Του Θάνου Ανδρίτσου* Η λέσχη της ανυπότακτης θεωρίας
Καλησπέρα σύντροφοι και συντρόφισσες, φίλες και φίλοι.
Ευχαριστώ για την πρόσκληση σε αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα και σημαντική
εκδήλωση, ειδικά μάλιστα όταν γίνεται μέσα σε ένα τόσο βεβαρυμένο
καθημερινό κινηματικό πρόγραμμα όλων σας, αφού μόλις σήμερα στην πόλη
γίνονται οι κινητοποιήσεις για την ανεργία, την επίσκεψη του Ρουπακιώτη
και αύριο αντιφασιστικές δράσεις.
Είναι αλήθεια ότι ο Δημήτρης ο Καλτσώνης είναι από τους πλέον
κατάλληλους ομιλητές για την εκδήλωση αυτή καθώς με τις εργασίες και τα
βιβλία του έχει βαθιά γνώση για όλα τα πολυεπίπεδα και δύσκολα ερωτήματα
που προκύπτουν από το πείραμα της μπολιβαριανής διαδικασίας στη
Βενεζουέλα. Έτσι φαντάζομαι ότι στην τοποθέτησή του θα φωτίσει πολλές
και σημαντικές πλευρές. Ταυτόχρονα, όλοι γνωρίζουμε ότι η συζήτηση για
τη Βενεζουέλα είναι πάντοτε ερεθιστική και οδηγεί σε πολύ ευρύτερο
διάλογο που υπερβαίνει τα όρια της Βενεζουέλα και της Λατινικής Αμερικής
και φτάνει στα αμείλικτα πολιτικά ερωτήματα της Ελλάδας και της Ευρώπης
σήμερα. Έτσι επιτρέψτε μου να κάνω στη πραγματικότητα μια εισαγωγή σε
μια συζήτηση που σίγουρα θα είναι πολύ πλούσια, αναφέροντας ορισμένα
ιστορικά στοιχεία μαζί με λίγες πολιτικές επισημάνσεις, ένα άνοιγμα της
κουβέντας παρά μια απάντηση σε όλα τα ζητήματα που προκύπτουν.
Καταρχήν, η σημερινή εκδήλωση έχει ίσως
μια πρωτιά, καθώς γίνεται μόλις μια μέρα μετά την ορκωμοσία του Νίκολας
Μαδούρο στη θέση του προέδρου της Βενεζουέλας (μια επεισοδιακή μάλιστα
διαδικασία καθώς σε αυτήν εισέβαλλε ένας 28 κωμικός). Όπως θα γνωρίζετε
στις πρόσφατες εκλογές, ο διάδοχος του Τσάβες επικράτησε με μια μικρή
διαφορά (της τάξης του 1,8%) έναντι του πολυεκατομμυριούχου Καπρίλες,
ηγέτη της αντιπολίτευσης που στηρίζεται από τις ΗΠΑ και την ντόπια ελίτ.
Το αποτέλεσμα των εκλογών αμφισβητείται ακόμα από την αντιπολίτευση που
κατηγορεί για νοθεία, αν και πλέον οι περισσότερες χώρες πλην των ΗΠΑ
έχουν επισήμως αναγνωρίσει τη νίκη του Μαδούρο. Η κατάσταση παραμένει
έκρυθμη καθώς οι αρχές της Βενεζουέλας κάνουν λόγο για απόπειρα
πραξικοπήματος οργανωμένη από τις ΗΠΑ, πιθανότητα για την οποία είχε
κάνει λόγο και ο πρόεδρος της Βολιβίας Μοράλες. Περισσότεροι από 7
οπαδοί του Τσάβες έχασαν τη ζωή τους από τη μέρα των εκλογών και μετά,
σε διαδηλώσεις και επεισόδια από τους οπαδούς της αντιπολίτευσης.
Φαίνεται πως η πιθανότητα ενός άμεσου πραξικοπήματος και ακόμα
περισσότερο μιας επέμβασης απομακρύνεται, χωρίς να αποκλείεται τίποτα.
Άλλωστε σε επίσημο κυβερνητικό site των ΗΠΑ γίνεται συλλογή υπογραφών
ενάντια στην αναγνώριση του Μαδούρο. Όπως καταλαβαίνουμε το μέλλον της
μπολιβαριανής διαδικασίας κρίνεται τις επόμενες μέρες και δεν γνωρίζουμε
τι ακριβώς θα συμβεί.
Ωστόσο κάποια λίγα συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε.
Α) Η επικράτηση του μπλοκ του Τσάβες δείχνει ότι η προσπάθεια που έχει ξεκινήσει από το 1998 είναι πολύ πιο βαθειά από μια τυφλή, προσωπαλατρική προσήλωση στον ίδιο τον Τσάβες, όπως παρουσιάζεται από τα δυτικά μέσα, που θα ανακόπτονταν αμέσως μετά το θάνατό του.
Β) Η μικρή ωστόσο διαφορά (πολύ μικρότερη από ότι προέβλεπαν όλες οι δημοσκοπήσεις πριν τις εκλογές που έκαναν λόγο για επικράτηση με πάνω από 10% διαφορά) δείχνει ότι ο θάνατος του Τσάβες πράγματι δημιουργεί μια αμφίρροπη κατάσταση και χιλιάδες ψηφοφόροι που στήριξαν το συνασπισμό του σε προηγούμενες εκλογές, έχουν μειώσει την εμπιστοσύνη τους σε αυτόν και ψήφισαν την αντιπολίτευση. Αυτό είναι που κάνει και τη συζήτηση για το μέλλον της Βενεζουέλας του Τσάβες χωρίς τον Τσάβες σημαντική και δύσκολη.
Ωστόσο κάποια λίγα συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε.
Α) Η επικράτηση του μπλοκ του Τσάβες δείχνει ότι η προσπάθεια που έχει ξεκινήσει από το 1998 είναι πολύ πιο βαθειά από μια τυφλή, προσωπαλατρική προσήλωση στον ίδιο τον Τσάβες, όπως παρουσιάζεται από τα δυτικά μέσα, που θα ανακόπτονταν αμέσως μετά το θάνατό του.
