01 Μαΐου 2013

Ο Αντρέας Λυκουρίνος

πηγή, Η λέσχη της ανυπότακτης θεωρίας

Ένας από τους 200 της Καισαριανής ήταν ο Ανδρέας Λυκουρίνος. Γεννήθηκε στα 1931. Για τον Αντρέα μας μιλά ο συγκρατούμενος του Θέμος Κορνάρας στα 1945 στο περιοδικό ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Αναδημοσιεύτηκε το κείμενο στη στήλη διηγήματος του Ριζοσπάστη.
 Ο Αντρέας Λυκουρίνος γεννήθηκε στα 1931. Κι ο κατακλυσμός της σκλαβιάς τον βρίσκει έντεκα χρονών.
Πήρε ενεργό μέρος στην πρώτη φάση του αγώνα: Στην επίθεση πείνας. Το ελληνικό φρούριο κράτησε άμυνα γερή ένα χρόνο. Σύνθημα ήτανε, η επιβίωση του Λαού. Η ζωή κι η υγεία μας θα χρειάζονταν στη φάση της εθνικής εξόρμησης που σίμωνε.Ο Αντρέας Λυκουρίνος έπρεπε να διαλέξει μεταξύ του σχολικού βαθμολογίου και του ανοιχτού αγώνα της Πατρίδας του. Ητανε ο πρώτος μαθητής. Αυτό δεν τον εμπόδισε καθόλου να βρει τα πόστα του παράνομου τύπου. Και ν’ ακούει απ’ ευθείας τη φωνή και τις εντολές του μαχόμενου έθνους. Δεν έκαμε λάθος. Διάβασε και ξαναδιάβασε το σύνθημα της στιγμής: Κρατηθείτε ζωντανοί! Σε λίγο, η ζωή μας θα είναι το πολύτιμο υλικό για την εξόρμηση και για τη ΝΙΚΗ.
Ο Λυκουρίνος θεωρεί τον εαυτό του υπεύθυνο για τη ζωή των δικών του! Για τα τρία αδέρφια και τους γονείς του. Γίνεται λοιπόν παλιατζής. Αγοράζει και πουλά παλιά ρούχα και παλιά παπούτσια!…
Η δουλειά του πατέρα του περνούσε κρίση. Ητανε μαραγκός. Η δουλειά του μικρού επρόλαβε τη φοβέρα της πείνας για το σπίτι του. Κι όσα περίσσευαν τα μοίραζε στα φτωχόσπιτα της συνοικίας του. Της συνοικίας Μακρυγιάννη.
Στην ξεγνοιασιά του παιδικού προσώπου του, έρχεται η ευθύνη κι η έγνοια και βάζουν σφραγίδα τίμιου και υπεύθυνου άντρα. Κούραση. Κι αγρύπνια ακόμη από την κούραση! Τα ματάκια του δεν είναι πια παιδικά. Εχουνε την πείρα της ωριμότητας και τη μελαγχολία του βασανισμένου.
Οταν η φάση αυτή του αμυντικού πολέμου ετελείωσε, μετρήθηκαν θύματα τρακόσες χιλιάδες! Ο Αντρέας Λυκουρίνος, πιστός εκτελεστής των εντολών, έφερε τον τομέα του – τη φαμίλια του – γερό και ακμαίο, στο εθνικό προσκλητήριο των ζωντανών. Είχε νικήσει, την πρώτη του Νίκη για λογαριασμό της αδούλωτης πατρίδας του.
***
Εχει αποχτήσει αυτοπεποίθηση. Εχει επιβληθεί και στους μικρούς και στους μεγάλους. Και στην επιθετική φάση του αγώνα, όταν το Εθνος γύρευε τους αρχηγούς της κάθε ηλικίας και της κάθε γειτονιάς, ο Αντρέας Λυκουρίνος βρισκόταν κιόλας τοποθετημένος, μόνος του, στο ηγετικό πόστο της Νεολαίας Μακρυγιάννη!
