Ο Ριζοσπάστης της 4ης Μαΐου δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «Καλεί το λαό κάτω από ξένη σημαία» του οποίου ο συντάκτης υπογράφει με το αρχικό «Ι». Το συγκεκριμένο κείμενο αποτελεί μια απόπειρα τοποθέτησης του Περισσού απέναντι στην πρόταση για την «Συμπόρευση δυνάμεων και αγωνιστών σε έναν άλλο δρόμο». Πιο συγκεκριμένα, αυτό που προσπαθεί να κάνει ο συντάκτης είναι να δείξει πως και αυτή η προσπάθεια αποτελεί μια ενέργεια οπορτουνιστικών δυνάμεων η οποία με τις πρακτικές της δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να ρίχνει νερό στο μύλο της αντίδρασης.
Ας δούμε όμως ένα ένα τα επιχειρήματα του «Ι»:
1) Το πρώτο σημείο αφορά την κατηγορία
πως η πρόταση για μια τέτοια συμπόρευση με τη συγκεκριμένη πολιτική
διακήρυξη αφήνει ανέπαφη και την ιδιοκτησία των μονοπωλίων αλλά και το
καπιταλιστικό κράτος. Ωστόσο, η πρόταση αναφέρεται με σαφήνεια σε μια
διαδικασία κατά τη διάρκεια της οποίας από τα πρώτα μέτρα που θα πρέπει
να ληφθούν είναι η εθνικοποίηση των τραπεζών και των κεντρικών τομέων
της οικονομίας. Και τα δύο αυτά μέτρα οριοθετούν την εθνικοποίηση του
μονοπωλιακού κεφαλαίου, που σε μεγάλο βαθμό είναι εξαρτημένο από τον
τραπεζικό δανεισμό (στο ζήτημα αυτό αναφέρεται και η πολύ εύστοχη
παρέμβαση του σ. Δ. Κάβουρα «Κριτική χωρίς αρχές, αντί της κριτικής πάνω
στις αρχές» που γράφτηκε και αυτή με αφορμή το συγκεκριμένο άρθρο του
Ριζοσπάστη).
Σε ότι αφορά το ζήτημα της πολιτικής
εξουσίας, η οποία δεν ταυτίζεται με την κυβερνητική εξουσία όπως σαφώς
διαχωρίζει και το κείμενο της πρότασης για την συμπόρευση, αυτό που
υποστηρίζεται είναι πως στις συγκεκριμένες συνθήκες μια μαχόμενη
ριζοσπαστική αριστερά θα πρέπει να θέτει και το ζήτημα της
κυβερνητικής εξουσίας βάσει ενός μεταβατικού προγράμματος γνωρίζοντας
πολύ καλά πως για να γίνει πράξη οποιαδήποτε αλλαγή θα πρέπει να
στηρίζεται στη διαρκή κινητοποίηση των υποτελών τάξεων, στη δημιουργία
θεσμών λαϊκών εξουσίας και στην προετοιμασία, με όλα τα μέσα, των
κυριαρχούμενων για την προσπάθεια αντεπίθεσης που θα γίνει από την
πλευρά της άρχουσας τάξης και του ιμπεριαλισμού. Είναι προφανές πως μια
αριστερή κυβέρνηση δεν μπορεί να ανοίξει το δρόμο στο σοσιαλιστικό
μετασχηματισμό όσο ριζοσπαστικά μέτρα κι αν πάρει. Θα χρειαστεί από τη
λαϊκή κινητοποίηση να δημιουργηθούν θεσμοί λαϊκής αντιεξουσίας, μορφές
δυαδικής κοινωνίας και τσάκισμα των κατασταλτικών μηχανισμών του αστικού
κράτους μέσω της δημιουργίας λαϊκής πολιτοφυλακής. Κατά
συνέπεια μια αριστερή ριζοσπαστική κυβέρνηση που θα εφαρμόσει το
πρόγραμμα των 6 σημείων μπορεί να συμβάλει στην επαναστατική διαδικασία
και όχι να την υποκαταστήσει. Τίποτε περισσότερο και τίποτε
λιγότερο από αυτό. Τέλος, είναι προφανές πως στην Ελλάδα του 2013, όπως
άλλωστε και σε κάθε επαναστατική διαδικασία του παρελθόντος άσχετα από
την κατάληξή της, θα χρειαστεί ένας συνδυασμός της ιστορικής εμπειρίας
του κομμουνιστικού κινήματος σε συνδυασμό με πρωτότυπες μορφές
κοινωνικού πειραματισμού.
2) Το δεύτερο σημείο είναι πως η
συγκεκριμένη πρωτοβουλία καλώντας τα λαϊκά στρώματα να συσπειρωθούν
πολιτικά γύρω από μια συμμαχία των αριστερών δυνάμεων αποκλείει όσους
δεν ψηφίζουν αριστερά, ενώ ταυτόχρονα η συσπείρωση στην οποία καλεί
πρότασή μας δεν αφορά όλους τους εργαζόμενους -που αντικειμενικά έχουν
κοινό αντίπαλο τα μονοπώλια- αλλά μόνον όσους διαφοροποιούνται από τα
μνημονιακά κόμματα.
Για να είμαστε ειλικρινείς δεν καταλάβαμε
ποιο είναι το πρόβλημα για τον «Ι». Ό,τι η πρόταση για την συμπόρευση
διχάζει τους εργαζόμενους ή ό,τι δεν τους χωρίζει αρκετά μένοντας «μόνο»
στον διαχωρισμό τους μεταξύ μνημονιακών και μη; Φυσικά ο «Ι» εσκεμμένα
κάνει πως δεν καταλαβαίνει και εσκεμμένα επιχειρεί να συσκοτίσει τις
προθέσεις της πρότασης. Αυτή αναφέρεται στην ανάγκη δημιουργίας ενός
πολιτικού μετώπου που θα δημιουργηθεί στη βάση των 6 σημείων (συνοπτικά:
καταγγελία, μνημονίου, διαγραφή χρέους, έξοδος από ευρώ, σχεδιασμό της
οικονομίας με εργατικό έλεγχο, εθνικοποίηση των τραπεζών και των
επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, αναδιανομή του εισοδήματος,
εκδημοκρατισμός της πολιτικής και κοινωνικής ζωής, ρήξη και αποδέσμευση
από την ΕΕ) και θα αντιπροσωπεύει στο πολιτικό επίπεδο μια κοινωνική
συμμαχία της εργατικής τάξης με τ’ άλλα κυριαρχούμενα στρώματα (αυτό που
το έχει ονομάσειιστορικό μπλοκ ο Γκράμσι). Γιατί όμως ο «Ι»
παρερμηνεύει εσκεμμένα; Γιατί επιχειρεί να δείξει πως η πολιτική αυτή
πρόταση είναι ταυτόχρονα και δεξιά και διχαστική επιχειρώντας έτσι να
αποσοβήσει το να βγουν ακόμα πιο έντονα στην επιφάνεια οι αντιφάσεις της
πολιτικής του ΚΚΕ. Το τελευταίο, σύμφωνα με τις αποφάσεις του πρόσφατου
συνεδρίου του, θεωρεί πως αυτό που μπορεί να υπάρξει στις σημερινές
συνθήκες είναι μια κοινωνική συμμαχία στην οποία θα μπορούν να
συμμετέχουν κι άλλες κοινωνικές δυνάμεις που πολιτικά πιθανόν να
εκφράζονται και από άλλους πολιτικούς χώρους (όχι όμως από αυτούς που
προέρχονται από διασπάσεις/αποχωρήσεις του ΚΚΕ!) ενώ στο κεντρικό
πολιτικό επίπεδο όταν ωριμάσουν οι συνθήκες (κάπου, κάπως, κάποτε) θα
δημιουργηθεί μια επαναστατική κατάσταση και το ΚΚΕ θα οδηγήσει το λαό
στη λαϊκή εξουσία. Με αυτή την πολιτική: α) η κοινωνική συμμαχία
περιγράφεται ως άθροισμα τάξεων όπου οι αριστεροί, πλην ΚΚΕ, δεν θα
είναι ευπρόσδεκτοι. Βασικός της στόχος θα είναι οι κοινωνικοί αγώνες. β)
Η σχέση κοινωνικού με το πολιτικό μέτωπο παραμένει ασαφής ακριβώς γιατί
το ΚΚΕ στο πλαίσιο της ηττοπάθειάς του και της δεξιάς του μετατόπισης
με «αριστερή» φρασεολογία δεν βλέπει τις δυνατότητες της περιόδου, και
γι’ αυτό απομακρύνει όσο το δυνατόν περισσότερο από την οπτική του το
ζήτημα της πολιτικής εξουσίας (ουσιαστικά μπαίνει μια αυτιστική λογική
του τύπου «μόνο το ΚΚΕ μπορεί να κάνει την επανάσταση, όμως είναι ακόμα
περιορισμένες οι δυνάμεις του, όταν μεγαλώσει η επιρροή του θα την
κάνει»), γ) Είναι προφανές πως για το ΚΚΕ δεν τίθεται θέμα πολιτικής
εξουσίας αυτή την περίοδο και εδώ είναι η βασική του διαφορά με την
πρόταση για την συμπόρευση της Αριστεράς του άλλου δρόμου. Για τις
δυνάμεις που καταθέτουν την πρόταση υπάρχουν σε σημαντικό βαθμό οι
αντικειμενικές συνθήκες για να τεθεί το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας
από ένα αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο. Ένα μέτωπο που θα στηρίζεται στο
μαχόμενο λαϊκό κίνημα, θα συμβάλει, με τη σειρά του, στην δημιουργία και
ενδυνάμωση των λαϊκών αντιθεσμών, θα διασφαλίζει την υλοποίηση μέτρων
λαϊκής ανακούφισης και θα προετοιμάζει το λαό να αντισταθεί με όλα τα
μέσα στη βέβαια αντίδραση της αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστικών
συμμάχων της. Ότι μπορεί σε αυτή τη διαδικασία να σχηματιστεί μια
αριστερή ριζοσπαστική κυβέρνηση (στη βάση πάντα των 6 σημείων) είναι ένα
ενδεχόμενο που δεν μπορεί να αποκλειστεί. Σε αντίθετη περίπτωση είτε θα
κυριαρχήσει η ηττοπάθεια και η λογική του «τίποτε δεν μπορεί να
αλλάξει», είτε θα έρθει στην κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ και, ακολουθώντας μια
λογική σαν αυτή που επικράτησε στην Κύπρο, η κατάσταση θα επιδεινωθεί,
θα την χρεωθεί η σύνολη αριστερά, ακόμα κι αν δεν μετέχει στην
κυβέρνηση, και θα ακολουθήσει μια ακροδεξιά κυβέρνηση για να
διαχειριστεί τα πράγματα. Φυσικά κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε δεξιά
μετατόπιση του πολιτικού σκηνικού.
3) Το τρίτο σημείο είναι πως η πρόταση
για την συμπόρευση εκφράζει τμήματα της αστικής τάξης που καλοβλέπουν
την έξοδο από το ευρώ καθώς και αλλαγή προσανατολισμού με συμμαχίες
εκτός ΕΕ. Δύο παρατηρήσεις σε αυτό το σημείο. Η πρώτη είναι πως σήμερα
δεν υπάρχει καμία πλευρά του ελληνικού κεφαλαίου που να λέει πως τίθεται
θέμα αποχώρησης από τη ΟΝΕ, πόσο μάλλον από την ΕΕ. Και θα είχε
ενδιαφέρον αν ο «Ι» προσκόμιζε ορισμένα συγκεκριμένα στοιχεία προς
ενίσχυση των ισχυρισμών του, δεδομένου πως οι διάφορες μερίδες του
κεφαλαίου έχουν θεσμικά όργανα τα οποία εκφράζουν τις απόψεις τους (πχ
ΣΕΒ, Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών κλπ). Αλλά ακόμα και στο εξωτερικό ούτε το
γερμανικό κόμμα κατά του ευρώ (πόσο μάλλον ο Γκρίλο!) μπορεί να
θεωρηθεί πως εκφράζει την κυρίαρχη κατεύθυνση της γερμανικής αστικής
τάξης και δεν την εκφράζει η Μέρκελ και ο Σόϊμπλε! Από εκεί και πέρα
σίγουρα κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον όπου μπορεί να υπάρξει
το ενδεχόμενο τμήματα της άρχουσας τάξης να προσανατολιστούν στην έξοδο
από το ευρώ. Το ζήτημα, όμως, είναι πως η πρόταση που καταθέτουμε δεν
αναφέρεται απλώς σε αλλαγή νομίσματος αλλά στην υιοθέτηση ενός
συνεκτικού μεταβατικού προγράμματος που από τη μια θα προωθεί λύσεις
άμεσης λαϊκής ανακούφισης και από την άλλη θα ανοίγει το δρόμο για το
σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Με αυτή την έννοια θα πρέπει να βλέπει
κανείς τα 6 σημεία στο σύνολό τους και όχι απομονωμένα το ένα από το
άλλο. Για παράδειγμα κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, κι αφού θα έχει
προηγηθεί ένα πολύ μεγάλο λαϊκό κίνημα, η αστική τάξη θα μπορούσε να
συναινέσει σε μια ήπια αναδιανομή του εισοδήματος. Ωστόσο ποτέ δε θα
μπορούσε να συναινέσει και στην έξοδο από το ευρώ και στη διαγραφή του
χρέους και στις εθνικοποιήσεις τραπεζών και μεγάλων επιχειρηματικών
συγκροτημάτων και στο σχεδιασμό της οικονομίας με βάση τις λαϊκές
ανάγκες και στην αναδιανομή του εισοδήματος και στο ριζικό
εκδημοκρατισμό και στην έξοδο από την ΕΕ. Το σύνολο των συγκεκριμένων
ζητημάτων μόνο την έντονη και με κάθε τρόπο αντίδραση της αστικής τάξης
θα επιφέρει, ακριβώς γιατί η υλοποίησή τους θα δημιουργήσει μια εντελώς
νέα πραγματικότητα στον πολιτικό και κοινωνικό συσχετισμό δύναμης.