Β) Η μικρή ωστόσο διαφορά (πολύ μικρότερη από ότι προέβλεπαν όλες οι δημοσκοπήσεις πριν τις εκλογές που έκαναν λόγο για επικράτηση με πάνω από 10% διαφορά) δείχνει ότι ο θάνατος του Τσάβες πράγματι δημιουργεί μια αμφίρροπη κατάσταση και χιλιάδες ψηφοφόροι που στήριξαν το συνασπισμό του σε προηγούμενες εκλογές, έχουν μειώσει την εμπιστοσύνη τους σε αυτόν και ψήφισαν την αντιπολίτευση. Αυτό είναι που κάνει και τη συζήτηση για το μέλλον της Βενεζουέλας του Τσάβες χωρίς τον Τσάβες σημαντική και δύσκολη.
Θα ήθελα όμως να υπενθυμίσω ορισμένες
πτυχές που συνήθως υποτιμώνται ως δεδομένες σε συζητήσεις μεταξύ
αριστερών, οι οποίες όμως έχουν μεγάλη σημασία στην ευρύτερη συζήτηση
και πρέπει πάντα να τις επαναλαμβάνουμε. Όσοι μάλιστα έτυχε να δείτε το
βίντεο από μια εκπομπή που συμμετείχε ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου, θα
καταλάβατε ότι αυτά που είναι δεδομένα για όλους εμάς (για το έργο που
έχει προσφέρει η διακυβέρνηση Τσάβες) τίθενται καθημερινά σε αμφισβήτηση
από τους μνημονιακούς βρικόλακες των κυρίαρχων Μέσων. Και έχει σημασία
να τα θυμόμαστε και να τα αντιπαραβάλουμε καθώς η μάχη για τη συλλογική
μνήμη και την αλήθεια είναι από τις πιο σημαντικές που δίνουμε, και στην
οποία τα όπλα του αντιπάλου είναι απείρως ισχυρότερα των δικών μας.
Δεν είναι τυχαίο που την είδηση του θανάτου του το Μάρτη, ακολούθησαν δηλώσεις σαν αυτή του πρόεδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής Βουλής, Εντ Ρόις. “Ο Τσάβες ήταν ένας τύραννος που ανάγκασε τους ανθρώπους της Βενεζουέλας να ζουν με το φόβο” ή του πρωθυπουργού του Καναδά: «“Ελπίζω ότι ο λαός της Βενεζουέλας μπορεί πλέον να ελπίζει σε ένα καλύτερο, πιο φωτεινό μέλλον που βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων”.
Υπάρχει βεβαίως ένα ενδιαφέρον ερώτημα όταν ακούς τέτοιες δηλώσεις, ειδικά σε χώρες σαν την Ελλάδα που οι ειδήσεις για τη Μανωλάδα διαδέχονται τα νέα ρεκόρ για την ανεργία και τις αυτοκτονίες ή όταν ο υπουργός που έβαλε τη χώρα στα μνημόνια αποδεικνύεται κλέφτης που έτρωγε χρήματα ή ο πρώην πρωθυπουργός αρνείται να καταθέσει στην επιτροπή της Βουλής επειδή έχει σημαντικές δουλειές στο εξωτερικό.
Δεν είναι τυχαίο που την είδηση του θανάτου του το Μάρτη, ακολούθησαν δηλώσεις σαν αυτή του πρόεδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής Βουλής, Εντ Ρόις. “Ο Τσάβες ήταν ένας τύραννος που ανάγκασε τους ανθρώπους της Βενεζουέλας να ζουν με το φόβο” ή του πρωθυπουργού του Καναδά: «“Ελπίζω ότι ο λαός της Βενεζουέλας μπορεί πλέον να ελπίζει σε ένα καλύτερο, πιο φωτεινό μέλλον που βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων”.
Υπάρχει βεβαίως ένα ενδιαφέρον ερώτημα όταν ακούς τέτοιες δηλώσεις, ειδικά σε χώρες σαν την Ελλάδα που οι ειδήσεις για τη Μανωλάδα διαδέχονται τα νέα ρεκόρ για την ανεργία και τις αυτοκτονίες ή όταν ο υπουργός που έβαλε τη χώρα στα μνημόνια αποδεικνύεται κλέφτης που έτρωγε χρήματα ή ο πρώην πρωθυπουργός αρνείται να καταθέσει στην επιτροπή της Βουλής επειδή έχει σημαντικές δουλειές στο εξωτερικό.
Αν δει κανείς τα επίσημα στοιχεία διεθνών οργανισμών, την περίοδο του Τσάβες συνέβησαν τα εξής:
Η φτώχεια από το 85% πήγε στο 33% και σύμφωνα με άλλα στοιχεία στο 21% και η απόλυτη φτώχεια από 40% στο 7,3%. Η ανεργία είναι κοντά στο 7%. Ο αναλαφαβητισμός που ήταν καθεστώς, έχει σχεδόν εξαλειφθεί και η χώρα είναι η 5η στον κόσμο σε ποσοστό φοιτητών. Η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε στο μισό και το 96% του πληθυσμού έχει πρόσβαση σε πόσιμο νερό. Το 1998 υπήρχαν 18 γιατροί ανά 10.000 κατοίκους, σήμερα υπάρχουν 58 ενώ μέσα σε 13 χρόνια χτίστηκαν 3πλάσιες κλινικές από ότι τα σαράντα χρόνια από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Και τα στοιχεία θα μπορούσαν να συνεχιστούν, ακόμα και με τους κλασικούς δείκτες ανάπτυξης που χρησιμοποιούν συνήθως οι αστικές κυβερνήσεις, η Βενεζουέλα βρίσκεται σε μια συνεχή τροχιά βελτίωσης τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα μάλιστα με το γνωστό οικονομολόγο και αρθρογράφο, Mark Weisbrot «Οι προβλέψεις κατάρρευσης του ισοζυγίου πληρωμών ή εμφάνιση κρίσης χρέους και άλλες δυσοίωνες προβλέψεις έχουν επανειλημμένα αποδειχθεί λάθος. Η ανάπτυξη της Βενεζουέλας είναι βιώσιμη και θα μπορούσε να συνεχιστεί με τους σημερινούς ρυθμούς ή και ακόμα υψηλότερους για πολλά χρόνια.»
