Μιλώντας για τις φοιτητικές εκλογές, αναμφίβολα ένα από τα πρώτα ερωτήματα
που οφείλουμε να απαντήσουμε είναι το γιατί έχει αξία να ψηφίσει
κανείς. Γιατί η 17η Απριλίου δεν είναι μια μέρα σαν όλες τις άλλες στη
σχολή, πολλώ δε μάλλον ένα χαλαρό ιβέντ, που κάπου μεταξύ βόλτας και
ξεκούρασης θα περάσουμε και από τη σχολή μας για να ψηφίσουμε τους
φίλους μας; Και το ερώτημα αυτό αποδεικνύεται ως κομβικής σημασίας αν το
προσεγγίσουμε από τη σκοπιά του αποτελέσματός του.
Γράφουν: Νίκη Βαχαβιώλου, Τόλης Χάλκης
Σχετικά με αυτό, δύο είναι τα βασικά στοιχεία που αποδεικνύουν τόσο
την αναγκαιότητα συμμετοχής στις εκλογές όσο και την αναγκαιότητα αλλά
και δυνατότητα «να πάει αλλιώς». Είναι η μεγάλη και διαρκώς αυξανόμενη
αποχή των φοιτητών από τις κάλπες, καθώς και η στήριξη του
«δικομματισμού» σε ΑΕΙ-ΤΕΙ.
Ας έρθουμε στο «διά ταύτα» όμως. Το βασικό αντεπιχείρημα που
συναντάμε αφορά στον αντίκτυπο των φοιτητικών εκλογών. Αφού η ΕΦΕΕ δεν
συνεδριάζει, η παρουσία των φοιτητών στα όργανα συνδιοίκησης καταργήθηκε
και τα ΔΣ δεν έχουν και πολλά να πουν στους διαλυμένους φοιτητικούς
συλλόγους, ποιος ο λόγος να συνεχίζεται αυτή η διαδικασία; Θέλουν τελικά
να μετρήσουν τα κουκιά τους η ΔΑΠ και η ΠΑΣΠ (μια λογική που χρόνια
τώρα καλλιεργούν); Όλα αυτά, στον έναν ή τον άλλο βαθμό ισχύουν. Όντως
οι φοιτητές δεν έχουν πια επίσημο ρόλο και λόγο στη συνδιοίκηση, οι
σύλλογοι, παρά τις «κινηματικές εκλάμψεις», έχουν προβλήματα στη
λειτουργία τους, ενώ ο πολιτικός προσανατολισμός τους είναι από τα πιο
σοβαρά επίδικα. Υπάρχουν όμως συγκεκριμένες ευθύνες για όλα αυτά. Και
βρίσκονται κυρίαρχα στις καθεστωτικές παρατάξεις. Σε αυτές που κάθε
χρόνο, την επομένη των φοιτητικών εκλογών, δίνουν συνεντεύξεις Τύπου από
κοινού με τις εκάστοτε κυβερνήσεις, για να δηλώσουν πως η νεολαία
συμφωνεί με την κυρίαρχη πολιτική και το μέλλον που της ετοιμάζουν. Και
είναι τα αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών που δίνουν το δικαίωμα στον
κάθε Σαμαρά να μιλάει και να αποφασίζει εξ ονόματος της σπουδάζουσας
νεολαίας, να ανατρέχει σε αυτά κάθε φορά που επίκειται μια αντιδραστική
μεταρρύθμιση.
Επειδή λοιπόν οι υπάρχοντες συσχετισμοί δύναμης ούτε μας εκφράζουν αλλά ούτε αντικατοπτρίζουν και την πραγματικότητα στην πολιτική τοποθέτηση της νεολαίας, στις 17 Απριλίου πρέπει «να πάει αλλιώς». Πρέπει να απαντήσουμε ότι το παρόν και το μέλλον μας όχι απλά δεν τους το χαρίζουμε αλλά δεν τους αφήνουμε να το επηρεάσουν ούτε λίγο! Παίρνουμε την κατάσταση στα χέρια μας! Ψηφίζουμε μαζικά και συνειδητά με βάση τις ανάγκες μας και την προοπτική μας! Ψηφίζουμε όπως αγωνιζόμαστε! Ψηφίζουμε ΕΑΑΚ σε ΑΕΙ-ΤΕΙ!
