Μοιάζει ανάρµοστη σχέση, αντίπαλοι για δεκαετίες στην
υπηρεσία όµως των ίδιων αφεντικών, µε ένα σωρό «σκελετούς» στην ντουλάπα
τους (από υποβρύχια και βρόµικες λίστες µέχρι µνηµόνια και µονταζιέρες
για κάθε προβοκάτσια), το γαλαζοπράσινο βαλς της «προγραµµατικής
συµφωνίας» Σαµαρά – Βενιζέλου θυµίζει Χορό του Ζαλόγγου. Μπορεί η
προγραµµατική συµφωνία ΝΔ – ΠΑΣΟΚ να είναι για τα σκουπίδια όσον αφορά
τις κυβερνητικές «δεσµεύσεις» τους, αλλά αποκαλύπτει τη βαθύτερη αιτία
που έδεσε τα δύο βασικά αστικά κόµµατα: Η παραµονή της χώρας στην
Ευρωπαϊκή Ένωση και η σταθερότητα του συστήµατος.
Κι όµως, ακριβώς αυτό
οδηγεί σε σταθεροποίηση των µνηµονίων, διαιώνιση της ασφυκτικής
επιτήρησης και της απαράδεκτης κηδεµονίας, αποχαλίνωση των εργοδοτών και
αντιδραστική ανασυγκρότηση του καπιταλισµού, ελεύθερη πτώση του
βιοτικού επιπέδου και της θέσης των εργαζοµένων και του λαού.
Ο Όλι Ρεν ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα (όπως και οι άλλες «υπερχρεωµένες»
χώρες-µέλη της ΕΕ) θα βρίσκονται κάτω από την µπότα της Κοµισιόν για
πολλές δεκαετίες ακόµα, ίσως και για πάντα, τουλάχιστον µέχρι να
αποπληρώσουν το 75% του χρέους τους! Έρχεται αυτή η ρύθµιση («δεύτερο
πακέτο» ονοµάζεται) να προστεθεί στον δρακόντειο έλεγχο της οικονοµικής
πολιτικής των κρατών-µελών (και βεβαίως πρώτα και κύρια των πιο
αδύναµων) που θεσπίζει το δηµοσιονοµικό σύµφωνο της ΕΕ. Θέλει θάρρος,
αλλά η αλήθεια πρέπει να λέγεται, και αντίστοιχα να διαµορφώνονται τα
προγράµµατα και οι θέσεις της Αριστεράς και του λαϊκού κινήµατος: Δεν
υπάρχει δυνατότητα να καταργηθεί η πολιτική των µνηµονίων (όπως κι αν τη
βαφτίσουν, µε ή χωρίς τρόικα), δεν µπορεί να σπάσει ο αντεργατικός και
αντιλαϊκός οδοστρωτήρας χωρίς ανυπακοή, µονοµερή διαγραφή του χρέους και
έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ, σε σύγκρουση µε τα συµφέροντα του
κεφαλαίου, ντόπιου και ξένου, µε τις σηµαίες των εργατικών και λαϊκών
δικαιωµάτων και του διεθνισµού της εποχής µας.
Αυτή είναι η κόκκινη γραµµή, το όριο του συστήµατος, γι’ αυτό και ο
Αντ. Σαµαράς από τις ΗΠΑ φωτογράφισε ως άλλο άκρο τις δυνάµεις που
παλεύουν «για έξοδο από το ευρώ, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ». Αυτή την Αριστερά
φοβούνται, ένα τέτοιο λαϊκό κίνηµα τρέµουν. Γι’ αυτό και λαµβάνουν
προληπτικά (και προκλητικά) κατασταλτικά νοµοθετικά µέτρα για την
αντιµετώπιση ειδικά της αντιΕΕ απειθαρχίας και ανατρεπτικής πάλης.
Το ζητούµενο σήµερα είναι να φτιάξουµε τη µαζική µετωπική Αριστερά,
που θα βρεθεί στον αντίποδα της επίθεσης του συστήµατος και της βάρβαρης
καπιταλιστικής ανασυγκρότησης. Που θα σηκώσει το γάντι και θα παλέψει
και για την επιβίωση του λαού, αλλά κυρίως για µια αξιοβίωτη ζωή,
ενάντια στη φτώχεια, την εξαθλίωση, τον εκφασισµό, τον κοινοβουλευτικό
ολοκληρωτισµό. Κι ακριβώς γι’ αυτό το λόγο θα θέσει ανοιχτά την ανάγκη
ρήξης και εξόδου από το ευρώ και την ΕΕ, από την τυραννία των τραπεζών
και των τοκογλύφων, της αγοράς και του κεφαλαίου. Μια Αριστερά
ανατρεπτική και αντικαπιταλιστική, όχι γιατί αυτό απαιτούν οι γραφές
αλλά γιατί είναι το αναγκαίο περιεχόµενο για να νικήσει ο κόσµος της
δουλειάς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ολοένα και πιο καθαρά κινείται σε άλλη κατεύθυνση, σε µια
λογική κοινοβουλευτικής εναλλαγής και διαχείρισης. Μια εικόνα της
ραγδαίας προσαρµογής του ΣΥΡΙΖΑ πήραµε αυτή την εβδοµάδα µε την
υπερψήφιση από το σύνολο σχεδόν των βουλευτών του της τροπολογίας που
αποδέχεται τον τροµονόµο ως κριτήριο χρηµατοδότησης κοµµάτων. Το «ναι»
των βουλευτών της αριστερής πλατφόρµας, παρά την εκφρασµένη διαφωνία
τους, δείχνει και τα όρια της διαφοροποίησής τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ σέβεται την
αστική νοµιµότητα, η πλατφόρµα την κοµµατική νοµιµότητα και ούτω
καθεξής…
Από την άλλη το ΚΚΕ ανάβει φλας αριστερά για να στρίψει δεξιά, αφού
οι µεγαλοστοµίες κατά του καπιταλισµού καταπίνουν τους αναγκαίους σήµερα
στόχους ανατροπής, εξαφανίζουν το αντικαπιταλιστικό πρόγραµµα πάλης και
τη γραµµή για µαχητικούς εργατικούς αγώνες, στο όνοµα της αναµονής
αλλαγής των συσχετισµών (άγνωστο πώς θα γίνει).
Οι ευθύνες της εκτός των τειχών Αριστεράς, αυτής της µικρής ακόµα
Αριστεράς των µεγάλων αγώνων και ελπίδων, αναβαθµίζονται. Παλεύοντας
συνολικά για την Αριστερά και το εργατικό κίνηµα που απαιτεί η εποχή
µας, για τον πόλο της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής Αριστεράς,
είναι αναγκαίο να κάνει αποφασιστικό βήµα µπροστά τώρα. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει
από τη συνδιάσκεψη του Μαΐου (και νωρίτερα) προτείνει, οµόφωνα µάλιστα,
ένα συνεκτικό ικανό και αναγκαίο πολιτικό πλαίσιο και µια αντίστοιχη
µορφή (τη µετωπική πολιτική συµπόρευση) και έχει απευθύνει κάλεσµα προς
τις µαχόµενες αριστερές δυνάµεις. Αυτή η πρόταση αποτελεί την πλέον
ολοκληρωµένη και ουσιαστικά τη µόνη δυνατή για να γίνει το αναγκαίο
βήµα, διότι απαντά ενωτικά και προωθητικά στο πολιτικό περιεχόµενο
(βλέπε σελ. 21).
Πρέπει να τολµήσουµε, σπάζοντας τα κληρονοµηµένα όρια, παραβιάζοντας
τις απαγορευµένες ζώνες της κυρίαρχης πολιτικής. Αν γυρίσουµε τρία
χρόνια πίσω θα δούµε ότι θέσεις όπως διαγραφή του χρέους και έξοδος από
το ευρώ και την ΕΕ, ανάγκη διαχωρισµού από την Αριστερά της διαχείρισης
και ανεξάρτητης µετωπικής συµπαράταξης των ανατρεπτικών αριστερών
δυνάµεων αντιµετωπίζονταν τουλάχιστον µε επιφύλαξη αν όχι µε λοιδορία.
Πού θα ήµασταν τώρα εάν µέναµε στο τότε επίπεδο συµφωνίας; Χάθηκε
αλήθεια πολύς χρόνος, για να γίνουν µερικά αποφασιστικά βήµατα στο
περιεχόµενο και για να γίνει κατανοητό ότι δεν πάει µακριά η µοναχική
αυτόκεντρη ανάπτυξη, όταν η ανάγκη της µετωπικής κοινής πάλης γίνεται
επιτακτική για το λαό και τη νεολαία.
Κι όµως ακόµα και σήµερα παλιές συνήθειες για τον τρόπο άσκησης
πολιτικής, αλλά και πολιτικές διαφωνίες οδηγούν σε βραδυπορίες. Μας
κρατούν µακριά από τους δικούς µας πρωταγωνιστές, τους πρωτοπόρους
εργαζόµενους, νέους και ανέργους που µάχονται και αναζητούν µια
ανατρεπτική πολιτική διέξοδο. Γιατί αλίµονο εάν στη σηµαία µιας άλλης
Αριστεράς υπάρχουν µισόλογα για την ΕΕ και την δικτατορία του κέρδους,
την ώρα που ο κόσµος θέλει καθαρές κουβέντες και συνολικές απαντήσεις. Η
ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι αισιόδοξη και θα συµβάλλει αποφασιστικά για να ανοίξει ο
δρόµος, τόσο σε κρίσιµες µετωπικές πρωτοβουλίες όσο και συνολικά.