Η φτώχεια από το 85% πήγε στο 33% και σύμφωνα με άλλα στοιχεία στο 21% και η απόλυτη φτώχεια από 40% στο 7,3%. Η ανεργία είναι κοντά στο 7%. Ο αναλαφαβητισμός που ήταν καθεστώς, έχει σχεδόν εξαλειφθεί και η χώρα είναι η 5η στον κόσμο σε ποσοστό φοιτητών. Η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε στο μισό και το 96% του πληθυσμού έχει πρόσβαση σε πόσιμο νερό. Το 1998 υπήρχαν 18 γιατροί ανά 10.000 κατοίκους, σήμερα υπάρχουν 58 ενώ μέσα σε 13 χρόνια χτίστηκαν 3πλάσιες κλινικές από ότι τα σαράντα χρόνια από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Και τα στοιχεία θα μπορούσαν να συνεχιστούν, ακόμα και με τους κλασικούς δείκτες ανάπτυξης που χρησιμοποιούν συνήθως οι αστικές κυβερνήσεις, η Βενεζουέλα βρίσκεται σε μια συνεχή τροχιά βελτίωσης τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα μάλιστα με το γνωστό οικονομολόγο και αρθρογράφο, Mark Weisbrot «Οι προβλέψεις κατάρρευσης του ισοζυγίου πληρωμών ή εμφάνιση κρίσης χρέους και άλλες δυσοίωνες προβλέψεις έχουν επανειλημμένα αποδειχθεί λάθος. Η ανάπτυξη της Βενεζουέλας είναι βιώσιμη και θα μπορούσε να συνεχιστεί με τους σημερινούς ρυθμούς ή και ακόμα υψηλότερους για πολλά χρόνια.»
Αυτό δε σημαίνει ότι δεν αντιμετώπισε
προβλήματα από τη διεθνή καπιταλιστική κρίση που ξέσπασε το 2008.
Υπήρχαν προβλήματα σε σχέση με την τιμή πώλησης του πετρελαίου ειδικά
στις ΗΠΑ, αναγκάστηκαν να υποτιμήσουν το νόμισμα κ.α. Ωστόσο, αυτό δεν
ανέκοψε το μεταρρυθμιστικό έργο της και σίγουρα δε μοιάζει σε τίποτα
στον κοινωνικό όλεθρο που βιώνουν οι δυτικές χώρες. Άλλωστε ο τρόπος που
αντιμετωπίστηκε η κρίση είχε συνολική διαφορά φιλοσοφίας: Όταν είχαν
συναντήσει έλληνες δημοσιογράφοι τον Τσάβες, το Μάη του 10 είχε πει:
«Εδώ εν μέσω παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, και παρ όλο που η τιμή του πετρελαίου έπεσε τον περασμένο χρόνο, συνεχίζουμε να στηρίζουμε τις συλλογικές συμβάσεις, την κοινωνική ασφάλιση. Στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη όλα αυτά έχουν παραλύσει. Αγνοούνται και σβήνονται. Εξαφανίζονται σαν πύργοι στην άμμο. Τα εργατικά δικαιώματα στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ που τόσο πολύ στοίχισαν, τόσους μάρτυρες έχουν στην ιστορία. Εξαφανίζονται. Ο καπιταλισμός τα συντρίβει. Εμείς εδώ κάνουμε τα αντίθετα. Αντίθετα από ότι συμβαίνει στον καπιταλιστικό κόσμο.. Ας σε ρωτήσουν εσένα που είσαι Έλληνας, να τους πεις πως διώχνουν κόσμο από την δουλειά τους στην Ευρώπη, η ανεργία.. Μειώνουν τους μισθούς! Και αυτός είναι ένας από τους λόγους των διαδηλώσεων. Κοινωνική ασφάλιση.. Τα καταργούν όλα αυτά..»
Επομένως, παρότι είναι κατανοητό, είναι
κάπως αστείο να φέρονται με τόσο μένος εναντίον του Τσάβες,
δημοσιογράφοι και πολιτικοί των χωρών της σπαρασσόμενης από την κρίση
Ευρώπης και πόσο μάλλον από τη διαλυμένη Ελλάδα, τη στιγμή που από κάθε
πλευρά τα έχει καταφέρει καλύτερα από αυτούς. Για να κατανοήσουμε ωστόσο
το μένος που τρέφουν για τον Τσάβες τα καπιταλιστικά κράτη θα πρέπει να
κάνουμε μια μικρή αναφορά στην πορεία του και την κατάσταση της
Βενεζουέλας και της Λατινικής Αμερικής μέχρι και τα τέλη του 20ου αιώνα.
Όπως θα γνωρίζετε, ολόκληρη η Νότια Αμερική έχει πίσω της αιώνες
εκμετάλλευσης, αποικιοκρατίας, εξάρτησης, βίαιων ιμπεριαλιστικών
επεμβάσεων και αιμοσταγών δικτατοριών. Το απελευθερωτικό κίνημα του
Μπολιβάρ, συμβόλου- απελευθερωτή των Βενεζουελάνων και του ίδιου του
Τσάβες, διώχνει τους Ισπανούς. Κατά τον 19ο και 20ο αιώνα, η πολιτική
ζωή καθορίζεται από δικτατορίες, αφαίμαξη του πλούτου της από τους
άγγλους αρχικά και στη συνέχεια τους αμερικάνους και τα ανδρείκελά τους,
περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένα κινήματα προοδευτικά και λαϊκιστικά.
Στις μεταπολεμικές δεκαετίες και ειδικά το 60, το 70 και το 80, στη
Βενεζουέλα συντελείται μια τεράστια εξαθλίωση του πληθυσμού με δύο
διεφθαρμένα κόμματα να εναλλάσσονται στην εξουσία και τις ΗΠΑ μαζί με τα
προγράμματα προσαρμογής του ΔΝΤ να απομυζούν τα πετρέλαια και τον
υπόλοιπό εθνικό πλούτο (χρυσό, εξορύξεις κ.α.) αφήνοντας τους κατοίκους
στην απόλυτη φτωχοποίηση και τις αντιδημοκρατικές κυβερνήσεις. Οι
ουσιαστικά φεουδαρχικές συνθήκες στην ύπαιθρο και η ακύρωση κάθε
δυνατότητας μικρής και αυτόνομης παραγωγής δημιουργούν ένα τεράστιο
κοινωνικό στρώμα πεταγμένο στα όρια της κοινωνικής ζωής, αφημένο στη
μοίρα του, στην μικρή και μεγαλύτερη παραβατικότητα και τη διαπλοκή με
το πολιτικό σύστημα.
Αυτό το στρώμα, η κλασική μορφή του λαού των παραγκουπόλεων που
περιστοιχίζουν ειδικά το Καράκας αν πάει κανείς, της πόλης και της
υπαίθρου είναι στις περισσότερες των περιπτώσεων το κοινωνικό υποκείμενο
στο οποίο πατούν τα περισσότερα αριστερά, σοσιαλδημοκρατικά,
πατριωτικά, λαϊκιστικά κινήματα και σε αυτό πάτησε ο Τσάβες.
Ο ίδιος προέρχεται από μια φτωχή εργατική
οικογένεια με πολυεθνικές ρίζες. Πηγαίνει στη στρατιωτική ακαδημία και
γίνεται επαγγελματίας στρατιωτικός. Ο στρατός στη Λατινική Αμερική
παίζει ιστορικά ένα κυρίαρχο ρόλο, σε πολλά σημεία διαφορετικό από τις
αστικές δημοκρατίες της Δύσης αλλά και από τα στρατοκρατούμενα καθεστώτα
της Ασίας. Έχει ένα περισσότερο λαϊκό χαρακτήρα, προστάτη του λαού, και
αποτελεί το καθοριστικό πεδίο αντιπαράθεσης διαφορετικών πολιτικών και
κοινωνικών κινημάτων και ρευμάτων, χωρίς βέβαια να παύει να είναι
αστικός στρατός. Στο στρατό συγκροτεί μια παράνομη ομάδα, ένα κίνημα
εμπνευσμένο από τον Μπολιβάρ αλλά και από το πρόσφατο παρελθόν των
ένοπλων αντάρτικων στη Βενεζουέλα και τη Λατινική Αμερική, που επιδιώκει
πραξικόπημα το 1992 για την ανατροπή του Πέρεζ. Αποτυγχάνει,
φυλακίζεται ενώ η δημοτικότητα του έχει ανέβει στις λαϊκές τάξεις. Μετά
την αποφυλάκιση του και ένα σημαντικό αποτέλεσμα στις βουλευτικές
εκλογές του 1998, ηγείται ενός εκλογικού συνασπισμού κομμάτων με
ριζοσπαστικό προσανατολισμό, που ονομάζεται “Πατριωτικός Πόλος” και
συμμετέχουν το “Κίνημα για την 5η Δημοκρατία» (MVR) που ίδρυσε ο Τσάβες
το 1992, το “Κίνημα προς το Σοσιαλισμό” (MAS), το κόμμα “Πατρίδα για
όλους” (PPT), το Κομμουνιστικό Κόμμα Βενεζουέλας και άλλοι σχηματισμοί.
Εκλέγεται πρόεδρος λαμβάνοντας το 56,4%.
Προσπαθώντας να περάσω γρήγορα τεράστια ζητήματα θα πρέπει να
κρατήσουμε αυτή την ιδιαίτερη σχέση του στρατού και της λαϊκής στήριξης
και συμμετοχής σε όλη τη διάρκεια της προεδρίας του Τσάβες. Είναι οι
δύο βασικοί παράγοντες που εγγυήθηκαν τη συνέχεια της θητείας του. Όπως
έλεγε σε μια συνέντευξη του, το 2005, ο υπουργός επικοινωνίας και
πληροφορίας της Βενεζουέλας Γιούρι Πιμέντελ: «Ένας αντιδραστικός μου
έλεγε μια φορά: «Έλα μωρέ, τι μπορεί να κάνει ο Τσάβες; Οι μόνοι που τον
στηρίζουν είναι ο λαός και ο στρατός». Στη Βενεζουέλα μπορεί κανείς να
δει την πιο ακραία πόλωση. Οι κάτω εναντίον των πάνω. Οι φτωχοί, όσοι
μένουν στις φαβέλες και οι ιθαγενείς από τη μια, οι πλούσιοι, οι αστοί
και οι βιομήχανοι από την άλλη.»
Επιτρέψτε μου εδώ να μεταφέρω και μια
προσωπική εμπειρία από τη συμμετοχή μου στην ελληνική αποστολή στο
Καράκας το καλοκαίρι του 2005. Ίσως να μη ζήσαμε σε πλήρη έκταση τη ζωή
στη Βενεζουέλα, καθώς τον περισσότερο χρόνο τον περάσαμε σε οργανωμένες
διαδρομές και διαδικασίες, και συνήθως όποτε βρισκόμασταν σε πιο φτωχές
περιοχές ή φαβέλες είχαμε τη συνοδεία αξιωματούχων, ξεναγών,
αντιπροσωπειών κ.α. Ωστόσο η αίσθηση της ενεργητικότητας, της λαϊκής
συμμετοχής και ενθουσιασμού ήταν συνταρακτική και έχει μείνει σε όλους
μας χαραγμένη. Υπήρχε το στοιχείο της προσωπολατρίας; Σίγουρα. Όμως
υπήρχε πάνω από όλα μια βαθιά αίσθηση προσωπικής στράτευσης σε κάτι
μεγάλο και μακροχρόνιο, του καθήκοντος. Και σας πληροφορώ ότι πολλές
φορές η διορατικότητα, ακόμα και η συμπαθητική κριτική σε κομμάτια του
τσαβικού προγράμματος, η αναγνώριση του ημιτελούς του δρόμου,
προερχόμενη από φτωχά λαϊκά στρώματα ήταν πολύ πιο έντονη από
ορκισμένους μουτζαχεντίν των μνημονιακών κομμάτων στην Ελλάδα μετά από
τρία χρόνια μνημονιακής καταστροφής. Πόσο πραγματικά θλιβερή είναι η
αίσθηση ανωτερότητας που αισθάνεται ένα κομμάτι «μορφωμένων» και
«καλλιεργημένων» ευρωπαίων και ελλήνων έναντι των, υποτίθεται αθώων,
ευκολόπιστων και αμόρφωτων ακολούθων μεσσιών, λατινοαμερικάνων, τη
στιγμή που έχουν καταπιεί αμάσητο όλο το παραμύθι της καπιταλιστικής
προπαγάνδας για την κρίση και ψηφίζουν τους ίδιους που τους οδήγησαν
στην καταστροφή για να τους βγάλουν από αυτή.
Αντίστοιχη αίσθηση μας δημιουργήθηκε για την πολιτική αναζήτηση, το
θεωρητικό διάλογο και την ιδεολογική αντιπαράθεση. Η Βενεζουέλα έχει
μετατραπεί σε ένα τεράστιο θεωρητικό και πρακτικό εργαστήρι
επαναστατικών, αριστερών ή και απλώς προοδευτικών ιδεών και προτάσεων.
Δεν είναι τυχαίο που μερικοί από τους πιο γνωστούς αριστερούς και
μαρξιστές θεωρητικούς του κόσμου, εργάζονται στη Βενεζουέλα και
συμβάλλουν θεωρητικά στο κυβερνητικό έργο. Δεν πρόκειται βεβαίως για μια
γραμμική διαδικασία παραγωγής επαναστατικής θεωρίας. Διαφορετικά
ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα συνυπάρχουν και συγκρούονται, διαφορετικές
μαρξιστικές και επαναστατικές τάσεις συντίθενται και αντιπαρατίθενται με
αριστερές, ριζοσπαστικές, αυτόνομες, αναρχικές και σοσιαλδημοκρατικές
ρεφορμιστικές σε ένα εκρηκτικό μείγμα αγώνα για την ηγεμονία στο λαό
αλλά και εντός του κυβερνητικού συνασπισμού. Εξίσου εκρηκτική και
αντιφατική είναι η συνύπαρξη μεταξύ των διαφορετικών ρευμάτων της
αριστεράς που στην πλειοψηφία τους στηρίζουν περισσότερο ή λιγότερο
κριτικά και συμμετέχουν στον κυβερνητικό συνασπισμό. Η σύνθετη σχέση
μεταξύ της ανάγκης υπεράσπισης της μπολιβαριανής διαδικασίας και της
αντιπαράθεσης για το μέλλον της και η προσπάθεια των κομμουνιστικών
δυνάμεων, και των πιο πρωτοπόρων προλεταριακών κομματιών για περαιτέρω
ριζοσπαστικές τομές αποτελούν ένα συνεχώς κρινόμενο στοίχημα που δεν
προχωρά ποτέ χωρίς εντάσεις, ορισμένες φορές και συγκρούσεις. Ωστόσο,
πολύ δύσκολα πετυχαίνει κάποιος σε καπιταλιστική χώρα τόσο πλούσιο
εσωτερική δημοκρατία.
Το στοιχείο της λαϊκής και εργατικής
συμμετοχής ήταν αυτό που κράτησε και τον Τσάβες στην εξουσία. Ήταν αυτό
που με αυτοθυσία ανέτρεψε το αμερικανοκίνητο πραξικόπημα του 2002, που
του έδωσε συνεχείς εκλογικές νίκες, και επικρατήσεις σε δημοψηφίσματα.
Και ήταν αυτό που σε πολλές περιπτώσεις πήρε πάνω του
ριζοσπαστικοποιώντας και υλοποιώντας το κυβερνητικό πρόγραμμα, μέσα από
σκληρές αναμετρήσεις με τους αστούς, τους γαιοκτήμονες, ακόμα και
τοπικούς άρχοντες του κόμματος του Τσάβες.
Και είναι τα πιο πρωτοπόρα τμήματα του λαού και της εργατικής τάξης που θα κρίνουν και τη συνέχεια ή μη της μπολιβαριανής διαδικασίας ή επανάστασης όπως θα έλεγαν οι ίδιοι. Διότι σίγουρα είναι μια διαδικασία που βρίσκεται ακόμα στα μισά.
Και είναι τα πιο πρωτοπόρα τμήματα του λαού και της εργατικής τάξης που θα κρίνουν και τη συνέχεια ή μη της μπολιβαριανής διαδικασίας ή επανάστασης όπως θα έλεγαν οι ίδιοι. Διότι σίγουρα είναι μια διαδικασία που βρίσκεται ακόμα στα μισά.
Είναι η Βενεζουέλα σήμερα μια
σοσιαλιστική χώρα; Σίγουρα όχι, άλλωστε λίγοι ακόμα και μέσα στη χώρα θα
υπερασπίζονταν κάτι τέτοιο. Είναι τα μέτρα που υλοποιούνται
σοσιαλιστικής οικοδόμησης; Στην πλειονότητά τους όχι. Άλλωστε, όλοι
κατανοούν ότι η αστική εξουσία δεν αποτελείται μόνο από την πολιτική
εξουσία, κομμάτι της οποίας είναι η κυβέρνηση αλλά κυρίως από την
οικονομική εξουσία, το κλασσικό ερώτημα «ποιος ελέγχει την παραγωγή;».
Και η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν έχει πάψει να είναι, η αστική τάξη.
Όμως δεν αρκεί η απάντηση αυτή, ούτε εξηγεί πολλά πράγματα. Ας δούμε
συνοπτικά ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά του προγράμματος που
υλοποιείται τις τελευταίες δεκαετίες.
Μια πρώτη πλευρά είναι η αναμφισβήτητη
αντιιμπεριαλιστική και ταυτόχρονα εθνικοανεξαρτησιακή φυσιογνωμία. Με το
άρθρο 13 του Συντάγματος ορίζεται ότι το έδαφος της χώρας είναι έδαφος
ειρήνης και απαγορεύεται η εγκατάσταση στρατιωτικών βάσεων ενώ
ακυρώνονται και κάθε άλλου είδους στρατιωτικές διευκολύνσεις. Έτσι σπάει
η παράδοση αιώνων πολιτικής και στρατιωτικής εξάρτησης από τις ΗΠΑ. Σε
αυτή την κατεύθυνση κινείται και η σύνθετη εξωτερική πολιτική που άσκησε
ο Τσάβες που επηρέασε όλη την αμερικάνικη ήπειρο, ενισχύοντας τις
σχέσεις μεταξύ των λατινοαμερικάνικων χωρών. Η δεύτερη πλευρά της
ανεξαρτησίας είναι βεβαίως η οικονομική ανεξαρτησία βασικό όπλο για την
οποία ήταν οι εθνικοποιήσεις στις οποίες προέβη, κατά κύριο λόγο στο
πετρέλαιο.
Το ίδιο το κείμενο του Συντάγματος του 1999 ανοίγει το δρόμο για μια σημαντική διαδικασία εθνικοποιήσεων- κρατικοποιήσεων των πετρελαίων που αποτελούν τη βασικότερη πηγή πλούτου στη χώρα, αλλά και άλλων πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, καθώς και τομέων στρατηγικής σημασίας για την οικονομία. Το μέτρο των κρατικοποιήσεων, παρά την τεράστια σημασία του και το ριζοσπαστικό δρόμο που ανοίγει, δεν είναι από μόνο του αναγκαστικά συνολικά αντικαπιταλιστικό. Σαφώς πρέπει να διαχωρίζουμε τις κρατικοποιήσεις αυτές με τις ψευδείς αντίστοιχες των αστικών κυβερνήσεων της Δύσης που χαρίζουν τρισεκατομμύρια στο τραπεζικό σύστημα στο δόγμα της «κρατικοποίησης των ζημιών και ιδιωτικοποίησης των κερδών». Ωστόσο οι συνεχόμενες δεκαετίες νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη ίσως να μας έχουν κάνει να ξεχάσουμε ότι, στην εποχή του κευνσιανισμού, η κρατική ιδιοκτησία όχι μόνο του ορυκτού πλούτου αλλά και πολλών ακόμα σημαντικών παραγωγικών κλάδων ήταν παγιωμένη τακτική. Σαφέστατα, η επιτυχημένη υλοποίηση μιας τέτοιας πολιτικής στη Βενεζουέλα και άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, δείχνει ότι μπορούν να υπάρξουν στο σήμερα πολύ διαφορετικές πολιτικές από το ξεπούλημα, τις ιδιωτικοποιήσεις των πάντων και την παράδοση μιας οικονομίας στο έλεος των αδηφάγων ορέξεων της ελεύθερης αγοράς.
Το ίδιο το κείμενο του Συντάγματος του 1999 ανοίγει το δρόμο για μια σημαντική διαδικασία εθνικοποιήσεων- κρατικοποιήσεων των πετρελαίων που αποτελούν τη βασικότερη πηγή πλούτου στη χώρα, αλλά και άλλων πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, καθώς και τομέων στρατηγικής σημασίας για την οικονομία. Το μέτρο των κρατικοποιήσεων, παρά την τεράστια σημασία του και το ριζοσπαστικό δρόμο που ανοίγει, δεν είναι από μόνο του αναγκαστικά συνολικά αντικαπιταλιστικό. Σαφώς πρέπει να διαχωρίζουμε τις κρατικοποιήσεις αυτές με τις ψευδείς αντίστοιχες των αστικών κυβερνήσεων της Δύσης που χαρίζουν τρισεκατομμύρια στο τραπεζικό σύστημα στο δόγμα της «κρατικοποίησης των ζημιών και ιδιωτικοποίησης των κερδών». Ωστόσο οι συνεχόμενες δεκαετίες νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη ίσως να μας έχουν κάνει να ξεχάσουμε ότι, στην εποχή του κευνσιανισμού, η κρατική ιδιοκτησία όχι μόνο του ορυκτού πλούτου αλλά και πολλών ακόμα σημαντικών παραγωγικών κλάδων ήταν παγιωμένη τακτική. Σαφέστατα, η επιτυχημένη υλοποίηση μιας τέτοιας πολιτικής στη Βενεζουέλα και άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, δείχνει ότι μπορούν να υπάρξουν στο σήμερα πολύ διαφορετικές πολιτικές από το ξεπούλημα, τις ιδιωτικοποιήσεις των πάντων και την παράδοση μιας οικονομίας στο έλεος των αδηφάγων ορέξεων της ελεύθερης αγοράς.
Στην πραγματικότητα, στη Βενεζουέλα
υπάρχει ένα ιδιότυπο μεικτό οικονομικό σύστημα στο οποίο η ιδιωτική
πρωτοβουλία συνυπάρχει με τον έντονο κρατικό παρεμβατισμό προς όφελος
της κοινωνικής πλειοψηφίας και με σημαντικό ρόλο συνεταιρισμών,
πρωτοβουλιών κ.α. Οι συνεταιρισμοί έχουν εκτιναχθεί μέσα σε λίγα χρόνια
και από τις μερικές χιλιάδες που ήταν, σήμερα ξεπερνούν το 1,5
εκατομμύριο, έχοντας πολύ διαφορετικές μορφές, διαφέρουν σε μέγεθος,
άλλοι έχουν περισσότερη σχέση με το κράτος, άλλοι ανήκουν στη σφαίρα της
κοινωνικής και της αλληλέγγυας οικονομίας. Οι περισσότεροι βέβαια
συνεταιρισμοί εντοπίζονται στον πρωτογενή και τριτογενή τομέα, καθώς και
σε σχετικά μικρές μεταποιητικές μονάδες. Δεν είναι ίδια η κατάσταση στη
βιομηχανία. Στην αγροτική παραγωγή, το έργο είναι επίσης σημαντικό. Ο
αγροτικός πληθυσμός της χώρας είχε καταστραφεί τις περασμένες δεκαετίες
(ήταν σε ένα ποσοστό της τάξης του 10-15% πολύ μικρό για μη δυτική
χώρα) και η συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων είχε συρρεύσει στις
παραγκουπόλεις γύρω από τα αστικά κέντρα σε άθλιες συνθήκες. Πλέον, το
μεγαλύτερο κομμάτι των αναγκών της χώρας καλύπτεται από εγχώρια παραγωγή
(κοντά στο 80%) τη στιγμή που πριν την άνοδο του Τσάβες στην εξουσία
εξαρτιόταν σχεδόν αποκλειστικά από εισαγωγές. Ωστόσο, και στον αγροτικό
τομέα ασκείται αυτή η μεικτή πολιτική μεταξύ της κολλεκτιβοποίησης και
της καπιταλιστικής αγροτικής παραγωγής μέσα από την απόδοση κομματιών
γης σε φτωχούς αγρότες και τη λειτουργία συνεταιρισμών.
Δε σημαίνει βέβαια αυτό ότι αυτή η διαδικασία είναι μικρή ή ότι συνέβη
εύκολα. Πρόκειται για μέτρα τα οποία απέσπασαν πλούτο και εξουσία από
την αστική τάξη και τα οποία η τελευταία δεν τα δέχτηκε αδιαμαρτύρητα ή
μέσα από κάποια συμφωνία ή διακανονισμό. Αντιθέτως, στις πάρα πολλές
περιπτώσεις το ίδιο το κίνημα αναλάμβανε, συχνά με βίαιες συγκρούσεις,
να υλοποιήσει το κυβερνητικό έργο. Σε άλλες, η κυβέρνηση καλούταν έπειτα
από μια λαϊκή κινητοποίηση να αποδεχτεί τα αποτελέσματά της. Το
κυβερνητικό πρόγραμμα του Τσάβες θα έμενε στα χαρτιά αν δε συνδεόταν με
τη διαρκή κινητοποίηση των μαζών και τα βήματα στην οργάνωσή τους.
Ωστόσο αυτό είναι πολύ διαφορετικό, και
κατά τη γνώμη μου ορισμένες φορές μπορεί και να είναι αντιπαραθετικό,
από τον εργατικό έλεγχο στην παραγωγή και τη συνολική αναβάθμιση της
λαϊκής και εργατικής εξουσίας μέσα από αντίστοιχα όργανα. Και αυτό
αποτελεί ένα από τα πιο κρίσιμα διακυβεύματα και εστία διαρκών
προσπαθειών και αντιπαραθέσεων μεταξύ των κομμουνιστικών δυνάμεων και
των πιο πρωτοπόρων κομματιών του εργατικού κινήματος και των λιγότερο
ριζοσπαστικών δυνάμεων του τσαβικού συνασπισμού και της κυβέρνησης. Μια
σημαντική προσπάθεια στην οποία πρωτοστάτησε και το Κομμουνιστικό Κόμμα
Βενεζουέλας (ήταν αρχική του πρόταση το 2007 στην οποία είχε συμφωνήσει ο
Τσάβες χωρίς να τη θέσει σε ψηφοφορία ωστόσο) ήταν η κατάθεση, μέσα από
συλλογή δεκάδων χιλιάδων υπογραφών και εργατική διαδήλωση, ενός
νομοσχεδίου για τον εργατικό έλεγχο στην παραγωγή. Το νομοσχέδιο αυτό
δεν έχει ακόμα ψηφιστεί και πολλοί κατηγορούσαν τον Τσάβες ότι παρότι
εξέφραζε κατά καιρούς μια θετική στάση, ολιγωρούσε, δίσταζε και εν πάει
περιπτώσει δεν το πέρασε. Η προσπάθεια στο εργατικό κίνημα είναι από τις
πιο σημαντικές και δύσκολες καθώς δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η
συνδικαλιστική γραφειοκρατία της χώρας, που εκπροσωπεί κυρίως τα ανώτερα
στρώματα της βιομηχανικής εργατικής τάξης που απολάμβαναν και πριν τον
Τσάβες πολύ καλύτερες συνθήκες από ότι ο υπόλοιπος λαός, παραμένει βαθιά
εργοδοτική και συμμάχησε με την αντιπολίτευση στην προσπάθεια ανατροπής
του καθεστώτος. Με πρωτοβουλία συνδικάτων, επιτροπών βάσης,
εργοστασιακών συμβουλίων και συνδικαλιστών φτιάχτηκε ως απάντηση η
συνομοσπονδία UNETE (Union Nacional de Trabajadores) που ως βασικό στόχο
έχει την ανυποχώρητη πάλη για την προώθηση των κρατικοποιήσεων και του
εργατικού ελέγχου. Έχει πρωτοστατήσει σε σημαντικές μάχες, εκφράζει μια
«κριτική στήριξη» στον Τσάβες επιδιώκοντας να διατηρήσει την ανεξαρτησία
της από το κράτος και σε ορισμένες περιπτώσεις έχει έρθει σε
αντιπαράθεση με το κυβερνητικό έργο.