Ν.Β.
Να επικρατήσει η ελπίδα και όχι ο φόβος
foititikes-bΑν μας ζητούσαν με ένα και μοναδικό επιχείρημα να
αποδείξουμε τη σημαντικότητα των φετινών φοιτητικών εκλογών, το μόνο που
θα κάναμε θα ήταν να βρούμε ένα εξώφυλλο εφημερίδας από τις 17 Μαΐου
του 2012. Είναι Πέμπτη, μία μέρα μετά τις φοιτητικές εκλογές και μέσα
στο τεταμένο πολιτικό κλίμα ξεχωρίζει η δήλωση Σαμαρά: «Σημαντική νίκη
σε αντίξοες συνθήκες». Αυτή είναι η δήλωση του αρχηγού της Νέας
Δημοκρατίας για το αποτελέσματα και την πρωτιά της ΔΑΠ. Προσέξτε τη
χρονική στιγμή, είμαστε μόλις μία και μισή εβδομάδα μετά τις βουλευτικές
εκλογές της 6ης Μαϊου, όπου έχει έρθει τούμπα το πολιτικό σκηνικό, ΝΔ
και ΠΑΣΟΚ μετά βίας συγκέντρωσαν 30% αθροιστικά και ο μνημονιακός
μονόδρομος έχει φάει γερό χαστούκι και οι δεύτερες εκλογές είναι στον
ορίζοντα. Κι όμως, ο μετέπειτα πρωθυπουργός βρίσκει χρόνο να κάνει
δήλωση για τις φοιτητικές εκλογές, τις τόσο απαξιωμένες από τα αστικά
ΜΜΕ. Γιατί τελικά δεν είναι τόσο απαξιωμένες. Γιατί τα αστικά επιτελεία
ξέρουν ότι τα πανεπιστήμια είναι ο μοναδικός χώρος όπου βρίσκει σήμερα
τόσο μαζική και τόσο οργανωμένη έκφραση η νεολαία.
Όλοι ξέρουν και ας μην το παραδέχονται, ότι διακυβεύονται πολλά. Δεν
κρίνονται απλώς οι έδρες στα ΔΣ, δεν κρίνεται απλώς ο πρώτος ή ο
δεύτερος, κρίνεται για μια ακόμη φορά την τελευταία τριετία αν θα
επικρατήσει ο φόβος ή η ελπίδα. Κρίνεται αν η νεολαία των μισθών των 400
ευρώ και της μαζικής ανεργίας θα σκύψει το κεφάλι και θα δεχθεί το
μέλλον που της ετοιμάζουν κυβέρνηση και τρόικα ή θα διαλέξει άλλο δρόμο.
Κρίνεται αν η υπόσχεση της «ελεγχόμενης φτώχειας» που τάζουν οι
κυβερνητικές παρατάξεις θα βρει απήχηση και θα δώσει νέα πνοή σε ένα
πολιτικό σύστημα που αργοπεθαίνει μέρα με τη μέρα. Κρίνεται αν θα
επικρατήσει ο κοινωνικός κανιβαλισμός και η λογική «να φάω το διπλανό
μου» ή θα βγει μπροστά ο πολιτισμός της αλληλεγγύης όσων πλήττονται.
Φυσικά όλα αυτά δεν κρίνονται μόνο στις εκλογές. Τα ίδια ζητήματα μπήκαν
σε κάθε στροφή του φοιτητικού και του εργατικού κινήματος τα τελευταία
χρόνια.
Μπροστά σε αυτά τα διλήμματα, χιλιάδες φοιτητές μπήκαν σε συνελεύσεις
μέσα στον Μάρτιο για το σχέδιο «Αθηνά» και βγήκαν με ψηλά το κεφάλι και
πλημμύρισαν τους δρόμους φωνάζοντας ότι «φυσάει κόντρα», ότι δεν θα
γίνουμε «η γενιά της ανεργίας και της μετανάστευσης». Απέναντί τους η
κυβέρνηση έφερε μπροστά τα χαρτιά του εξορθολογισμού και της
αξιοκρατίας. Πίσω τους κρύβονταν οι συνηθισμένοι εκβιασμοί, ο κίνδυνος
της χρεωκοπίας, οι επιταγές της ΕΕ και του ΔΝΤ, το μέλλον της χώρας και
άλλα πρόσχαρα. Είναι οι ίδιοι εκβιασμοί που μπαίνουν μπροστά σε κάθε
αγώνα των εργαζόμενων για τα στοιχειώδη δικαιώματά τους, είναι τα ίδια
που ακούν καθημερινά οι κάτοικοι στις Σκουριές για να δεχθούν να
ποδοπατήσουν τα σπίτια τους τα ΜΑΤ του Δένδια και οι σωτήρες – επενδυτές
της El Dorado. Αυτά τα διλήμματα θα τεθούν και στις εκλογές της
Τετάρτης και σε αυτή τη μάχη του φόβου με την ελπίδα έχει ριχθεί εδώ και
μέρες η ΕΑΑΚ.
Τα σχήματα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς δεν διεκδικούν ψήφο
στήριξης ως φορείς του αλάνθαστου, ούτε ψήφο αυτοεπιβεβαίωσης για τις
πολιτικές αναλύσεις τους. Θα ήταν πολύ εύκολο μέσα σε συνθήκες κλονισμού
του καπιταλιστικού οικοδομήματος, οι επαναστάτες να κουνάνε το δάχτυλο
στο λαό και με μεγάλη άνεση να λένε «σου τα λέγαμε». Η ΕΑΑΚ μπαίνει στη
μάχη με έντονη την αίσθηση της αυτοκριτικής, αφού οι αδυναμίες του
κινήματος είναι σε μεγάλο βαθμό και δικές της. Ταυτόχρονα όμως, μπαίνει
με την αυτοπεποίθηση της πολιτικής δύναμης που έδωσε το «παρών» σε κάθε
αγώνα των τελευταίων χρόνων και συνέβαλε με όλες τις δυνάμεις σε αυτόν.
Με την αυτοπεποίθηση που δίνουν οι επιτυχίες του φοιτητικού κινήματος
που σε περιόδους λυσσασμένης επίθεσης του κεφαλαίου μπλοκάρει μέτρα,
σπάει το διάλογο του υπουργείου και δίνει κουράγιο σε όλη την κοινωνία.
Αυτοπεποίθηση πολιτική επειδή ήταν η δύναμη που εξαρχής δήλωσε ότι η
ρήξη με τα μνημόνια, την κυβέρνηση και την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι μια
πιθανή επιλογή, αλλά είναι η μόνη πολιτική επιλογή που έχει στη διάθεσή
της η νεολαία για να μη ζήσει το μέλλον της εξαθλίωσης. Από την
εκτίμηση αυτή δεν προκύπτει καμία δικαίωση, αλλά η ανάγκη για ενεργητική
συστράτευση με την ΕΑΑΚ στις εκλογές και σε κάθε μάχη του επόμενου
διαστήματος.
Τέτοια ψήφο διεκδικεί η ΕΑΑΚ, ψήφο δέσμευσης από τη σπουδάζουσα
νεολαία ότι θα πάρει την κατάσταση στα χέρια της και μαζί με την
ανατρεπτική Αριστερά
θα βαδίσει το δρόμο της ανατροπής. Μόνο αυτή η επιλογή μπορεί να
αποτελέσει πραγματική καταδίκη των μνημονιακών παρατάξεων που θέλουν το
φοιτητικό κίνημα συνομιλητή της κυβέρνησης. Αλλά πολύ περισσότερο από
την καταδίκη των «από πάνω», οι εκλογές της 17ης Απριλίου πρέπει να
βγάλουν μήνυμα προοπτικής για τη σπουδάζουσα νεολαία. Δεν χρειάζεται να
επιλέξει ανάμεσα στο «παλιό» και το «νέο» πανεπιστήμιο, αφού κανένα από
τα δύο δεν την χωράει. Δεν τσιμπάει πλέον στο «ευρώ ή χάος» αφού ξέρει
ότι ταυτίζονται. Δεν έχει να περιμένει τίποτα από την ανάπτυξη, όταν
αυτή φέρνει καταπάτηση κάθε δικαιώματος. Αλλά δεν αρκεί και να ελπίζει.
