Ανεξάρτητα
από τις διαφορετικές προσεγγίσεις των συγγραφέων που συνεισέφεραν στο
βιβλίο Κυβέρνηση της αριστεράς, δρόμος για το μέλλον ή παρένθεση (εκδ.
Τόπος) άπαντες συμφωνούμε ότι το ζητούμενο από μια κυβέρνηση της
Αριστεράς δεν είναι η νομή της εξουσίας, ή το κυρίαρχο θέμα όπως την
περιγράφει ο Σέξπηρ στο Μάκβεθ. Το ζητούμενο είναι η ουσιαστική βελτίωση
των όρων ζωής του λαού. Μιλώντας συγκεκριμένα, θα αναφέρω ενδεικτικά
την χορήγηση αυξήσεων σε μισθούς και συντάξεις, την πραγματοποίηση
μαζικών προσλήψεων στον δημόσιο τομέα, με σταθερές μάλιστα σχέσεις
εργασίας, για να μειωθεί η ανεργία και την η γενναία επιχορήγηση της
παιδείας, της υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης.
Θα
πρόσθετα μάλιστα επιπλέον πως το ζητούμενο πρέπει να είναι η μείωση των
ωρών εργασίας, χωρίς μείωση στους μισθούς, η αύξηση του μεριδίου των
μισθών σε βάρος των κερδών, ώστε οι εργαζόμενοι να γεύονται όλο και
μεγαλύτερο μερίδιο του πλούτου που παράγουν και άλλα πολλά.
Μένοντας
μόνο στο πρώτο σύνολο μέτρων είναι οφθαλμοφανές ότι δεν μιλούμε για ένα
επαναστατικό πρόγραμμα. Σοσιαλδημοκρατικό ή κεϋνσιανό θα χαρακτηριζόταν
άλλες, πολύ πρόσφατες εποχές.
Προϋπόθεση
ωστόσο για να εφαρμοστεί ακόμη κι αυτό το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα
είναι να αναιρεθεί στην πράξη η σύγχρονη ορθοδοξία των ισοσκελισμένων
προϋπολογισμών. Μια κυβέρνηση δηλαδή για να μπορεί να λέγεται
τουλάχιστον αντι-νεοφιλελεύθερη ή μεταφιλελεύθερη, κατά την τρέχουσα
ορολογία, οφείλει να κάνει κατ’ ελάχιστον ό,τι γινόταν κατά κόρον μέχρι
και την προηγούμενη δεκαετία: να δημιουργεί σταθερά ελλείμματα στον
κρατικό προϋπολογισμό ξέροντας πως είναι μια πετυχημένη συνταγή για να
αυξηθεί το προϊόν και η απασχόληση.
Αντιθέτως:
Αν μια κυβέρνηση δεσμεύεται ότι θα βαδίσει στο δρόμο της δημοσιονομικής
πειθαρχίας τότε θα συνεχίσει να επιχορηγεί τον πολιτισμό με κονδύλια
μειωμένα κατά 52% σε σχέση με το 2010, όπως ομολόγησε πρόσφατα δημοσίως ο
αρμόδιος υπουργός και την υγεία με κονδύλια μειωμένα κατά 39%. Αν ο
σεβασμός στο ακραίο νεοφιλελεύθερο δόγμα των ισοσκελισμένων
προϋπολογισμών αποτελεί προτεραιότητα για οποιαδήποτε κυβέρνηση (όχι
μόνο του ΣΥΡΙΖΑ) τότε το δημόσιο θα συνεχίσει να συρρικνώνεται, νέα
νοσοκομεία θα κλείσουν και σύντομα θα δούμε να παίρνουν την σειρά τους
και πανεπιστήμια.
Για
να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο του λαού δεν αρκούν οι διακηρύξεις.
Αντίθετα, τέσσερις είναι οι εκ των ων ουκ άνευ προϋποθέσεις για να
τερματιστεί στην πράξη η λιτότητα:
Πρώτο,
δημιουργία ελλειμματικών προϋπολογισμών, που θα δώσουν την πρώτη ώθηση
για να ξεπεράσουμε την πρωτοφανή αυτή ύφεση, στο πλαίσιο στήριξης της
ενεργούς ζήτησης.
Δεύτερο,
έξοδος από το ευρώ, ως ένα πρώτο πλήγμα στην πολιτική της λιτότητας,
που θα προσφέρει τα αναγκαία νομισματικά μέσα για την άσκηση επεκτατικής
και αναδιανεμητικής πολιτικής. Εντός του ευρώ μόνο ο Ντράγκι κι η
Μέρκελ αποφασίζουν για τη νομισματική πολιτική. Ούτε καν η εκλεγμένη
ελληνική κυβέρνηση, η οποία ακόμη κι αν έχει την διάθεση θα αναγκαστεί
να κινείται εντός των ασφυκτικών ορίων που θέτει η ΕΚΤ.
Τρίτο,
έξοδος από την ΕΕ, ώστε, μεταξύ άλλων, να ακυρωθεί το δημοσιονομικό
σύμφωνο που ψηφίστηκε το 2013 και απαγορεύει επί ποινή χρηματικού
προστίμου την δημιουργία δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
Τέλος,
η διαγραφή του δημόσιου χρέους. Το ελληνικό δημόσιο χρέος στο
συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του είναι απεχθές. Η πρώτη δανειακή σύμβαση
δεν κυρώθηκε από την βουλή κι η δεύτερη βρίθει αντισυνταγματοτήτων και
συγκρούσεων με το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο. Μια ελληνική κυβέρνηση
μπορεί επίσης να επικαλεστεί δύο επιχειρήματα που προσφέρει το διεθνές
δίκαιο: την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και λόγους ανωτέρας βίας και να
αρνηθεί να πληρώσει το χρέος. Δηλαδή, να προχωρήσει άμεσα και μονομερώς
στην παύση πληρωμών, χωρίς καμία συνεννόηση με τους πιστωτές που
ευθύνονται για την εκτίναξη του δημόσιου χρέους στα σημερινά του
επίπεδα.
Στη βάση των παραπάνω δηλώσεις εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ
που εμφανίζουν ως νόμιμο το δημόσιο χρέος ακόμη και σε ποσοστό 95% δεν
βοηθούν την αναγκαία λαϊκή πάλη για την ήττα της σημερινής πολιτικής. Ας
ελπίσουμε να μην αποδειχθούν και κακοί οιωνοί για την πολιτική που θα
ακολουθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ σχηματίζοντας την κυβέρνηση της Αριστεράς,
παραπέμποντάς μας στην φράση του σεξπηρικού ήρωα, «τόσο ωραία κι άσκημη
μέρα δεν ξαναείδα».
Συμπερασματικά,
πιστεύω ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς θα κριθεί από το αν θα ανοίξει
δρόμο για την αναγκαία σήμερα, κοινωνική επανάσταση. Μια κυβέρνηση της
Αριστεράς ή θα είναι επαναστατική ή δεν θα είναι αριστερή!
*Ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου Κυβέρνηση της Αριστεράς – Δρόμος για το μέλλον ή παρένθεση;