Επίσης σημαντικά βήματα έχουν γίνει στη
δημοκρατία στο πολιτικό σύστημα. Ο θεσμός της πλειοψηφίας, της
αιρετότητας και πλήρους ανακληρότητας στους εκπροσώπους από τη βάση
λειτουργεί και περιγράφεται από το ίδιο το Σύνταγμα. Και είναι
αξιοπρόσεχτη η σκληρότητα με την οποία αντιμετωπίστηκαν φαινόμενα
διαπλοκής και διαφθοράς. Παρόλα αυτά οι τομές προς την εργατική- λαϊκή
εξουσία έχουν πολύ ακόμα για να ολοκληρωθούν. Σημαντικός σταθμός σε αυτό
ήταν και η ήττα του Τσάβες στο δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του
Συντάγματος που περιείχε σημαντικά ριζοσπαστικά μέτρα που θα οδηγούσαν
σε πολύ βαθύτερη σύγκρουση με την εργοδοσία και θα έθεταν πολύ σύντομα
και άμεσα τα ερωτήματα της εξουσίας. Η ήττα αυτή ήταν ένα σοβαρό πλήγμα
στην κατεύθυνση των βαθύτερων αντικαπιταλιστικών τομών, μια νίκη της
αντιπολίτευσης που πάτησε πάνω στην πρόταση για παράταση των θητειών του
προέδρου για να πλήξει την εικόνα του Τσάβες, και πιθανώς να
σηματοδότησε ένα λαχάνιασμα των προσπαθειών.
Κλείνοντας, κατανοώ ότι πάρα πολλές
σημαντικές πτυχές έχουν μείνει έξω από αυτήν την ομιλία που πιθανώς να
αναδειχθούν και στην επόμενη τοποθέτηση, όπως και τη μετέπειτα συζήτηση.
Προσπαθώντας όμως να πω κάποιες σκέψεις για το ζήτημα της προοπτικής
της μπολιβαριανής διαδικασίας θα πρέπει αναγκαστικά να το συνδέσω με τα
στοιχεία που ανέδειξα παραπάνω. Τα όρια σε πολλές από τις
μεταρρυθμίσεις, και οι πολιτικές αντιφάσεις δεν αναδείχθηκαν για να
ασκηθεί μια εύκολη και άκοπη κριτική, για να κριθεί το μεγαλειώδες έργο
που έχει πετύχει ο λαός της Βενεζουέλας και ο κυβερνητικός συνασπισμός
απέναντι στην ντόπια και πολυεθνική αστική τάξη βάσει κάποιας έτοιμης
επαναστατικής συνταγής. Πράγματι, η Βενεζουέλα είναι ένα τρανταχτό
παράδειγμα ότι η ζωή γεννά καθημερινά καταστάσεις, πρωτότυπα
επαναστατικά γεγονότα και ανεπανάληπτες ευκαιρίες και κινδύνους.
Όμως η ανάδειξη αυτών των ζητημάτων και ειδικά του πιο κρίσιμου από όλα,
της ανεξάρτητης οργάνωσης της εργατικής τάξης και του λαού μέσα από
δικά της όργανα στην παραγωγή και στις γειτονιές, θα καθορίσουν και το
μέλλον. Είναι σίγουρο ότι οι πιέσεις μετά το θάνατο του Τσάβες θα
ενταθούν. Είναι αρκετά πιθανό να περιοριστεί ο ενθουσιασμός από τον
σοσιαλιστικό πειραματισμό που καθοριζόταν από την χαρισματική φιγούρα
του αποθανόντα προέδρου, ή να εμφανιστούν αστικά σενάρια που να
προσπαθήσουν να ενσωματώσουν και όχι μόνο να καταστείλουν την προσπάθεια
που έχει ξεκινήσει. Είναι επίσης ένα ανοιχτό ερώτημα αν θα επηρεαστεί
διαφορετικά και εντονότερα η Βενεζουέλα και η Νότια Αμερική από την
κρίση και τα νέα κύματα ύφεσης που φαίνονται στον ορίζοντα. Σε αυτές τις
συνθήκες θα τεθούν ακόμα πιο επιτακτικά τα διλλήματα. Ή θα προχωρήσουν
στη Βενεζουέλα τομές βαθύτερες και ριζοσπαστικότερες και του Συντάγματος
του 99, που θα ανοίξουν το δρόμο για μια ακόμα βαθύτερη σύγκρουση με
την αστική τάξη και που θα σημάνουν βήματα σοσιαλιστικού μετασχηματισμού
και εργατικής εξουσίας ή είναι πολύ επικίνδυνο να υπάρξει ένα
λαχάνιασμα που θα φέρει μια αστική αντεπίθεση και μια ήττα με τεράστιες
επιπτώσεις. Ακόμα περισσότερο από ποτέ για να συνεχιστεί μια πορεία
πρέπει να γίνουν άλματα.
Ο λαός της Βενεζουέλας έχει δείξει πολλές
φορές στο παρελθόν ότι δίνει το παρόν στα μεγάλα ραντεβού με την
ιστορία. Μαζί με τον ενθουσιασμό, όμως απαιτείται οργάνωση και
συνείδηση του ιστορικού ρόλου του. Και σίγουρα, τα μάτια όλου του κόσμου
τον κοιτούν και οι ίδιες ελπίδες έχουν σμίξει τις καρδιές του
παγκόσμιου προλεταριάτου, όπως είχε γράψει και ο πρόσφατα χαμένος Άλκης
Αλκαίος. Το μέλλον κρύβει πολλά για την ίδια τη χώρα αλλά και ολόκληρη
τη γη.
*Το παρόν κείμενο βασίζεται
στην εισήγηση στην εκδήλωση που διοργάνωσε η Λέσχη των Αναιρέσεων στη
Θεσσαλονίκη, το Σάββατο 20 Απρίλη, με ομιλητές το Δημήτρη Καλτσώνη και
το Θάνο Ανδρίτσο. Η αφίσα της εκδήλωσης ήταν η παρακάτω.