«Διαβάτη δρόμος δεν υπάρχει, το δρόμο τον φτιάχνεις προχωρώντας», λέει ο
ποιητής Αντόνιο Μασάντο. Με την ΕΑΑΚ στη μάχη λοιπόν, για να φτιάξουμε
το δρόμο των αναγκών μας!
Απέναντί μας είναι οι κυβερνητικές νεολαίες. Από τη μια η ΔΑΠ
αποτελεί το δεξί χέρι της κυβέρνησης και βασικό εγγυητή της «ομαλότητας»
μέσα στα πανεπιστήμια. Μιας ομαλότητας όμως που συνεπάγεται διάλυση του
δημόσιου δωρεάν πανεπιστημίου και μετατροπή της γνώσης από δικαίωμα σε
εμπόρευμα για λίγους και εκλεκτούς. Είναι ο «λαγός» της κυβέρνησης που
προλειαίνει το έδαφος για τις πιο αντεκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις. Δεν
ξεχνάμε το περιβόητο «παιδεία 2020» αλλά και το νέο επίτευγμά της, τις
«5 θέσεις για τα ελληνικά πανεπιστήμια και ΤΕΙ». Ζητά δηλαδή περισσότερη
λιτότητα, πλήρη παράδοση των ΑΕΙ και ΤΕΙ στην κερδοφορία του κεφαλαίου,
λιγότερες ελευθερίες (πολιτικές – συνδικαλιστικές). Ψήφος στη ΔΑΠ
σημαίνει ψήφος στην κυβέρνηση και τη Χρυσή Αυγή. Σημαίνει έγκριση των
πολιτικών διάλυσης των σπουδών και των ζωών μας. Εντέλει, σημαίνει ψήφος
ενάντια στο κίνημα και την Αριστερά, ψήφος ενάντια στο σύλλογο και τον
ίδιο το φοιτητή.
Ψηφίζοντας ΔΑΠ και ΠΑΣΠ δίνουμε στην κυβέρνηση το δικαίωμα να μιλάει
στο όνομά μας και το επιχείρημα ότι οι φοιτητές επικροτούν την πολιτική
της (μνημόνια, ιδιωτικοποίηση της παιδείας, σχέδιο «Αθηνά», διάλυση
φοιτητικής μέριμνας, ανεργία, διάλυση των πτυχίων, υπερεκμετάλλευση)
ιδιαίτερα στο χώρο των πανεπιστημίων. Η ενδεχόμενη άνοδος των ΔΑΠ-ΠΑΣΠ
θα είναι ένα ακόμη βέλος στη φαρέτρα τους για να συνεχιστεί και να
ενταθεί η επίθεση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ήρθε η ώρα να τελειώνουμε
με τις κυβερνήσεις και τα τσιράκια τους μέσα στις σχολές. Οι
κυβερνητικές παρατάξεις πρέπει να μαυριστούν!
Μπροστά στις εκλογές όμως πρέπει να αναδειχτούν και τα όρια και οι
προβληματικές της επίσημης Αριστεράς. Η ΠΚΣ πέρα από τις αγωνιστικές της
κορώνες, δεν δείχνει να πιστεύει ότι στο σήμερα μπορούν να υπάρξουν
υλικές νίκες και δεν θέλει να συμβάλει στη δημιουργία ενός πραγματικά
επικίνδυνου φοιτητικού κινήματος. Αυτό δείχνει και η έλλειψη σχεδίου
ενάντια στο σχέδιο «Αθηνά», αφού ουσιαστικά καλούσε τους συλλόγους σε
αγώνες διαμαρτυρίας και δεν έθετε καμία προοπτική νίκης και κλιμάκωσης.
Αυτό δείχνει και η συνεχής άρνησή της για κοινή δράση με άλλες αριστερές
δυνάμεις μέσα στα πανεπιστήμια, που δεν μπορεί να αποτελεί απλώς λάθος
τακτική αλλά στρατηγική επιλογή. Κάθε πολιτική της πρόταση κατέληγε στις
εκλογές και στα «κόκκινα ΔΣ», αδυνατώντας να απαντήσει στα πραγματικά
ερωτήματα που έμπαιναν απ’ την ίδια την πραγματικότητα. Είναι γεγονός
ότι οι δυνάμεις του ΜΑΣ και της ΠΚΣ δεν μπορούν να συγκροτήσουν ένα
αντίπαλο δέος απέναντι στις κυρίαρχες πολιτικές.
Ψήφος στην ΑΡΕΝ είναι ψήφος στην Αριστερά της διαπραγμάτευσης και της
υποταγής. Η ΑΡΕΝ, ακολουθώντας τα βήματα του ΣΥΡΙΖΑ, εγκλωβίζεται όλο
και περισσότερο στην αυταπάτη της διαχείρισης της κρίσης και της
απόκρουσης επιμέρους στοιχείων της επίθεσης. Την ώρα που όπως έδειξαν
και τα γεγονότα στην Κύπρο, τσακίστηκε πλήρως η αντίληψη που μιλά για
ομαλή διαχείριση της κρίσης μέσα στο πλαίσιο του ευρώ και της ΕΕ.
Φάνηκε, ακόμη, πλήρως η απομάκρυνση της ΑΡΕΝ και του ΣΥΡΙΖΑ από τον
κόσμο του κινήματος, αφού η «αλληλεγγύη» τους στον κυπριακό λαό
περιορίστηκε σε κοινές δηλώσεις με τον Καμμένο! Η αντίληψη αυτή δεν
αποτελεί έκπληξη, καθώς είναι η φυσική απόληξη της λογικής που αναμένει
μια σωτήρια αριστερή κυβέρνηση που θα επαναδιαπραγματευτεί ένα
«καλύτερο» Μνημόνιο, με το κίνημα σε ρόλο θεατή, παραβλέποντας πλήρως το
ρόλο της ΕΕ, ως βασικού ενορχηστρωτή και στρατηγείου της επίθεσης στα
δικαιώματα και τις ανάγκες μας.
Κρίσιμο στοίχημα είναι η μαχητική συμμετοχή του συνόλου του
φοιτητικού κόσμου στις εκλογές. Η επιλογή του άκυρου και της αποχής
είναι μια επιλογή του ατομικού δρόμου, παραγνωρίζοντας την ανάγκη για
συλλογική ανατρεπτική έκφραση και αναφορά όλων των φοιτητών. Το κεφάλαιο
και οι πολιτικοί του εκφραστές κανένα πρόβλημα δεν έχουν με την
αδιαφορία και την απαξίωση γενικά της πολιτικής. Αυτό που τους πονά
είναι η ενεργή παρέμβαση του λαού στα κοινωνικά γεγονότα.
Τ.Χ.
ΤΕΙ:
αυτοί που δέχονται τη μεγαλύτερη επίθεση, πρώτοι να αντιδράσουν
Στην εποχή της κρίσης, του Μνημονίου και της επιχειρηματικοποίησης της εκπαίδευσης, τα ΤΕΙ είναι στην πρώτη γραμμή της επίθεσης, ενώ αποτελούν, λόγω και της αδυναμίας του σπουδαστικού κινήματος, το δοκιμαστικό σωλήνα για τις αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η εντεινόμενη μείωση των προϋπολογισμών, τα οικονομικά προβλήματα των ιδρυμάτων, μια σειρά από απολύσεις σε έκτακτο εκπαιδευτικό προσωπικό (που καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό διδασκόντων στα ΤΕΙ σε σχέση με τους μόνιμους) έχουν δημιουργήσει εφιαλτική κατάσταση για τους εργαζόμενους και τους σπουδαστές, κάνοντας πλέον απαγορευτική τη λειτουργία πολλών ΤΕΙ και ειδικά εκείνων της επαρχίας. Την ίδια ώρα αυξάνεται δραματικά η μείωση στις φοιτητικές παροχές (σίτιση και στέγαση) ενώ η φτώχεια και η εξαθλίωση μεγαλώνει, αυξάνεται το φαινόμενο όλο και περισσότεροι σπουδαστές να αδυνατούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους.
αυτοί που δέχονται τη μεγαλύτερη επίθεση, πρώτοι να αντιδράσουν
Στην εποχή της κρίσης, του Μνημονίου και της επιχειρηματικοποίησης της εκπαίδευσης, τα ΤΕΙ είναι στην πρώτη γραμμή της επίθεσης, ενώ αποτελούν, λόγω και της αδυναμίας του σπουδαστικού κινήματος, το δοκιμαστικό σωλήνα για τις αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η εντεινόμενη μείωση των προϋπολογισμών, τα οικονομικά προβλήματα των ιδρυμάτων, μια σειρά από απολύσεις σε έκτακτο εκπαιδευτικό προσωπικό (που καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό διδασκόντων στα ΤΕΙ σε σχέση με τους μόνιμους) έχουν δημιουργήσει εφιαλτική κατάσταση για τους εργαζόμενους και τους σπουδαστές, κάνοντας πλέον απαγορευτική τη λειτουργία πολλών ΤΕΙ και ειδικά εκείνων της επαρχίας. Την ίδια ώρα αυξάνεται δραματικά η μείωση στις φοιτητικές παροχές (σίτιση και στέγαση) ενώ η φτώχεια και η εξαθλίωση μεγαλώνει, αυξάνεται το φαινόμενο όλο και περισσότεροι σπουδαστές να αδυνατούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους.
Το
μεγαλύτερο ποσοστό των σπουδαστών είναι νέοι με ταξική καταγωγή, που
προέρχονται από φτωχά και λαϊκά στρώματα, ενώ η πλειοψηφία καλείται να
δουλεύει και κατά τη διάρκεια των σπουδών. Οι σπουδαστές των ΤΕΙ βιώνουν
από τη φοιτητική τους ζωή κιόλας, τη μαύρη και ανασφάλιστη εργασία, τη
μη συνδικαλιστική ελευθερία, την εργοδοτική τρομοκρατία, τις ελαστικές
σχέσεις εργασίας, την υπερεκμετάλλευση και τους μισθούς πείνας. Αυτό
έχει ως αποτέλεσμα οι φοιτητές και οι απόφοιτοι των ΤΕΙ να
αντιλαμβάνονται το ρόλο τους στην εργασία και να εμπεδώνουν από τα πριν
την υφιστάμενη κατάσταση ως μονόδρομο. Το σημείο που διαφοροποιεί σε
μεγάλο βαθμό τα ΤΕΙ από τα ΑΕΙ είναι ότι οι σπουδαστές ΤΕΙ δέχονται την
επίθεση όχι μόνο μέσα στο χώρο εργασίας τους αλλά και σε προπτυχιακό
επίπεδο (βλ. πρακτική άσκηση) πράγμα που κάνει πιο αυταρχικό το πλαίσιο
λειτουργίας των ΤΕΙ.
Το σπουδαστικό κίνημα αδυνατεί να απαντήσει οργανωμένα και μαζικά σε
αυτή την κατάσταση, αφού η πλειοψηφία των σπουδαστικών συλλόγων
ουσιαστικά δεν λειτουργούν και αδυνατούν να συσπειρώσουν την πλειοψηφία
των σπουδαστών σε αγωνιστική ανατρεπτική κατεύθυνση. Παρόλ’ αυτά, το
προηγούμενο διάστημα στα περισσότερα ΤΕΙ της χώρας ξέσπασαν μεγάλοι
αγώνες ενάντια στο σχέδιο «Αθηνά». Για πρώτη φορά μετά από χρόνια σε
πολλά ΤΕΙ διεξήχθησαν Γενικές Συνελεύσεις και οι φοιτητές πήραν
αγωνιστικές αποφάσεις ενάντια στις πολιτικές της κυβέρνησης. Οι
κινητοποιήσεις αυτές, όπως ήταν λογικό λόγω έλλειψης πολιτικοποίησης και
πολιτικής πρωτοπορίας εντός των συλλόγων, είχαν αρκετές αντιφάσεις και
πολλές φορές και συντεχνιακά χαρακτηριστικά. Μπορούν να αποτελέσουν όμως
μια πρώτη «μαγιά» για την ανασυγκρότηση και αναζωογόνηση του
σπουδαστικού κινήματος, για να γεννηθούν ριζοσπαστικές και
αντικαπιταλιστικές πρωτοπορίες που θα δώσουν άλλη πνοή και κατεύθυνση
στον αγώνα.
Με βάση και αυτή τη λογική, οι φετινές φοιτητικές εκλογές, ιδιαίτερα
στα ΤΕΙ, είναι η πιο κρίσιμη εκλογική μάχη των τελευταίων χρόνων. Οι
φοιτητικές εκλογές θα πρέπει να αποτελέσουν μια μεγάλη «δημοσκόπηση» για
τις διαθέσεις και τα αντανακλαστικά της νεολαίας, μπροστά στη βαθιά
επίθεση που δέχεται. Ιδιαίτερα στα ΤΕΙ, το κομμάτι που δέχεται πρώτο την
πιο σκληρή επίθεση από μεριάς κυβέρνησης, ΕΕ και ΔΝΤ, πρέπει να στείλει
μήνυμα χειραφέτησης και όχι μήνυμα υποταγής!
Τη στιγμή που η κυβέρνηση προσπαθεί μέσω του σχεδίου «Αθηνά» να
κλείσει μια σειρά από ΤΕΙ, που έχει μειώσει δραματικά τους
προϋπολογισμούς, που ετοιμάζει ένα μέλλον της ανεργίας ή στην καλύτερη
περίπτωση με μισθούς πείνας, ζητούμενο είναι να αποτυπωθεί εκείνο το
ρεύμα της νεολαίας, για το οποίο δεν υπάρχει άλλος δρόμος, εκτός από το
δρόμο που συγκρούεται με την πολιτική του κεφαλαίου και των μνημονίων
και παλεύει για την ανατροπή της τόσο σε επίπεδο κοινωνίας όσο και σε
επίπεδο σχολών. Πρέπει να σταλεί μήνυμα και μέσα από τις φοιτητικές
εκλογές ότι αυτοί που αγωνίζονταν το προηγούμενο διάστημα ενάντια στο
σχέδιο «Αθηνά» δεν είναι μειοψηφίες, όπως παλεύει με νύχια και με δόντια
να παρουσιάσει η κυβέρνηση, τα ΜΜΕ και οι συνεργάτες της, αλλά η
πλειοψηφία των σπουδαστών, οι οποίοι πρέπει να γυρίσουν την πλάτη στην
αδιέξοδη πολιτική τους.
Στις φοιτητικές εκλογές των ΤΕΙ θα πρέπει πανελλαδικά να ενισχυθούν
οι δυνάμεις αυτές που πρωτοστάτησαν στον αγώνα του προηγούμενου
διαστήματος, που έθεταν σχέδιο νίκης μέσα από τους συλλογικούς, μαζικούς
και συντονισμένους αγώνες. Οι δυνάμεις εκείνες που θέλουν ζωντανούς
σπουδαστικούς συλλόγους, πραγματικό όπλο στα χέρια του κάθε φοιτητή στην
υπόθεση της βελτίωσης της καθημερινότητάς του.
Αυτόν το δρόμο προσπάθησε και προσπαθεί να δείξει η ΕΑΑΚ, το πιο
πετυχημένο μόρφωμα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς μέσα στα
πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ. Η ΕΑΑΚ χωρίς να προσπαθεί να δημιουργήσει (ή να
έχει) αυταπάτες για την εκλογική διαδικασία, θέλει να αποτυπωθεί στις
φοιτητικές εκλογές ιδιαίτερα των ΤΕΙ η λογική ενός «άλλου δρόμου». Δίνει
τη μάχη των φοιτητικών εκλογών και ζητά ανοιχτά την ενίσχυσή της.
Ιδιαίτερα τη φετινή χρονιά, μετά και τους μεγάλους αγώνες σε πολλά ΤΕΙ,
έχει μεγάλη σημασία και θα στείλει διαφορετικό μήνυμα, η δημιουργία
σχημάτων ΕΑΑΚ σε πολλά ΤΕΙ αλλά και η εκλογική καταγραφή σχημάτων της
ΕΑΑΚ σε σχολές που δεν είχε δυνάμεις ποτέ στο παρελθόν.
Εφημερίδα«Πρίν»
Εφημερίδα«Πρίν»