4) Το τέταρτο σημείο αφορά τις σχέσεις με
τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς. Ο «Ι» εκφράζει την απορία του αν με
αριστερή κυβέρνηση θα λειτουργούν οι νατοϊκές βάσεις ενώ θεωρεί πως η
έξοδος από ευρώ/ΕΕ σημαίνει και αλλαγή ιμπεριαλιστικών συμμαχιών (ΗΠΑ,
Κίνα, Ρωσία). Με άλλα λόγια πιστεύει πως η υλοποίηση των έξι βασικών
κατευθύνσεων θα οδηγήσει σε μια διαφορετική ένταξη στο ιμπεριαλιστικό
πλαίσιο και όχι σε μια λυσσαλέα αντίδραση από πλευρά των ιμπεριαλιστικών
δυνάμεων. Στο επιχείρημα αυτό δεν έχουμε παρά να θυμίσουμε στο συντάκτη
τις πρωτοφανείς παρεμβάσεις των ιμπεριαλιστικών κέντρων στις εκλογές
του Ιουνίου μπροστά στο ενδεχόμενο να βγει πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ με ένα
μετριοπαθές πρόγραμμα και όχι με το ριζοσπαστικό πλαίσιο των έξι
σημείων! Κι ακριβώς επειδή είναι βέβαιη η λυσσαλέα αντίδραση των
ιμπεριαλιστικών κέντρων μια αριστερή ριζοσπαστική κυβέρνηση θα πρέπει να
προετοιμάζει το λαό για άμυνα με κάθε δυνατό μέσο.
5) Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθούν
ορισμένα πραγματολογικά λάθη: όπως ότι δεν υπάρχει «χώρος του Α.
Αλαβάνου» αλλά το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής, ότι ποτέ η ΑΡΑΝ
(στην οποία ανήκει ο υπογράφων), αλλά ούτε και η ΑΡΑΣ δεν μίλησαν για
«πρόγραμμα ανασυγκρότησης και φιλολαϊκής εξόδου» κλπ.
Συμπερασματικά, το δημοσίευμα του Ριζοσπάστη κινείται
στη δεδομένη πολιτική στάση του ΚΚΕ. Δεν μπορούν να υπάρξουν νίκες σε
αυτή την περίοδο και επιμέρους αιτήματα θα εκπληρωθούν μόνο μετά την
κοινωνική επανάσταση, στην οποία μόνο το ΚΚΕ ως πολιτικός φορέας μπορεί
να οδηγήσει. Οτιδήποτε άλλο γίνεται εκτός ΚΚΕ είναι πρακτικές
οπορτουνιστικών δυνάμεων. Το ζήτημα όμως είναι κατά πόσο η αναμονή για
τη βελτίωση των συνθηκών δε θα οδηγήσει το λαό σε πιο συντηρητικές
μετατοπίσεις. Το γεγονός της εκλογικής εκτόξευσης του ναζισμού θα πρέπει
να προβληματίσει σοβαρά όλη την Αριστερά. Τελευταίο αλλά όχι έσχατο, το
θέμα δεν είναι να εκφέρεις λόγια για την επανάσταση αλλά το προσπαθείς
να ανιχνεύσεις δρόμους για την πραγματοποίησής της.
Πηγή: