01 Απριλίου 2013

H πολιτική της Ανοιξης

Yποσημειώσεις

Του Γιώργου Σταματόπουλου

Είναι, όντως, εξωφρενική εποχή η Ανοιξη. Με την τρυφερή της αυθάδεια πετάει τους πάντες σχεδόν έξω από την τακτοποίησή τους, από τον εφησυχασμό τους, τη μίζερη υπακοή στις ανάγκες. Είναι η εποχή του οίστρου και της ταραχής, της έκρηξης, της ανάτασης, τότε που εγερσίθυμοι σπασμοί δονούν την ατμόσφαιρα. Είναι η εποχή των ποιητών (θα έπρεπε να είναι…). Η αύρα της Ανοιξης περιτυλίγει το σώμα και το πνεύμα, τα ξεσηκώνει, τα ωθεί προς το πλησίασμα του αγνώστου. Οι χυμοί της φύσης ρέουν άπληστα, στους κορμούς και στα φυτά, προς τα πάνω, να γίνουν μπουμπούκια και καρποί, να χυθεί το φως, η ζωή, ο έρωτας. Σκέφτομαι ότι ένας από τους λόγους που ο Διονύσιος Σολωμός ανέβηκε στο πάνθεον της παγκόσμιας ποίησης είναι το γεγονός ότι έγραψε για τον ξανθό Απρίλη και τον έρωτα ταυτόχρονα με το θηρίο της πείνας, της σκλαβιάς, της απομόνωσης από κάθε ελπίδα των πολιορκημένων του Μεσολογγίου. Ποια ελευθερία βγαίνει από τούτο τον συνδυασμό θανάτου και ζωής; Από τη μια «έστησε ο έρωτας χορό με τον ξανθό Απρίλη» και την ίδια στιγμή «άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει».


Είναι αλήθεια ότι πάντα ένας ποιητής μάς έβγαζε από τον λήθαργο, μάς εμψύχωνε σε καιρούς αμήχανους, φίλιωνε τις αντίθετες δυνάμεις που κατακυριεύουν τις ταλαίπωρες υπάρξεις μας. Ποιος να μιλήσει σήμερα, με τι κουράγιο, για την εκρηκτικότητα του Απρίλη, όταν την ίδια ώρα λάμπουν η πείνα, η φτώχεια, οι άστεγοι, οι παρανοϊκοί, οι φοβισμένοι; Πώς να υποκύψεις στους πειρασμούς της Ανοιξης, όταν το σώμα έχει πετρωθεί από την ανασφάλεια και τον φόβο; Είναι αλήθεια (μπορεί και όχι) ότι ο τόπος θυμίζει τον κάμπο του Μεσολογγίου (σιωπή – ερημιά, ακινησία, αυχμηρότης) και ας λούζεται από το φως του Απρίλη, από τη δροσογόνο πνοή του, από τη μαγεία αυτού του φωτός , τη χαρά και την αναγέννηση της φύσης. Τα πολιτικά μας κόμματα δεν μπορούν βεβαίως να υποκαταστήσουν τους ποιητές, μήτε τα Πανεπιστήμια φαίνονται ικανά γι’ αυτόν τον ρόλο, πολλώ δε μάλλον τα συνδικάτα.

Τι μένει; Ισως να κάνουμε φθέγμα το τραύλισμά μας, ψίθυρο, μελωδία ώστε να αρχίσει μία εκ βάθους επικοινωνία μεταξύ των ανθρωπίνων πλασμάτων. Να ανακαλυφθεί, δηλαδή, μια νέα γλώσσα που θα κουβαλάει την υποστολή τής έως πρότινος οίησής μας και την έπαρση της αλληλεγγύης. Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος αλαζών και κυνικός για να υπάρχει σήμερα, ότι δηλαδή έτσι επιτάσσει ο ορθός λόγος της επιβίωσης (ο νόμος του ισχυρού για όσους μπερδευόμαστε…)’ η ύπαρξη μπορεί να καθοριστεί και από την ταπεινοφροσύνη, η οποία με τη σειρά της είναι σε θέση να απολαύσει τη ζωή (τον Απρίλη, τους χυμούς κ.λπ.). Η γλώσσα η νέα δεν χρειάζεται να είναι ακαδημαϊκή, αλλά λαϊκή, κοινωνική, δηλαδή ποιητική. Ετσι ξαναμπαίνει η ποίηση στη ζωή, καταργώντας τις μεγάλες απογοητεύσεις που προκαλεί η δυσκολία της εποχής [οι ψοφοδεείς ηγέτες και η εγγενής (;) ραθυμία της κοινωνίας]. Αυτή η δειλή ποιητική γλώσσα μπορεί να οδηγήσει στην κατάκτηση της πολιτικής.

gstamatopoulos@efsyn.gr

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *