του Χρήστου Χρυσανθόπουλου πηγή, ilesxi
Ο Μητροπολίτης Πειραιά Σεραφείμ στο
άκουσμα της είδησης ότι η δεξιά κυβέρνηση τούτου του τόπου -που μέχρι
στιγμής δεν ενδιαφέρθηκε για κανένα ανθρώπινο δικαίωμα ούτε στην υγεία,
ούτε στην εκπαίδευση, ούτε στην εργασία- θα φέρει στη Βουλή μια
τροπολογία επέκτασης του συμφώνου συμβίωσης, επικαλούμενη την καταδίκη
της χώρας για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στα ομόφυλα
ζευγάρια, διέρρηξε τα ιμάτια του και είπε: «Θα σας αφορίσω αν το
ψηφίσετε», ενώ συνέχισε υποστηρίζοντας πως αυτή η αλλαγή «θέτει πλέον
κατά τρόπο φρικιαστικό στη χώρα μας την θεσμοθέτηση της ανατροπής της
ανθρώπινης οντολογίας και φυσιολογίας και την κατοχύρωση της
ψυχοπαθολογικής εκτροπής της ομοφυλοφιλίας». Η τροπολογία αυτή δε σόκαρε
μόνο την εκκλησία αλλά και τους βουλευτές της ΝΔ υπό τις πιέσεις των
οποίων τελικά η νομοθετική ρύθμιση μετατέθηκε στις ελληνικές καλένδες.
Άλλωστε και η μάτσο αρρενωπότητα του Πρωθυπουργού δε θα ήταν ανάλογη
τέτοιας πολιτικής.
Τον ασκό του Αιόλου άνοιξε η απόφαση του
Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την υπόθεση
«Βαλλιανάτος και άλλοι κατά της Ελλάδας», όπου ενέκρινε ότι δεν είναι
πειστικοί οι λόγοι που το ελληνικό δίκαιο εξαιρεί τα ζευγάρια του ίδιου
φύλου από το νόμο περί πολιτικής ένωσης των ζευγαριών, που εισήχθη στην
ελληνική νομολογία το 2008. Η απόφαση καταδικάζει την Ελλάδα για
παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή,
καθώς και για παραβίαση των διατάξεων που απαγορεύουν τις διακρίσεις. Το
Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επεσήμανε στην απόφασή του ότι ανάμεσα στις 19
χώρες μέλη που έχουν αναγνωρίσει κάποια «αστική ένωση» πέραν του γάμου,
μόνο η Λιθουανία και η Ελλάδα έχουν εισάγει διακρίσεις κατά των
ομοφυλόφιλων, αποκλείοντας από αυτή τη νομική μορφή συμβίωσης τα άτομα
του ίδιου φύλου.
Τον αστικό χορό στο πανηγύρι του
εντυπωσιασμού, ίσως με διάθεση ουσιαστικής παρέμβασης, άνοιξε η ΔΗΜΑΡ
καταθέτοντας τροπολογία για επέκταση του συμφώνου συμβίωσης στα ζευγάρια
του ίδιου φύλου με την αιτιολογία πως με το υπάρχον νομικό πλαίσιο
δημιουργούνται πολίτες β΄ κατηγορίας. Ίσως θα είχε μια λογική το
επιχείρημα αν η κυβερνητική πολιτική, στην οποία συμμετείχε, είχε στο
επίκεντρο την εξάλειψη τέτοιων διακρίσεων. Τουναντίον η συγκεκριμένη
πολιτική οδηγεί με μεγάλη ταχύτητα στην ενίσχυση της ταξικής
κατηγοριοποίησης και της μη πρόσβασης σε κοινωνικά αγαθά των πολιτών
δεύτερης, τρίτης ή πέμπτης κατηγορίας. Σε πρόταση νόμου πέρασε στη
συνέχεια ο ΣΥΡΙΖΑ που κατοχυρώνει το δικαίωμα και των ομόφυλων ζευγαριών
στη σύναψη Συμφώνου Ελεύθερης Συμβίωσης και που εξομοιώνει το θεσμικό
πλαίσιο του τελευταίου με εκείνο του πολιτικού γάμου, ανακοινώνοντας πως
η πάγια πολιτική του θέση είναι η θεσμοθέτηση του πολιτικού γάμου για
τα ομόφυλα ζευγάρια αλλά οι κοινοβουλευτικοί συσχετισμοί δεν επιτρέπουν
μια τέτοια πρόταση. Φαίνεται πίστεψε ότι οι συσχετισμοί επιτρέπουν μια
πρόταση σαν αυτή και βόλεψε με δεξιοτεχνία τις πιθανές αντιδράσεις των
νέων του ψηφοφόρων. Σε αυτές τις συνθήκες η Κυβέρνηση σχεδόν
«αναγκάστηκε» να προχωρήσει η ίδια την τροπολογία, αγνοώντας περίτεχνα
μέχρι τη στιγμή των αντιδράσεων, το ιδεολογικό της υπόβαθρο, την
φασιστική πολιτική που ακολουθεί και την περίπου εκκοσμικευμένη αστική
δημοκρατία της χώρας. Φυσικά οι υπόλοιπες κοινοβουλευτικές δυνάμεις που
δεν πήραν θέση στο συγκεκριμένο ζήτημα έχουν γνωστές θέσεις και δράσεις
για την ομοφυλοφιλία. Όσο για την εξωκοινοβουλευτική αριστερά, με
εξαίρεση κάποιες οργανώσεις, έχουν στην ατζέντα τους τα ζητήματα του
φύλου και της σεξουαλικότητας μόνο όταν απευθύνονται σε συγκεκριμένο
«κοινό».
Στη σύγχρονη Ελλάδα οι σεξουαλικές
επιλογές δεν μπορούν να λέγονται, να ακούγονται, να υπάρχουν αν
αποκλίνουν του «κανονικού» παρά μόνο να απαγορεύονται, να υποκρύπτονται
και να επιτρέπονται από την πίσω πόρτα και σε κλειστές ντουλάπες. Ο
Φουκώ γράφοντας για τη σεξουαλικότητα που αναγνωρίζεται και
κανονικοποιείται στο πλαίσιο της οικογένειας και της αναπαραγωγής
διαπιστώνει ότι «γύρω από το σεξ όλοι σιωπούν». Τι συμβαίνει όμως όταν
τα υποκείμενα μιλούν γι’ αυτή; Το επιχείρημα του Μητροπολίτη δεν είναι
απλά μια θρησκόληπτη αντίληψη. Θρησκόληπτη είναι η τιμωρία που θα
επιβάλει. Βασίζεται στη βιολογική κανονικότητα, στον ιατρικό λόγο και
στη φύση του ανθρώπου που με τον τρόπο που ενσωματώθηκε στην κοινωνία
και στους λόγους της από τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς οδήγησε σε
κανονιστικές σχέσεις που ξεπερνούν το βιολογικό και φτάνουν στο
πολιτικοκοινωνικό. Άραγε πως άνθρωποι που έχουν απαρνηθεί τη σεξουαλική
τους φύση μπορούν να μιλάνε για τη σεξουαλική φύση των άλλων;
Από την άλλη ο πολιτικός έλεγχος και η
καταστολή της σεξουαλικότητας έρχεται μέσα από τους αστικούς θεσμούς δια
του αποκλεισμού. Ο αποκλεισμός λοιπόν των ομοφυλόφιλων εν προκειμένω
από τους αστικούς θεσμούς, όπως ο πολιτικός γάμος, οδηγεί ταυτόχρονα
στην αφάνεια της μη κανονικότητας. Όποιος και όποια αποκλίνει από την
πολιτισμικά και οικονομικά κατασκευασμένη νόρμα είναι ή πρέπει να είναι
αόρατος. Αλλιώς υπάρχουν και άλλοι παρακρατικοί μηχανισμοί καταστολής
που επιβάλλουν με βίαιους τρόπους ή ηθικοπλαστικούς λόγους την
κανονικότητα. Άλλωστε δε νομίζω ότι είναι εύκολο να ξεχαστεί η περσινή
παρέμβαση της Χρυσής Αυγής έξω από το Χυτήριο, όπου μεταξύ «γαμημένων
αλβανικών κωλοτρυπίδων», θρησκευτικών συμβόλων, παπάδων, χριστιανών και
ΜΑΤ το πανελλήνιο παραδειγματιζόταν για τον τρόπο που έπρεπε να
αντιδράσει στις «ανωμαλίες».
Εν τέλει το ζήτημα έχει συγκεκριμένο
πολιτικό πλαίσιο και είναι αναγκαίο να το παλέψουμε μέσα σε αυτό. Ο
καπιταλισμός έχει βρει τους τρόπους να ενσωματώνει την διαφορετικότητα
όταν αυτή γίνεται ενοχλητική ή επικίνδυνη για τους μηχανισμούς του. Η
ετερότητα μπορεί να κανονικοποιηθεί και να ενσωματωθεί στις κοινωνικές
δομές. Οπότε ο αγώνας δεν αφορά μόνο την αναγνώριση αστικών δικαιωμάτων,
που αδιαμφισβήτητα είναι σημαντικά και πρέπει να διεκδικηθούν και να
κατακτηθούν, αλλά αφορά την ανατροπή ολόκληρου του συστήματος που
καταπιέζει και υποτάσσει πολλαπλά τις ζωές μας. Ότι και να γίνει τις
επόμενες μέρες σχετικά με το σύμφωνο συμβίωσης, ακόμα και αν μια μέρα
νομιμοποιηθεί ο πολιτικός γάμος για τα άτομα του ίδιου φύλου, αυτό δεν
μπορεί να το οικειοποιηθεί κανένα αστικό κόμμα. Θα είναι μια κερδισμένη
προσωπική και συλλογική μάχη από τους χιλιάδες άντρες και γυναίκες
στρέιτ, ομοφυλόφιλους, λεσβίες, αμφιφυλόφιλους και τρανσεξουαλ της χώρας
που αμφισβήτησαν ακόμα και τις δικές τους βεβαιότητες και αγωνίζονται
για το αυτονόητο.