Εχει μπει στα 12 χρόνια!! Και καμαρώνει γιατί – προσθέτοντας μόνος του δυο, τρία παρά πάνω – έφτιαχνε ένα νούμερο που κάπως ξέφευγε από τα σύνορα της… νηπιακής ηλικίας.
Είχε γίνει θρύλος. Μεταξύ των τσολιάδων συζητιόντανε, μ’ ανησυχία, τα κατορθώματα κάποιου «μωρού», στου Κουκάκι.
Το αντάρτικο γύρευε όπλα. Οι οργανώσεις είχανε ανοιχτό έρανο πάντα γι’ αυτόν το σκοπό. Ο Αντρέας Λυκουρίνος πήρε πρωτοβουλία: Με δεκαρολογήματα δουλειά δε γίνεται. Πιο δύσκολα βρίσκονται τα λεφτά, παρά τα όπλα. Μ’ ένα ψευτοπίστολο, πήλινο, παραφυλάει ένα βράδυ, σε μια γωνιά. Κι αφοπλίζει τον πρώτο τσολιά!
Πετάει τον πηλό. Και μ’ αληθινό πια όπλο, μαζεύει και πιστόλια και χειροβομβίδες και στολές ακόμη! Δεν είναι λίγοι οι τσολιάδες που αναγκάστηκαν να φτάσουν στη στρατώνα τους, με τα εσώρουχα μόνο!…
Η Ειδική Ασφάλεια ενδιαφέρθηκε. Τα Ες-Ες τα γερμανικά απαιτούνε από τους αρχηγούς των ελληνικών Ες-Ες την «εμπέδωση της τάξεως» στις δυτικές συνοικίες της Αθήνας! Γιατί οι τσολιάδες ζήτησαν… ενίσχυση.
Τίποτα δεν μπόρεσαν. Ολα φαίνονταν ήρεμα στις συνοικίες εκείνες. Οι μυστικοί που τοποθετήθηκαν στα γύρω, δεν έβλεπαν καμιάν ύποπτη κίνηση. Οι άνθρωποι πήγαιναν στις δουλειές τους, γύριζαν κουρασμένοι, τα παιδιά παίζανε στην αυλή του σκολειού. Κι αν ρωτούσαν και για βαθμούς, ο Λυκουρίνος είχε τα πρωτεία. Μπροστά τους περνούσε, με τα βιβλία στο χέρι και το καπελάκι στραβά. Τους ήξερε.
Δεν του ξέφευγε κανένας από τους ανθρώπους της Ασφάλειας. Η αυτοάμυνα του γίνηκε ένστικτο. Μαέστρος και σ’ αυτή τη δουλειά. Θα τον ζήλευαν και μεγάλοι, και παλιοί και νέοι αγωνιστές για την τάξη και τη συνωμοτικότητα. Μ’ όλο που δεν περιοριζότανε στις νυχτερινές εξορμήσεις μονάχα. Στη μάχη του Μακρυγιάννη, με τους τσολιάδες, στα 1943, που κράτησε τέσσερις ώρες, πήρε ανοιχτά μέρος κι ο Λυκουρίνος. Ενα βράδυ, το Μάη του 1943 οι Γερμανοί σήκωσαν τον κόσμο της συνοικίας στο πόδι, με πυροβολισμούς και με φωνές. Κυνηγούσαν στους δρόμους κάποιες σκιές. Ητανε η παρέα του Λυκουρίνου.
***
Η δράση του παιδιού γεμίζει δυο χρόνια της σκλαβιάς. Γίνεται παράδειγμα και θρύλος ανάμεσα στους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Είναι ο φόβος κι ο τρόμος των ντόπιων πρακτόρων του εχθρού.
Στις 4 του Ιούνη 1944, βρέθηκε ο φριχτός προδότης. Και την άλλη μέρα έξι χαφιέδες των ελληνικών Ες-Ες, μπλοκάρανε το σπίτι του εθνικού αγωνιστή, στη συνοικία Κουκάκι.
Ζητούνε τον Αντρέα Λυκουρίνο! Ο πατέρας του ζητά εξηγήσεις για το… παιδί. Κι αυτοί γυρεύουν, εκτός από το… παιδί και το πιστόλι που πήρε ψες το βράδυ από έναν δικό τους!!…
Μα δε βρήκανε τίποτα. Μόνο ένα παιδάκι αδύνατο, μια σταλιά, που κοιμότανε ξέγνοιαστο στο ντιβανάκι του. Κι είχε πλάι στην καρέκλα, το κοντό παντελονάκι του και τα βιβλία του σκολειού! Κάτω, βρίσκονταν και τα πεδιλάκια του, Νο 32!…
- Αυτός είναι; ρωτούνε τον πατέρα.
- Αυτός!
- Εσύ είσαι; ρωτούνε το ίδιο το παιδάκι.
- Ποιος;
- Ο… τρομοκράτης!
- Οχι! είμαι μαθητής. Πάω στη δεύτερη τάξη του 6ου Γυμνασίου. Τους απαντά απαθέστατα.
Μα οι πληροφορίες τους ήταν θετικές. Αρχίζει το ξύλο. Γυρεύουν το πιστόλι. Μα το πιστόλι, ποιος ξέρει σε ποια βουνοκορφή θα ταξίδευε πια, κείνη την ώρα. Και πήρανε μόνο τον Αντρέα, με το μαθητικό του πηλήκιο, στο άντρο τους. Πήρανε μέτρα εξαιρετικά, ως που να φτάσουνε στην οδό Παπαρρηγοπούλου Νο 7. Εκεί ήταν η έδρα των ελληνικών Ες-Ες. Επικεφαλής της συνοδείας ήτανε ο Μάκης Μακρογιάννης, που υπηρετεί σήμερα στην Εθνοφυλακή, με το βαθμό του ανθυπασπιστή. Η αλήθεια είναι πως ζήτησε να σώσει το παιδί. Ζήτησε τη βοήθεια του ίδιου του πατέρα του παιδιού και δέκα χρυσές, μέσω ενός άλλου της συνοδείας!…
Γιατί είχανε «ακριβείς πληροφορίες» πως ο Αντρέας, είχε πολλές χρυσές λίρες!
Γίνηκε ανάκριση, μπροστά στον πατέρα, πάνω σε τούτο: πού είχε κρυμμένες τις λίρες! Κι αφού δε βρέθηκε τίποτα, το παραδόκανε την ίδια μέρα στην Ειδική Ασφάλεια και, μετά τέσσερις ημέρες, στα γερμανικά Ες-Ες της οδού Μέρλιν. Το κρέμασαν, το κάψανε, του βάλανε στα νύχια καρφίτσες. Μα αυτός εξακολουθούσε να είναι «μαθητής της δεύτερης τάξης του 6ου Γυμνασίου!» Και να παραμένει ο αλύγιστος και πελώριος αγωνιστής του επικού ελληνικού αγώνα της Αντίστασης.
Τέτοιος έμεινε ως το τέλος. Τέτοιον τον γνώρισε τον ήρωα Αντρέα Λυκουρίνο και το Χαϊδάρι.
Τίποτα δεν άλλαξε. Μόνο δυο… λεπτομέρειες προστέθηκαν: Ενας χρόνος ακόμη στην τρυφερή του ηλικία. Εγινε πια 14 χρονώ. Κι είχε να το κάνει! Κάθε τόσο εύρισκε τρόπο να το πει, πως πάτησε τα 14!…
Η άλλη λεπτομέρεια είναι πως στις 5 του Σεπτέμβρη 1944, βρήκε τρόπο να πετάξει ένα σημείωμα στους δρόμους της Αθήνας. Το σημείωμα απευθυνότανε στον πατέρα του κι έλεγε:
- «Μπαμπά! Με πάνε για εκτέλεση στην Καισαριανή, μαζί με τους τάδε και τους τάδε (τα ονόματα γράφονταν). Ειδοποίησε σε παρακαλώ πολύ τα σπίτια τους! Μη στενοχωριέστε! Αντρέας».

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *